βιβλία του νίκου μακρή

βιβλία του νίκου μακρή
The School of Athens-Raphael (Apostolic Palace, Vatican City)

Τετάρτη 8 Φεβρουαρίου 2012

Σύντομα κριτικά

Κριτικά  


* Είναι και Διαθλάσεις του Ποιητικού Λόγου. Ο Νίκος Μακρής, φιλόλογος και φιλόσοφος, είναι πολυγραφότατος συγγραφέας. Τα κυριότερα έργα του είναι φιλοσοφικά δοκίμια γύρω από τη μεταφυσική.  Έχει προσεγγίσει μέχρι σήμερα τα φαινόμενα σε σχέση με την πραγματικότητα, το μυστήριο, τη νοσταλγία, την παιδικότητα, τον κόσμο των ιδεών. Πρόσφατα, σε μια ‘‘μελέτη θανάτου’’, ανέλυσε με μεγάλη μαεστρία το σημαντικό αυτό θέμα που ταλανίζει τον άνθρωπο σ’  όλη τη διάρκεια της ζωής του, ίσως μάλιστα περισσότερο ορισμένες οριακές στιγμές. Αυτή τη φορά ο Νίκος Μακρής μας εισάγει  στον ανεξερεύνητο κόσμο της γένεσης του ποιητικού λόγου. Πάντα η ποίηση θεωρούταν η κατ’ εξοχήν τέχνη του γραπτού λόγου, εφόσον είχε το πλεονέκτημα της πλήρους καλλιτεχνικής ανάπλασης της ανθρώπινης ζωής. Οι κανόνες της ποίησης φαίνονται από πρώτη όψη παράξενοι, με την ελευθεριάζουσα συνιστώσα τους. Αλλά η ‘‘ποιητική άδεια’’ πολιτογραφήθηκε από λογοτεχνικό λεξιλόγιο και θεωρείται πια σαν μια αυτονόητη έννοια, συνυφασμένη με την ιδιαιτερότητα της ποίησης. Από την άλλη μεριά, η ποίηση έγινε συνώνυμη με το πέταγμα της ψυχής , την εξιλέωση από τα καθημερινά βάρη, την ανάταση και ψυχική ευεξία. ‘‘Η ποίηση είναι κατ’ καλλιτεχνική δημιουργική πνοή, ένθεη κατάσταση η οποία προσλαμβάνει το μυστικό της ανθρώπινης φύσης για να τα διαθλά απειροδιάστατα στο κοσμικό κάτοπτρο’’ Έτσι ορίζει την ποίηση στο νέο του βιβλίο ο κ. Μακρής. Μακεδονία, 28-6-1989.
*Αμεσότητα και Εξωτερικότητα, εκδ. Συντροφιά, 1987, 145 σελ.  Στο νέο του βιβλίο ο συγγραφέας προσπαθεί να θεμελιώσει προσωπικά ορισμένες κύριες θέσεις της φιλοσοφίας. Στο πρώτο μέρος (Από το μυθικό στο επιστημονικό πνεύμα) αποτολμάται κριτικός περίπλους στους κόσμους του μύθου, της αλχημείας,, της θεοσοφίας για να κατανοηθεί η δυναμική του επιστημονικού πνεύματος. Στο Δεύτερο μέρος ανερευνώνται κριτικά οι αφετηρίες της φιλοσοφικής και της μυστικής πρωταρχής με προσφυγή στους μεγάλους φιλοσόφους και μυστικούς. Στο Τρίτο μέρος (Κόσμος και Υπερβατικότητα) εκτίθενται συστηματικά ορισμένες προσωπικές φιλοσοφικές απόψεις και επισημαίνεται η σπουδαιότητα και η αιώνια νεότητα του φιλοσοφείν. Η Καθημερινή, 28-5-1987.
* Αμεσότητα και Εξωτερικότητα. Το βιβλίο του γνωστού αρθρογράφου και συγγραφέα ‘‘συνιστά προσπάθεια προσωπικής φιλοσοφικής θεμελίωσης κύριων εννοιών του στοχασμού’’ Εκδ. Συντροφιά, σελ. 142. Τα Νέα, 16-5-1987.
 * Αμεσότητα και  Εξωτερικότητα,  Τρίτο μέρος φιλοσοφικής τριλογίας (προηγήθηκαν: ‘‘Τα Μεταφυσικά Θεμέλια της Μυστικής’’ και ‘‘Κατακερματίζεσθαι την Ουσίαν’’). Απ΄ τον επίλογο:’‘Οι θέσεις οι οποίες αναπτύχθηκαν, δεν στεγάζουν κανένα σύστημα κλειστών οριζόντων, υποκρούουν ωστόσο ορισμένες αρχές στις οποίες εδράζεται η πορεία του ανθρώπινου πνεύματος, οι οποίες, κυριότερα, τρέφουν το φιλοσοφικό λόγο. Πρόκειται για τη ‘‘διάσταση’’ του μυστικού’’… Η Εβδόμη, 21-6-1987.
* Παιδεία του Μυστηρίου (οντολογία και μυστική στη φιλοσοφία του Gabriel Marcel), Συντροφιά, 1983, σελ. 115. Η φιλοσοφία του αειμνήστου Γάλλου φιλοσόφου της ύπαρξης προσφέρει τις απαρχές στο συγγραφέα για μια γόνιμη αναστροφή με τα αιώνια προβλήματα της ύπαρξης. Πρόκειται για ένα φιλοσοφικό δοκίμιο το οποίο προσεγγίζει άμεσα κάθε αναγνώστη, κομίζοντάς του την πληροφορία της εγγύτητας των μεγάλων μυστηρίων τα οποία νοηματοδοτούν τις ύστατες αναμονές του ανθρώπου. Η Καθημερινή, 22-3-1984.
* ‘‘Μεταφυσική του Πνεύματος της Παιδικότητας’’ (με αφετηρία κείμενα των Ρουσσώ και Μπερνανός), Δωδώνη, 1983, σελ. 222. Σ’ αυτό το δοκίμιο ο συγγραφέας αποτολμάει μια φιλοσοφική αξιολόγηση του πνεύματος της παιδικότητας παρέα με τους Ρουσσώ και Μπερνανός. Πρόκειται κατά βάθος για ένα προσωπικό μεταφυσικό οδοιπορικό το οποίο καλεί το μουσικό, τον παιδαγωγό, το φιλόσοφο. Τον ποιητή, όπως και κάθε θαυμαστή του χάρματος και της γοητείας, σε ένα συμπόσιο τέρψης και συγκίνησης ταυτόχρονα. Η Καθημερινή, 22-3-1984.
* Μεταφυσική του Πνεύματος της Παιδικότητας. Μια μεταφυσική του πνεύματος της παιδικότητας εντυπωσιάζει το μεταφυσικό, το λογοτέχνη, τον παιδαγωγό, το μουσικό, όπως και κάθε νοσταλγό της άσπιλης ωραιότητας. Παρέα με τους Ρουσσώ και Μπερνανός, ο Νίκος Μακρής επιχειρεί μια περιπέτεια η οποία θα αποκαλύψει στον αναγνώστη τις γοητευτικότερες πλευρές του είναι του. Όσο κι αν το πνεύμα της παιδικότητας κινεί τη σκέψη στις έκπαγλες και χαρμονικές αφετηρίες της ζωής, ο κόσμος του διέχεταιστ5ην ωριμότητα, πλουμισμένος με την άσπιλη χλαμύδα των δώρων. Ο αναγνώστης θα βγει πλουτισμένος όχι τόσο απ’ το κείμενο του δοκιμίου, όσο με το γόνιμο διάλογο με τις συγκλονιστικότερες αλήθειες της ύπαρξής του. Το βιβλίο κυκλοφορεί απ’ τις εκδόσεις  ‘Δωδώνη’’/ Μακεδονία, 4-2-1984.
* ‘‘Το Περιδέραιο της Περιστεράς’’, μυθιστόρημα Μια προσπάθεια να δοθεί η έκφραση και το μυστήριο της ομορφιάς, όπως εκδηλώνεται μέσα από τον έρωτα. Εκδόσεις ‘‘Εποπτεία’’. Σελ. 207. Ελευθεροτυπία, 26-8-1988.
 * ‘‘Ντοστογιέφσκυ και Μπερνανός’’, Γαλάζιο Αιγαίο, Αθήνα 1982, σελ. 85. Οξυδερκές μελέτημα, με αφορμή τα 100 χρόνια από τη θανή του μέγιστου Ντοστογιέφσκι, που διακλαδώνεται σε τρία δοκίμια για  να προσεγγίζει το πνευματικό σύμπαν που άνοιξαν για τις συνειδήσεις μας οι αθάνατες αυτές μορφές του πολιτισμού μας, ενός πολιτισμού που τον νοηματίζουν  με τη χριστιανική πίστη και που επισημαίνουν τα βαθιά αίτια της δεινής του κρίσης. Ευθύνη, Μάιος 1983, σελ. 303.
* Κατακερματίζεσθαι την Ουσίαν, Μήνυμα, 1983, σελ.120. Πέντε δοκίμια που αναπτύσσονται από τον εκλεκτό στοχαστή γύρω από τα αιώνια ερωτήματα του είναι, του ήθους, του κάλλους, με σαφήνεια, πυκνότητα και πύρινη πνευματικότητα- βάσεις για σοβαρούς διαλογισμούς. Ευθύνη, Δεκέμβριος 1983, σελ. 666.
* Αμεσότητα και Εξωτερικότητα. Στο πρώτο μέρος ο συγγραφέας ασχολείται με το μυθικό πνεύμα, με τη Θεοσοφία, με την Αλχημεία και με τους κύριους σταθμούς της επιστημονικής προσπάθειας η οποία προέκυψε απ’ την καρποφόρα εμβάθυνση στις μυθικές, αλχημιστικές και θεοσοφικές αρχές. Στο δεύτερο μέρος γίνεται ένας γοητευτικός περίπλους στο φιλοσοφικό και στο μυστικό πνεύμα (φιλοσοφική και μυστική πρωταρχή) με αναφορά στους κύριους σταθμούς της ιστορίας της φιλοσοφίας και με γόνιμες κριτικές παρατηρήσεις. Στο τρίτο μέρος (Κόσμος και Υπερβατικότητα) εκτίθενται οι προσωπικές απόψεις του συγγραφέα και καταδεικνύεται η εγγύτητα ανάμεσα στη φιλοσοφία και στη μυστική. Η ‘‘Αμεσότητα και Εξωτερικότητα’’ αποτελεί ζωντανή πρόσκληση και πρόκληση γιατί διαπνέεται από φιλοσοφικό οίστρο και πυροδοτεί νηφάλια και δημιουργικά κάθε συνείδηση η οποία φλέγεται απ’ το ιερί πυρ της φιλοσοφικής διαπορίας. Μεσημβρινή, 12-9-1988.
 * Ο Κρύφιος Λόγος, Δωδώνη,  1990. Κάθε βιβλίο του Νίκου Μακρή είναι πάντα άκουσμα και γεύση πνευματική του υψηλού και ουσιώδους. Έτσι και ο νέος τόμος, που προστίθεται στα πλούσια ‘‘έργα’’ του με τον εύγλωττο τίτλο ‘‘Ο Κρύφιος λόγος’’ (εκδ. Δωδώνη) είναι μια ευλογημένη καταγραφή διαλογισμών και εμβιώσεων κρισίμων για τη ζωή του ανθρώπου καταστάσεων, διερευνήσεων και αναβάσεων. Τα θέματα του τόμου αυτού ταξιθετούνται σε τρεις κύκλους/μέρη: την φιλοσοφική αναστροφή, τις λογοτεχνικές θεωρήσεις –που κι αυτές οδηγούνται δε προεκτάσεις φιλοσοφικές- και στα θρησκειφιλοσογικά, για να περιγράψουν  και να φωτίζουν την πολυεδρική φυσιογνωμία του συγγραφέα και να υπογραμμίζουν την σπουδαία παρουσία του στην πνευματική μας ζωή. Ευθύνη, 1992, τεύχος 242.
* Τα Μεταφυσικά Θεμέλια της Μυστικής. Κυκλοφόρησε το βιβλίο του Νίκου Μακρή ‘‘Τα Μεταφυσικά Θεμέλια της Μυστικής. Δοκίμιο υπερβατικού ρεαλισμού’’. Σκοπός του δοκιμίου, όπως τονίζει ο συγγραφέας, ‘‘δεν είναι η πρωτοτυπία, αλλ’ η υπόμνηση αληθειών  οι οποίες συνιστούν την πηγή της ανθρώπινης δράσης και δικαιώνουν εξαίρετα ό,τι τιμά κάθε δημιουργία’’. Το βιβλίο χωρίζεται σε τρία μέρη: ‘‘Το αισθητό και το νοητό’’, ‘ ‘Το πνεύμα των καταγωγών’’ και ‘‘Η ενότητα του μυστικού’’. (Εκδόσεις ‘‘Συντροφιά’’).
* ‘‘Μαρξισμός και αφετηρίες της πολιτικής συνείδησης’’, Συντροφιά, Αθήνα, 1983, σελ. 68. Ένα ‘‘αντιουτοπικό δοκίμιο’’ του λαμπρού νέου στοχαστή όπου διερευνούνται οι αρχές της πολιτικής συνείδησης και με γνώση, ακρίβεια και σαφήνεια αντιμετωπίζονται  μέσα στην περιοχή του μαρξισμού για να καταλήξουν στη σύνθεση του τραγικού με το ηρωικό πνεύμα. Ευθύνη,  Ιούλιος 1983, σελ.447.
* Μελέτη Θανάτου, Δωδώνη, 1988. Σπουδή στο θάνατο που προϋποθέτει πως ο άνθρωπος ως θνήσκον ον εμβιώνει το θάνατο στο παρόν, κατά τρόπο που ο θάνατος αποτελεί συνθέτουσα της ζωής. Παρόμοια θέση αναστρέφεται με τη σημαντική του θανάτου, με την οντολογική, ηθική και αισθητική του θεώρηση. Το οδοιπορικό της μελέτης σταθμεύει  σε κορυφαίες φιλοσοφικές μαρτυρίες για να αποτολμήσει τελικά προσωπική θεώρηση στα πλαίσια της οποίας ο ατρεμής λόγος της παράδοσης καθίσταται πρόσκληση και πρόκληση ταυτόχρονα στο μυστηριώδες έρεβος της ζωής. Πολιτικά Θέματα, 13-1-1982, σελ. 35.
 * Μεταφυσική του Πνεύματος της Παιδικότητας, εκδ. Δωδώνη, 1983. Σε προηγούμενα βιβλία του ο Μακρής ασχολείται με ζητήματα παιδείας και ιδεολογίας. (‘‘Μαρξισμός και αφετηρίες της πολιτικής συνείδησης’’, ‘‘Παιδεία του μυστηρίου’’, κ.α.) Στην καινούργια μελέτη του –που διακρίνεται για τη βαθιά γνώση  και υψηλή φιλοσοφική διάθεση- αναφέρεται στο πνεύμα της παιδικότητας όπως χρησιμοποιήθηκε από τους Πλάτωνα και Έγελο κι άλλους για  να δώσουν μέτρο σύγκρισης των ηθικών εννοιών τους. Ένα πολύ σοβαρό πόνημα για θέματα που, παρόλο ότι ενδιαφέρουν λίγους, δεν παύουν να είναι συνεισφορές στον ανθρωπιστικό προβληματισμό. Αντί, 16 Μαρτίου 1984.
* Μεταφυσική του Πνεύματος της Παιδικότητας. Ποιο είναι αυτό το πνεύμα; Και τι προσφέρει στον άνθρωπο; Με αφετηρία κείμενα των Ζαν Ζακ Ρουσσώ και του Ζορζ Μπερνανός, ο Νίκος Μακρής κάνει τις δικές του σκέψεις πάνω στο θέμα, σ’ ένα ενδιαφέρον δοκίμιο που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Δωδώνη. Πάνθεον, 13 Μαρτίου 1984.
* Τέχνη και Αισθητική της Λογοτεχνίας, Δρόμων, 2003. Προσπάθεια προσέγγισης του ανθρώπου από τον χώρο της τέχνης και της αισθητικής της λογοτεχνίας αποτελεί η μελέτη του Νίκου Μακρή Τέχνη και αισθητική της λογοτεχνίας, που κυκλοφορεί  από τις εκδόσεις Δρόμων. Σε αυτό η λογοτεχνική δημιουργία αυτοαποκαλύπτεται ως ακατάπαυστη αναζήτηση του κάλλους και αποτελεί τη μαρτυρία η οποία φωτίζει τις ευγενέστερες τάσεις των ανθρώπων όλων των εποχών και όλων των πολιτισμικών παραδόσεων. Το Βήμα της Κυριακής, 25-5 -2003.
* Στις σελίδες του βιβλίου του Φιλοσοφίας του κάλλους (εκδόσεις Δρόμων) ο Νίκος Μακρής ανιχνεύει τα στοιχεία του φιλοσοφικού λόγου που πείθουν πως η πραγματική «διάσταση» του κόσμου μας είναι η ομορφιά. Το Βήμα της Κυριακής, 21 Αυγούστου 2005.
* Πανόραμα της Σύγχρονης Σκέψης (Θέσεις και αναζητήσεις του Αιώνα μας), Πολιτικά Θέματα/Ίρις, Αθήνα, 1994. Περίπλους στις αναζητήσεις του αιώνα μας, στις υπαρξιακές, νεοθετικιστικές, φαινομενολογικές, ανθρωπολογικές, μαρξιστικές, επιστημολογικέες, νεοσχολαστικές, νεορεαλιστικές κ.ο.κ. εκζητήσεις των τελευταίων 100 ετών, επιβάλλει φιλοσοφική αγρύπνια, κριτική ματιά και συνθετική ικανότητα. Αυτή επιχειρείται από την εντυπωσιακή σύνθεση του Νίκου Μακρή ο οποίος στις 250 τελευταίες σελίδες προβαίνει σε γενική θεώρηση της φιλοσοφίας μετά εμπεριστατωμένη αναστροφή με τα φιλοσοφικά ρεύματα του αιώνα μας.. Σύνθεση και ανάπτυξη μετά την κριτική αναστροφή. Βιβλίο με πολλαπλές προκλήσεις προς τους φιλομαθείς και τους φιλοσόφους. Σελ. 576. Δημήτρης Σταμέλος, Ελευθεροτυπία, 27-12-1996.
* Μεταφυσική του πνεύματος της παιδικότητας (εκδόσεις ‘‘Δωδώνη’’, 1983. Ο συγγραφέας, με αφετηρία κείμενα του Ρουσσώ και του Μπερνανός, επιχειρεί να αποκαλύψει τις μυστικές πλευρές του πνεύματος της παιδικότητας που συντροφεύουν την ανθρώπινη ύπαρξη και την ωθούν στις μεγάλες δημιουργίες. Ριζοσπάστης, 12 Φεβρουαρίου 1984.
* Αμεσότητα και Εξωτερικότητα, Συντροφιά, 1987.  Στον τομέα της φιλοσοφίας ο ακούραστος Νίκος Μακρής, φιλόσοφος προικισμένος με βάθος σκέψεως, αλλά και με ευφράδεια, μόλις πέρυσι μας έδωσε την ‘‘Αμεσότητα και Εξωτερικότητα’’, βιβλίο βαθυνούστατο και φέτος μας προσφέρει τη μελέτη για το θάνατο, ένα κεφάλαιο λίγο προσεγμένο στην Ελλάδα. Χρήστος Μαλεβίτσης, Μεσημβρινή, 16-1-1989.
 * Αμεσότητα και εξωτερικότητα, Συντροφιά, 1987,  σελ. 142. Το τρίτο μέρος μιας φιλοσοφικής τριλογίας του χαλκέντερου στοχαστή και κριτικού (τα δύο άλλα: ‘‘Τα μεταφυσικά θεμέλια της μυστικής’’ δηλ. του μυστικισμού και ‘‘Κατακερματίζεσθαι την Ουσίαν’’). Ζωηρός και ζωντανός, υπεύθυνος και υπαρξιακά ειλικρινής διαλογισμός για τον μυθικό και τον επιστημονικό λογο, τον μυστικισμό και την φιλοσοφία, τον κόσμο και την υπερβατικότητα. Θαυμαστή ανθοφορία ενός εκλεκτού νεοελληνικού αναστήματος της φιλοσοφίας. Ευθύνη, Οκτώβριος 1987, τεύχος 190.
*  Ο κρύφιος λόγος (εκδόσεις Δωδώνη, 1990) του Νίκου Μακρή αποτελεί μια συλλογή δοκιμίων η οποία, όπως επισημαίνει ο συγγραφέας,  ‘‘επιχειρεί μια δημιουργική εισβολή στα οχυρά του φιλοσοφικού λόγου χωρίς φιλοδοξίες εκπόρθησης. Προσπαθεί να επισημάνει την κρυφία αλήθεια, την ενδημούσα στις μεγάλες δημιουργίες πραγματικότητα, υπαινισσόμενος ταυτόχρονα κάποιες ανυποψίαστες διαστάσεις της φιλοσόφου πνοής. Υπό αυτές τις προϋποθέσεις τα δοκίμια που ακολουθούν καλούν και ανακαλούν στον πύρινο και ζείδωρο ταυτόχρονα κόσμο του φιλοσοφείν με μοναδική φιλοδοξία την αφύπνιση και ενεργοποίηση του φιλοσοφικού δαιμονίου το οποίο συνιστά την πεμπτουσία του είναι μας’’. Το βιβλίο χωρίζεται σε τρεις ενότητες:’‘Φιλοσοφική αναστροφή’’, ‘‘Λογοτεχνικές θεωρήσεις’’ και ‘‘Θρησκειοφιλοσοφικά’’. Κινούμενο στο χώρο που είθισται να προσδιορίζεται ως ιδεαλιστικό ρεύμα στη φιλοσοφία, τα ερεθίσματα του συγγραφέα προέρχονται κυρίως από το έργο του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη, του Πασκάλ, του Σοπενχάουερ, του Βιτγκενστάιν, του Χαιντέγγερ, του Χούσσερλ του Μπεργκσόν κ.α. Ο πλούτος των ιδεών, η αναμφισβήτητη γνώση και ερμηνευτική δεινότητα του συγγραφέα καθιστούν  τον ‘‘Κρύφιο λόγο’’ μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα συλλογή δοκιμίων που εμπλουτίζουν αναμφισβήτητα το φιλοσοφικό λόγο. Μαρία Ζαφίρη, Επικαιρότητα, 7 Ιουλίου 1991.
 * Παιδεία του Μυστηρίου, Συντροφιά, 1983,115 σελ. Στις αφετηρίες της σκέψης του υπαρξιακού φιλοσόφου Γκαμπριέλ Μαρσέλ (και ειδικότερα στη σύνδεση μυστικής αλήθειας και οντολογικής μαρτυρίας που εξέφρασε ο Μαρσέλ) αναφέρεται το δοκίμιο του Νίκου Μακρή το οποίο αποτέλεσε και τη διδακτορική του διατριβή στη Σορβόννη.  Η μυστική αλήθεια του Μαρσέλ συναντά το χριστιανικό πνεύμα, σε μια σύγχρονη φιλοσοφική θεώρηση της θεολογικής σκοπιάς. Με αποτέλεσμα να επιδεικνύεται στο μελέτημα –με επιστημονικότητα-η οδός προς το υπερβατικό που κατέγραψε ο γάλλος διανοητής. Βάιος Παγκουρέλης, Διαβάζω, 2-5-1984, σελ. 49.
* Η Αιώνια Φιλοσοφία, Δρόμων, 2002. Ο Νίκος Μακρής, διδάκτορας φιλοσοφίας, γεννήθηκε στον Αστακό Αιτωλοακαρνανίας το 1947. Το φιλοσοφικό του οδοιπορικό που διαλαμβάνει πλήθος βιβλίων, άρθρων, κριτικών μελετών και λογοτεχνημάτων, στιγματίζεται απ’ την επίμονη προσπάθειά του να καταδείξει  τη βαθιά ενότητα φιλοσοφίας και στην ανθρώπινη φύση και στις πνευματικές της διεκφράσεις όπως αποκαλύπτονται στη διαπολιτισμική μαρτυρία των λαών και κυρίως στο έργο των μεγάλων δημιουργών τους Αυτή η προσπάθεια φωτίζεται ιδιαίτερα με την ελληνοευρωπαϊκή σκέψη και στέφει την παπανθρώπινη μαρτυρία υπό την αλουργίδα της φιλοσοφικής μέριμνας η οποία ανοίγει συνεχώς ορίζοντες και φωτίζει τα ύστατα του ανθρωπίνου. Ήδη η φιλοσοφική στρατεία του συγγραφέα είναι ανοιχτή και δεκτική, συνιστά εφημερία τείνουσα να αποκαλύψει τη γοητεία της φιλοσοφίας η οποία δεν είναι παρά αποκάλυψη του ανθρωπίνου είναι στο πολυπρισματικό κάτοπτρο του κοσμικού και του ιστορικού φαίνεσθαι, αποκύλυψη της εγγύτητας στον κόσμο της απόστασης. Η παρούσα προσπάθεια, καρπός επίμονης αναστροφής και ταυτόχρονης κοινωνίας και συμπροβληματισμού τείνει να φωτίζει την perennitas του α νθρώπου ως αρχή ζωής και αειγενή μήτρα  οντολογικής, ηθικής κι αισθητικής μαρτυρίας…Εξέδωσε επίσης  μυθιστορήματα και τραγωδίες. Η Σκυτάλη, 18-12-2002.
* Αμεσότητα και εξωτερικότητα (Εκδόσεις ‘‘Συντροφιά’’). Ως προσπάθεια προσωπικής φιλοσοφικής θεμελίωσης κυρίως εννοιών του στοχασμού ορίζει ο συγγραφέας το βιβλίο αυτό. Μεσημβρινή, 12-9-1986.
* Κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Δρόμων το βιβλίο του Νίκου Μακρή με τον τίτλο:Το τέλος της νοσταλγίας. Το ‘‘Τέλος της νοσταλγίας’’ απλώνει το χέρι σε κάθε οδοιπόρο και αναζητητή του ωραίου και υπόσχεται όμορφη περιπέτεια με παλμούς ζωής, αγάπης, αγώνα και αγωνίας, ελπίδας και αναζήτησης. Στις σελίδες του ο αναγνώστης θα συναντήσει ήρωες τους οποίους θα αγαπήσει, μορφές που αγγίζουν ό,τι ομορφότερο κρύβει μέσα του, αλήθειες που μαγνητίζουν και εγείρουν τη φαντασία όλων μας. Τέλος θα ανταμώσει  με ‘‘τοπία’’ ομορφιάς και ιστορίες που ανασταίνουν μαγικούς παραμυθένιους κόσμους όλων των ηλικιών και των αναζητήσεων…Να σας θυμίσουμε φίλοι αναγνώστες, ότι ο κ. Νίκος Μακρής είναι δρ. φιλοσοφίας, ζει στον Πειραιά και διδάσκει  στην Ιωνίδειο Σχολή (στο Λύκειο). Το φιλοσοφικό του έργο  χαιρετίζεται παντού (και στην Ελλδα και στο Εξωτερικό) με ιδιαίτερα θετικές κρίσεις, αφού προσπαθεί να προσφέρει  το πνεύμα της διαιώνιας φιλοσοφικής εκζήτησης υπό το φως της philosophia perrenis Παράλληλα, με το λογοτεχνικό του έργο ιχνεύει τα στοιχεία της ωραιότητας που καλλύνουν τον άνθρωπο δια μέσο της μυθιστορηματικής πλοκής, της ποιητικής δημιουργίας και της αισθητικής της λογοτεχνίας. Έτσι το πνεύμα της λογοτεχνίας αποκαλύπτεται εγγύς, ως εγγύτητα που καταθέλγει και φωτίζει ταυτόχρονα τον άνθρωπο, στέφοντάς τον με το περιδέραιο του κάλλους υπό την αλουργίδα της τέχνης…Και μια που αναφερθήκαμε πιο πάνω στο νέο βιβλίο του φίλου κ. Νίκου Μακρή, να σας υπενθυμίσουμε  και μια γνώμη για την ‘‘τέχνη του μυθιστορήματος’’ του Κούντερα: ‘‘Το μυθιστόρημα δεν εξετάζει την πραγματικότητα, αλλά την ύπαρξη…Οι μυθιστοριογράφοι ιχνογραφούν τον ‘‘χάρτη της ύπαρξης’’, ανακαλύπτοντας τη μια ή την άλλη δυνατότητα…Ο κόσμος του Κάφκα δεν μοιάζει με καμιά πραγματικότητα, είναι μια ‘‘ακραία και μη πραγματοποιημλένη δυνατότητα του ανθρώπινου κόσμου …Στην οπτική του Μπροχ, η λέξη ‘‘πολυιστορικό’’ θέλει λοιπόν να πει:-κινητοποιώ όλες τις δυνάμεις της διανόησης κι όλες τις μορφές της ποίησης για να φωτίσω ό,τι μόνο το μυθιστόρημα μπορεί ν’ αποκαλύψει: -το ανθρώπινινο είναι’’. Χρήστος Αδαμόμουλος,  Η Φωνή του Πειραιά, Τρίτη, 11 Φεβρουαρίου 2003.
 *Tα Μεταφυσικά Θεμέλια της Μυστικής. Ένα νέο βιβλίο στις εκδόσεις ‘‘Συντροφιά’’ έρχεται να προστεθεί , ως μαρτυρία βάθους και πάθους πνευματικού, στη νεοελληνική βιβλιογραφία.  Πρόκειται για το παραπάνω βιβλίο που αντιμετωπίζει θαρραλέα και χριστιανικά τα πιο όμορφα και γοητευτικά θέματα της φιλοσοφίας και της μυστικής. Γραμμένο με τρόπο άμεσο αποτολμάει ουσιαστικά ένα σπουδαίο διάλογο με τον ειλικρινή αναγνώστη. Είναι αλήθεια πως για την κατανόησή του απαιτείται  σχετική γνώση των βασικών φιλοσοφικών θεωριών. Στο βάθος όμως , το εγχείρημα είναι άμεσο και ο αναγνώστης συναντιέται με τον συγγραφέα πολύ συχνά μέσα σε ατμόσφαιρα συγκινήσεως και οσμής πνευματικής.. Τα βιώματα, η δημιουργική αγάπη, η ζωή συμπορεύονται μαζί με μια προσέγγιση σε αξίες και έννοιες που ανάγονται  στη σφαίρα του υπερβατικού ρεαλισμού. ‘‘Σκοπός τούτου του βιβλίου, γράφει στον πρόλογό του ο κ.Μακρής, δεν είναι η πρωτοτυπία, αλλ’ η υπόμνηση αληθειών οι οποίες συνιστούν την πηγή της ανθρώπινης δράσης και δικαιώνουν εξαίρετα ό,τι τιμά κάθε δημιουργία’’. Δημήτρης \φερούσης, Εφημέριος, Ιούνιος 1980, σελ. 127.
* Τέχνη και Αισθητική της Λογοτεχνίας, Εκδ. ‘‘Δρόμων’’, Αθήνα 2003, 240 σελίδες.  Η λογοτεχνική δημιουργία είναι παντοτινή μαρτυρία των προοπτικών του ανθρώπου, των δυνατοτήτων του, του πεπρωμένου του και αποτελεί αψευδή κατάθεση  των υψηλών επιτεύξεων της ανθρώπινης διαπορίας υπό την αλουργίδα της τέχνης. Το λέγειν της διαλέγεται με το σύμπαν της, η αισθητική της φανέρωση αποκαλύπτει τους ‘‘πειρασμούς’’ της ωραιότητας και τις νύξεις του κάλλους, το είναι της άδεται και σιωπάται απ’ τους εραστές του ερωτικού φαινομένου. Οι σελίδες αυτού του βιβλίου υπόσχονται  στον αναγνώστη ένα γοητευτικό περίπλου στον οποίο η παγκόσμια μούσα καταθέτει το περιδέραιό της υπό τη δαψίλεια των χαρισμάτων της, υπό την επιστασία του φιλοσόφου βλέμματος το οποίο, παρέα με την καλλιτεχνική και ιδιαίτερα τη λογοτεχνική εμπνοή, προσφέρει στον αναγνώστη δυνατότητες πραγματικής συνάντησης με το μέγιστο συμβαίνον της ζωής. Σύγχρονη Σκέψη, Ιούλιος 2003.
Θάνατος και Φιλοσοφία, Δρόμων, 2013
Ο Νίκος Μακρής γεννήθηκε στον Αστακό Αιτωλοακαρνανίας το 1947. Είναι διδάκτορας φιλοσοφίας και συγγραφέας. Η φιλοσοφική στρατεία του Νίκου Μακρή, η οποια χαιρετίστηκε με ιδιαίτερα θετικά σχόλια, μακρά, επίμονη και έξω απ'  το θόρυβο του εφήμερου, συνιστά εφημερία και εκφράζεται με πλήθος βιβλίων, μελετών, άρθρων, διαλέξεων και μαθημάτων υπό το αδιόρατο φως της philosophia perennis. Υπηρέτησε επί 30ετία στη Μέση Εκπαίδευση και δίδαξε κυρίως Φιλοσοφία και Λογοτεχνία. Επιπλέον, απ'  το 1999 είναι μόνιμος εισηγητής της Φιλοσοφικού Καφενείου
Στο καινούργιο του πόνημα από τις εκδόσεις ''Δρόμων'' με τίτλο "Θάνατος και Φιλοσοφία" ο συγγραφέας προσεγγίζει με στοχαστικότητα και ευρυμάθεια ένα θέμα του οποίου η τραγικότητα και το αναπόφευκτο έχει απασχολήσει μεγάλους συγγραφείς και φιλοσόφους: Το θάνατο. Η βαθιά φιλοσοφική κατάρτιση του Νίκου Μακρή καθώς και η ουσιαστική εντρύφησή του στους μεγάλους κλασικούς φιλοσόφους, αποτελούν την καλύτερη εγγύηση για την πληρότητα και την ποιότητα του πονήματος.
Γιώργος Παπαδάκης, Πνευματική Ζωή, τ. 215, σελ.194, 195.
ΔΥΟ ΚΡΙΤΙΚΑ ΜΕΛΕΤΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΛΕΩΝΙΔΑ ΚΟΒΑΤΣΗ

 

1

 

«ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΝΟΣΤΑΛΓΙΑΣ»


Μια ερμηνευτική- αναλυτική προσέγγιση
στο καινούργιο μυθιστόρημα του Νίκου Μακρή.

 

Ι

Για το Νίκο Μακρή, το τέλος κάθε νοσταλγίας, είναι και το τέλος κάθε αναζήτησης. Ο ήρωας του μυθιστορήματος αποσύρεται από τον κόσμο και γίνεται ένας νοσταλγός μαζί και αναζητητής της Αλήθειας.

                                      Όμως, ο ήρωας δεν αποδημεί από τον κόσμο, αλλά κινείται σε ένα μεταίχμιο αυτού και του άλλου κόσμου. Εκεί, σ’αυτό το μεταίχμιο αναζητά το απόλυτο, «το αγέραστο» που είναι το άσπιλο και το ασύλληπτο, το πέρα από κάθε αίσθηση και ερμηνεία με μια λέξη το υπεραισθητό. Ο Φίλιππος, ο κεντρικός ήρωας του μυθιστορήματος, είναι ένας σύγχρονος ιππότης, νοσταλγός και εραστής αυτού που βρίσκεται στο «Επέκεινα» αυτού του κόσμου. Έτσι ο ήρωας πραγματοποιώντας μια βαθύτερη εσωτερική ανάγκη του, εκφράζει τους βαθύτερους πόθους και  τα όνειρα του σύγχρονου ανθρώπου, που είναι η συνειδητή μαζί και ασυνείδητη τάση φυγής από την ασφυκτική καθημερινότητα και μετάβασης σε ένα χώρο νοσταλγικής περιπλάνησης και ακατάπαυστης αναζήτησης του Αγαθού, του Ωραίου και του Ιδεατού. Αυτό, το ήρεμο πνεύμα της ανησυχίας, που μεταποιείται σε έρωτα για το Αληθές, προσπαθεί ξανά και ξανά να διαρρήξει τη γύρω φυσική πραγματικότητα από την οποία γεννιέται συνεχώς σαν πνεύμα της φύσης και να εξιδανικευτεί σε κάτι το υπερβατικό. Η μαγεία του γύρω φυσικού τοπίου υποδαυλίζει και αναζωπυρώνει συνεχώς αυτό το πνεύμα- ένστικτο, που μέσα από τον ήρωα- ιππότη, μεταποιείται σε απολλωνίου ανατάσεως διαλογισμό.
                              Σ’ όλο το μυθιστόρημα του Νίκου Μακρή, ή φύση ανορθώνεται διαρκώς προς «το κάλλιστο», μια ανόρθωση και μια εξέλιξη που βαίνει παράλληλα με την ανάδυση του άμορφου προς τη μορφή,  του μη συνειδητού προς το συνειδητό, του ανοίκειου προς το οικείο.
Η απολλώνια αυτή ανόρθωση προς τη μορφή του απόλυτου, γίνεται τελικά νοσταλγία. Σ’ αυτήν την πορεία ερωτικής αναζήτησης προς το Αγαθό, υπάρχουν στιγμές έκστασης, όπου αυτός ο κόσμος, «αρπάζεται

2

από έναν άλλο κόσμο, τον κόσμο της ψυχής και του πνεύματος που ενδημεί στην περιοχή του απόλυτου». Αυτή, η διαρκής ροή της ψυχής προς το
ιδεατό και το απόλυτο, είναι η νοσταλγία του ήρωα. Οι στιγμές αυτές της υπέρβασης και της έκστασης, έχουν σαν αφετηρία τη φύση. Οι νοσταλ- γικές περιπλανήσεις της ψυχής προς το ιδεατό, ξεκινούν από τη φύση όπως πολύ χαρακτηριστικά γράφει ο συγγραφέας: «Ποτέ η φύση δεν του φάνηκε καθαρότερη, θελκτικότερη, γνησιότερη. Άφησε τις αισθήσεις του ακυβέρνητες προσπαθώντας έτσι να μπει στο είναι των στοιχείων που τον περιέβαλαν, στο ανέκφραστο είναι
τους το οποίο αποδιαλύει και κάθε αίσθηση. Ένιωσε πως τα συναισθήματά του αποδιαστάλθηκαν σε αισθήματα, πως έγινε όλος αίσθηση, απόλυτη αίσθηση, χωρίς συγκεκριμένο αίσθημα, χωρίς συγκεκριμένη θέληση. Αυτή η μακαριότητα που ’μοιαζε με σβήσιμο, που εξάλειφε κάθε θετικότητα, κάθε πρόσκαιρο συναίσθημα, ήταν ουσιαστική κοινωνία με το πλήρωμα της ζωής, με ο΄,τι υπερβαίνει και την ομορφιά, ήταν το κάλλος χωρίς ανατολή και δύση, το ‘αγήρω κάλλος’, όπως δίδασκε ο Πλάτων…»
Μαζί με τον ήρωα και ο συγγραφέας, αναζητά το υπέρτατο Κάλλος, που είναι και η απόλυτη Αλήθεια. Όμως, όπως και ο ίδιος διατυπώνει, « το υπέρτατο κάλλος εκφράζεται μόνο με τη σιωπή.
Η κάθε έκφραση είναι απόρροια του ανθρώπινου Εγώ, όμως η σιωπή περιέχει το ανέκφραστο που είναι και το Αληθές». Και όμως, δεν είναι λίγες οι φορές που, « αυτό το ανέκφραστο εκφράστηκε από συγκεκριμένο πρόσωπο σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο», ή ακόμα όπως μας λέει ο συγγραφέας, «η πραγματική όψη της ζωής διαφαίνεται αμυδρά στα πρόσωπα και στις μορφές». Σ’ αυτή τη λεπτή ισορροπία μεταξύ του ανέκφραστου και αυτού που δύναται σε στιγμές να εκφρασθεί και μεταξύ αυτού που είναι σε εγγύτητα και αυτού που είναι σε απόσταση,
κινείται όλο το μυθιστόρημα.
                              Σ’ όλο το έργο του Νίκου Μακρή, ή φυσική ομορφιά είναι η εισαγωγή σε κάτι άλλο βαθύτερο που φέγγει στα αβυσσαλέα βάθη του Είναι. Αυτό, το «κάτι βαθύτερο», προσπαθεί να προσεγγίσει  ο συγ- γραφέας σαν τον «πλούτο της αβύσσου που εκφράζεται με τη σιωπή».
                                      Αυτός, ο «πλούτος της αβύσσου», σαν μια αίσθηση μαζί και νόηση του βάθους της ύπαρξης, μπορεί να γίνει αντιληπτός σαν συναισθά- νεσθαι και συναντιλαμβάνεσθαι. Άλλωστε, ο άνθρωπος νοείται
μόνο σαν συνάνθρωπος όπως πολύ χαρακτηριστικά γράφει:

«Όταν τα βλέμματα δύο ανθρώπων αντικρίζουν τον ίδιο σκοπό που φυσικά δεν είναι ορατός, παύουν να κοιτάζονται… Φωτίζονται από ένα
3

άλλο φως που δεν έχει σχέση με την εγωιστική αμοιβαιότητα. Είναι το κάλλος που τα ενώνει…»
Όμως, όταν αναφέρεται στον άνθρωπο, δεν εννοεί τον άνθρωπο μόνο σαν «Εγώ», αλλά σαν μια βιοψυχική ενότητα που τείνει να ταυτισθεί με το Συ της φύσης και του συνανθρώπου και μάλιστα του εκλιπόντος συνανθρώπου που στην προκειμένη περίπτωση είναι η νεκρή αγαπημένη σαν ή μεταμορφωτική πλευρά της θηλυκής αρχής που παίρνει
τη μορφή της μάντισσας, της ιέρειας και της μούσας, μέσα στον εσωτε- ρικό κόσμο του νοσταλγού –αναζητητή.
Η φύση είναι για τον Φίλιππο, η «Μεγάλη Μητέρα». Η νεκρή Σιμόν, είναι η «ψυχή της φύσης», η μεταμορφωτική αρχή που υπάρχει στο βάθος των πραγμάτων και που οδηγεί στη συνειδητότητα, με μια λέξη «η Ανιμα». Οι δύο αυτές αρχές η Μεγάλη Μητέρα και η Άνιμα, οδηγούν στο « συναπάντημα της φυσικής ομορφιάς με το ανθρώπινο κάλλος, συναπάντημα φύσης και πνεύματος, αίσθησης και αντίληψης», όπως επανειλημμένα τονίζει μέσα στο μυθιστόρημα:
«Όταν ο άνθρωπος χάνει αυτή την ενότητα, αυτό το συναπάντημα των δύο κόσμων, γίνεται έκπτωτος και με όργανο τον εγωισμό επιζητά το κέρδος», γράφει σε κάποιο άλλο σημείο. Σε ένα άλλο σημείο λέει: «Είμαστε ουσιαστικά ανέστιοι, η ίδια μας η φύση, η πραγματική μας φύση δεν εστιάζεται, γιατί εστία είναι ο εγωισμός, η έκπτωση».
                                      Όμως, αναρωτιέται ο συγγραφέας, τι ρόλο μπορεί να παίζει ο θάνατος στην αναζήτηση της απόλυτης αλήθειας ; Τι ρόλο μπορεί να παίζει αυτό το αμετάκλητο, το αναπότρεπτο και το αδήριτο «ποτέ πια
ποτέ»; Η απάντηση στην οποία ξανά και πάλι επανέρχεται, είναι ότι η απόλυτη ομορφιά και το «αγήρω κάλλος», μόνο στην αγκαλιά του θανάτου μπορεί να νοηθεί. Όχι όμως του θανάτου υπό την έννοια της αντίθεσης Ζωή- Θάνατος, αλλά του θανάτου σαν μια διαρκούς και αδιάλειπτης παρουσίας, που αποκαλύπτει στη ζωή το μυστικό της μεγαλείο. Ο θάνατος, όχι σαν κάτι που συντελέστηκε ή που θα συντελεσθεί, αλλά σαν κάτι που συντελείται διαρκώς, σαν μια διαρκής ανάσταση στιγμών, σαν το «αείζωο πυρ», εν μέσω του οποίου θάλλει
ή «άρρητος κούρη», των ελευσίνιων μυστηρίων, η νεκρή αγαπημένη ως  αιώνια ψυχή και άσπιλη παρθένα, εν μέσω της ακατάσβεστης φλόγας της
Ζωής. Να, τι μας λέει ο Νίκος Μακρής σε ένα σημείο του μυθιστο- ρήματος του:
« Είναι λοιπόν ο θάνατος, το άσπιλο είναι μας , η γυμνή ομορφιά , το κάλλος…» και λίγο παρακάτω στο ίδιο σημείο… «Ο θάνατος της (Σιμόν)
σελάγιζε ως αποστίλβουσα και πάλλευκη ακτίνα κάλους την ψυχή του».

Μυστική πληροφορία ή φαντασίωση και πλάνη; Δεν γνώριζε, αλλά έτεινε

να πιστέψει πως με το θάνατο φωτίζεται η ζωή, ή θνήσκουσα ζωή μας…»
                             
4

Η νεκρή άσπιλη παρθένα σαν το Αιώνιο θήλυ, σαν Σοφία, σαν Μούσα και σαν Διοτίμα, δεν έρχεται μόνο σαν ανάμνηση, αλλά και σαν
μια ανώτερη πνευματική αρχή που διδάσκοντας καθοδηγεί σαν εσωτερική καθοδηγητική φωνή:
                             
«Χθες, καθώς σκεφτόμουν τη Σιμόν αιστάνθηκα να μου λέει ‘Δεν κατανόησες Φίλιππε πως η ζωή είναι μια διαρκής κυοφορία η οποία γεννάει το θάνατο; δεν κατάλαβες πως ο θάνατος είναι το ιερό μηδέν,
η κατάπαυση της ματαιότητας, η αμνημόνευτη παλαιότητα που ούτε άρχισε ούτε θα τελειώσει;’»

Πολλές φορές παίζει το ρόλο του ψυχοπομπού προς την απόλυτη εσωτερική Αλήθεια:

«Εκεί τον οδηγούσε η παρουσία της κοιμηθείσας αγαπημένης τώρα που γνώριζε πως δεν υπάρχει πια στον κόσμο της φθοράς και της ματαιότητας. Του έδειχνε σιωπηλά το κάλλος το άφθαρτο κρίνοντας ησύχια τη ματαιότητα των ημερών και καλώντας τον στην είσοδο του μυστηρίου, στη χώρα όπου οι νεκροί φωτίζουν τους ζώντες…»
                                     
Η ροπή προς τη νοσταλγία, είναι και η δύναμη που οδηγεί τη ζωή σε υπέρβαση, όπως γράφει ο Μ.Μ. σε πολλά σημεία του μυθιστορήματος του:
                              «Φαίνεται πως όσο νοσταλγούμε τόσο αναζητάμε και όσο αναζητάμε τόσο νοσταλγούμε…»
Ή ακόμα: «Είμαστε πηγαιμός απ’ τη νοσταλγία στη νοσταλγία…»

Ή σε άλλο σημείο:

«Επιθυμούμε κάτι που ποτέ δεν πρόκειται να αποκτήσουμε, γιατί η ζωή όπως είναι ποτέ δεν θα μας το δώσει…» Ή ακόμα: «Οι πραγματικοί παράδεισοι είναι οι χαμένοι παράδεισοι…»
Ο ίδιος ο άνθρωπος είναι μια «νοσταλγούμενη νοσταλγία» και μια «επιθυμούμενη επιθυμία», διότι ο άνθρωπος νοείται μόνο σαν
συνάνθρωπος. Έτσι, ο άνθρωπος, ως συνάνθρωπος δεν είναι ποτέ μόνος, ακόμα και ενώπιον του εσχάτου γεγονότος της ζωής που είναι ο θάνατος. Απ’ αυτό το σημείο της θεώρησης ο θάνατος θρέφει τη ζωή και οδηγεί το άνθρωπο σε μελέτη νέας ζωής θα καταλήξει συμπερασματικά ο συγγραφέας.

                                                ΙΙ

                             
Η φύση παίζει το δικό της πρωταρχικό ρόλο σαν πηγή έμπνευσης, σαν το βαθύτερο έρεισμα της ψυχής και σαν η απαρχή της κάθε μεταμόρφωσης. Η απαρχή και το τέλος όλων των αναζητήσεων του ιππότη ήρωά μας, προσεγγίζεται με έντονο λυρισμό που μεταποιεί το ένστικτο σε ιερό πάθος:
                             
«Όσο ανέβαιναν, τόσο οι σχινάρες και τα νεκρόκλαδα πύκνωναν κάνοντας πρακτικά αδύνατη τη διέλευση του ανθρώπου. Κάπου κάπου
σχηματίζονταν όμορφα φυσικά τοπία που χαμογελούσαν με τον τρόπο τους στην άγρια ομορφιά. Μελικοκιές του δρυμού ή μουριές που ξαναντύνονταν την πράσινη φορεσιά τους ήταν περικυκλωμένες από τους αιώνιους εραστές τους, τους κισσούς που ανέβαιναν για να αγκαλιάσουν τους κλώνους, να ξαναχαμηλώσουν πέφτοντας απαλά σε διπλανούς θάμνους με τους οποίους πλέκονταν… Έρωτας σιγηλός, διαρκής, αμίαντος απ’ την ανθρώπινη ιδιοτέλεια, γνήσια μαρτυρία της Αιώνιας κοινωνίας που ερωτικά αιωνίζεται χωρίς να αναλώνει με το βαρύ κορεσμό της ανικανοποίητης επανάληψης… Χαριτωμένες μικροοάσεις χαμόγελου και γλυκύτητας στο δριμύ τοπίο που ξεκούραζαν την όραση και άλλαζαν τα αισθήματα, μαρτυρία της ιδιότυπης θηλυκότητας κάποιον γωνιών του αρρενωπού βουνού. Σκληρότητα, αγριότητα, χάρη, λεπτότητα, κατηγορίες σκέψης και αισθήματος, κοινές ίσως στον άνθρωπο και στη φύση.»
Όμως, όλες αυτές οι περιγραφές του φυσικού τοπίου και οι εξωτερικές μετακινήσεις του ήρωα, δεν είναι παρά εναύσματα για την αναζήτηση αυτού, του «κάτι άλλου», που τον σώζει από την απόλυτη εξορία σ’αυτό τον κόσμο και την καταδυνάστευση του «ποτέ πια ποτέ».
Είναι πολλές οι φορές, που ο ήρωας βρίσκεται μέσα σ’αυτό το «κάτι άλλο», χωρίς να το συνειδητοποιεί πλήρως: «Στο δρόμο σκεπτόταν και δεν σκεπτόταν, συνομιλούσε με τα άστρα και με τους κόσμους της ψυχής του, με τους κόσμους με τους οποίους οι ξερότοποι, τα άνυδρα τοπία, οι οάσεις και οι ακρογιαλιές, είχαν αδελφωθεί και ένιωθαν ένα… Ένιωθε παράδοξα. Από τη μια ή κόπωση ήταν έντονη
 αλλά, παράλληλα μια ιλαρότητα συναισθημάτων του προσέφερε ικανο- ποίηση που’ φτανε μέχρι τις αισθήσεις του… Απέραντη συγκίνηση τον περιτύλιξε. Ήρθε η ώρα της ανάπαυσης.»
Ήταν, αυτό το «κάτι», η νοσταλγούμενη νοσταλγία για την οποία πριν μιλήσαμε; Ήταν ένας συμβολικός θάνατος σαν το τέλος της
νοσταλγίας; Τι του προσέφερε το ταξίδι «στο νησί της νοσταλγίας και των καταγωγών» παρά την επιστροφή σ’αυτό το «κάτι»;
Σ’ αυτή την περιοχή αυτού το «κάτι άλλου», που  βρίσκεται μεταξύ του κόσμου της πραγματικότητας και του κόσμου της φαντασίας, που συμπεριλαμβάνει και τους δύο αυτούς κόσμους χωρίς να βρίσκεται σε κανέναν μονάχα και ξεχωριστά, εισέρχεται ο ήρωάς μας στο τέλος του μυθιστορήματος. Εισερχόμενος «Εκεί» φεύγει για λίγες στιγμές από το «Εδωνά», δηλαδή εξίσταται. Αυτές, οι στιγμές της έκστασης  της «ήπιας μέθης» και της ενοραματικής ενατένισης της Αλήθειας είναι και η λύση των εσωτερικών συγκρούσεων του ήρωα. Σ’ αυτή την στιγμιαία μετάβαση στην άλλη «άλλη ζωή» τον οδηγεί «ο άλλος» , ο κρυφός εαυτός του με τη μορφή «του ξένου, του άγγελου επισκέπτη και του Ερμή ψυχοπομπού». Εν τέλει ο ήρωας βλέπει με τα ίδια του τα μάτια τα εσωτερικά οράματα της ψυχής του, που σε όλο το μυθιστόρημα τον ακολουθούσαν σαν φαντάσματα, και ακούει με τα ίδια του τα αυτιά την εσωτερική καθοδηγητική φωνή «του ξένου», που γίνεται φίλος και οδηγός και που φέρνει σαν «άλλος Ερμής», το υπεραισθητό στην περιοχή του αισθητού, ρίχνοντας κυριολεκτικά τον ήρωά μας στο δρόμο του μεταξύ, που είναι ο δρόμος εξόδου από τα αδιέξοδα της ζωής και εισόδου σε μια νέα ζωή που κυριαρχείται από τις επιταγές του πνεύματος.
Έτσι, το αλλότριο στοιχείο του είναι, σαν «ο βαθύτερος άλλος εαυτός», γίνεται από δαιμονικό αγγελικό και από τρομερό φιλικό και καθοδηγητικό. Γίνεται το ελεύθερο δημιουργικό πνεύμα που από ασυνείδητο και σκοτεινό, γίνεται συνειδητό και φωτεινό, έρχεται δηλαδή στη συνείδηση και γίνεται το απολλώνιο, ερμηνευτικό στοιχείο του είναι, αυτό δηλαδή που οδηγεί στην αναγνώριση του νοήματος της ζωής της περασμένης και μελλοντικής.
                              Ο φωτισμός του βαθύτερου εαυτού μας, σαν φωτισμός της ολότητας του ανθρώπου, είναι εν τέλει ο φωτισμός της ζωής μας , που αποτελεί τον τελικό αλλά και βασικότερο σκοπό της ύπαρξής μας.
                              «Το τέλος της νοσταλγίας, τρέφει τη ζωή ως ο θάνατος των ψευδαισθήσεων», καταλήγει στο τέλος του μυθιστορήματος ο Νίκος
Μακρής.
Αυτό που είναι τελικό και έσχατο, αποτελεί βασικό υπόστρωμα της ζωής, διότι σκοτώνοντας τις ψευδαισθήσεις, μας βγάζει απ’ αυτόν
τον απατηλό κόσμο, οδηγώντας μας σε μελέτη νέας ζωής, που είναι στην ουσία μια διαρκής μελέτη θανάτου.
«Η απόλυτη νοσταλγία, είναι ο απόλυτος θάνατος που σημαίνει απόλυτη ζωή». Αυτό είναι ένα άλλο ακρογωνιαίο σημείο στοχασμού του συγγραφέα μέσα από τα λόγια του «άγγελου επισκέπτη», που επιφέρει και την λύση της εναγώνιας αναζήτησης της Αλήθειας.
«Εκεί», στο ακρογωνιαίο αυτό σημείο, είναι που ο μικράνθρωπος της ιστορίας, αίρεται στον Αρχάνθρωπο, στον Μέγα Άνθρωπο αυτόν που αν και ευρίσκεται επέκεινα της ιστορίας δεν παύει να κινεί την ιστορία. «Εκεί», είναι που το πεισιθάνατο «ποτέ πια ποτέ», γίνεται το ερασι- θάνατο «τώρα και για πάντα».
  
 Δημοσιεύθηκε στη ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΣΚΕΨΗ 2004-2005
 ΛΕΩΝΙΔΑ ΚΟΒΑΤΣΗ, ΣΤΟΙΧΕΙΩΣΗ ΒΑΣΙΚΩΝ ΑΡΧΩΝ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΣΤΟ ΔΙΚΟΜΙΑΚΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΜΑΚΡΗ[1]

Εισαγωγικό

«Δεν θα πάψουμε να εξερευνούμε…κι όλης μας της εξερεύνησης το τέλος… θα είναι να φτάσουμε εκεί απ’ όπου ξεκινήσαμε…»

Αν ήθελα να βάλω μια προμετωπίδα στο φιλοσοφικό έργο του Νίκου Μακρή, θα έβαζα αυτούς τους στίχους του T.S.ELIOT από τα «Τέσσερα Κουαρτέτα».
          Διότι το πέλαγος της φιλοσοφίας είναι βαθύ εν πολλοίς, ανεξερεύνητο και το κάνει ανεξερεύνητο και απέραντο ο άνθρωπος, όταν διερωτάται για την ύπαρξή του, με άλλα λόγια, για το είναι του, το δικό του και του κόσμου. Αυτή την απεραντοσύνη του είναι ιχνηλατεί και ο Ν.Μ.  σε όλο του το δοκιμιακό έργο.
          Το Δέος που διαισθάνθηκε ο άνθρωπος μπροστά στον απεραντοσύνη του κόσμου, εσωτερικού και εξωτερικού, έχει το στοιχείο του θαυμασμού μαζί και του
 τρόμου. Αυτό, το κρυφό δυναμικό του οντολογικού βάθους του είναι, που γοητεύει αλλά και τρομάζει, αλλού  το αποκαλεί πρωτοπληροφορία, αλλού πρωτοφάνεια και πρωτοσύλληψη . Αλλού πάλι το αποκαλεί αλήθεια ως αμεσότητα, ως καθαρότητα και ως άσπιλο πνεύμα της παιδικότητας. Η αλήθεια αυτή είναι μια πρωτοπληροφορία και συνάμα μια αυτοπληροφορία περί της ταυτότητας, περί του ποιος δηλαδή είναι ο άνθρωπος μαζί και ο κόσμος στη βαθύτερη  υπόστασή του. Είναι μια πρωτοαντίληψη, ως έκπληξη, κατάπληξη και πτόηση, που διανοίγει το ανθρώπινο συνειδητό στο να αναζητήσει την ίδια την προέλευση και καταγωγή του.
Η αναδυόμενη συνειδητότητα αναζητά με αγωνία τα του εαυτού της στα επιμέρους αντικείμενα του κόσμου, που είναι τα σπαράγματα, οι διαθλάσεις και τα θραύσματα της αρχικής πληρωματικής ενότητας απ’ την οποία προήλθε, ομολογεί χαρακτηριστικά σε πολλά από τα έργα του. Αναζητά την ταυτότητά  της  στα φαινόμενα  αυτού του κόσμου και στα επιμέρους αντικείμενα της ετερότητας. Αρχική πηγή αυτής της αγωνίας είναι το πρωτονοείν και πρωτοσυλαμβάνειν, μια κίνηση της ολότητας της ψυχής που έχει χαρακτήρα όχι μόνο αισθητικό και λογικό, αλλά και συγκινησιακό, με μια φράση διαισθητικά αισθαντικό.
          Το ποιος είμαι, η οντολογική μου δηλαδή ταυτότητα, είναι το είναι αυτού που φαίνομαι ή αντίστροφα το φαίνεσθαι αυτού που είμαι. Είναι και φαίνεσθαι αποτελούν τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος, που είναι η πραγματική μου πραγματικότητα το νοείν -είναι μου το Εόν που με περιέχει και το περιέχω .
Είναι και φαίνεσθαι,  επομένως,  βρίσκονται σε μια διαρκή σχέση περιέχοντος περιεχομένου. Αλλά το είναι μου, ως ανθρώπινο είναι,  είναι και το είναι του κόσμου, έτσι ώστε άνθρωπος και κόσμος να αποτελούν στο βάθος τους μια άρρηκτη πληρωματική ενότητα. Αυτή την ενότητα ονομάζει μεταξύ των άλλων, συνεχόμενη εκτατότητα, αειδή χωρική ομογένεια και άπειρη αμεσότητα . Η συνέχουσα αυτή αρχή που μας ορίζει, αλλά δεν ορίζεται, η άρρητη, άληπτη και άτμητη ως πληρωματική του παντός ενότητα και ενογένεια προσεγγίζεται από τους δυο αυτούς δρόμους του φαίνεσθαι και του είναι μαζί και από κανένα χωριστά. Προσεγγίζεται όπως λέγει λογικομεταφυσικά («με λογισμό και μ’όνειρο», όπως θα έλεγε κι ο Σολωμός).
 Όπως η προσέγγιση της αλήθειας είναι λογικομεταφυσική, έτσι και η προσέ- γγιση του κάλους είναι αισθητικοηθική. Το κάλλος ως το πλατωνικό αγαθό είναι το εύσχημο μαζί και το τρομερό του ωραίου. Τρομερό λέγοντες, εννοούμε την κατάπλη-
ξη, τον θαυμασμό και το δέος που κομίζει η εξαίφνης απορία για το μυστηριακό βάθος της προέλευσης  της ωραιότητος, με μια φράση το «Χαίρε» της κάθε ωραιότη- τας που ενέχει τον θαυμασμό αλλά και το δέος.
          Η λογικομεταφυσική αυτή προσέγγιση της αλήθειας, ως απόλυτης ωραιότητας και αγαθότητας, οδηγεί σε αυτό που ονομάζει συναντιληπτική ενσυναίσθηση, που αποτελεί τη βάση του ηθικώς υπάρχειν, που με τη σειρά του είναι ταυτόσημο με το συνυπάρχειν, πάντοτε ως συναισθάνεσθαι και συναντιλαμβάνεσθαι.
Συναντιληπτική ενσυναίσθηση λοιπόν είναι η εν σιωπή μυστική και συνεπώς μυητική μετοχή, μέθεξη και κοινωνία στην πληρωματική επάρκεια της αειδούς χωρικής ομογένειας,  μια σιωπή που, σαν μυητική που είναι, οδηγεί στο πληρωματικώς παροικείν και συνυπάρχειν περί την ολότητα στη μετάθεση, με άλλα λόγια, του «Αυτός» στην περιοχή του «Συ» και στη συνέχεια στην ενδόμυχη διαισθητκή συναντί- ληψη του «Συ εν Εμοί» .
          Αυτή, η διαισθητική συναντίληψη του «Συ εν Εμοί» είναι η αισθαντική καρδία του μυστικώς συνυπάρχειν, ως συναισθάνεσθαι και συναντιλαμβάνεσθαι, ο ηρακλεί- τιος «ξυνός λόγος» ή το παρμενίδειο «ξυν –ον», το Εόν το όντος, με άλλα λόγια, ο περιούσιος πυρήνας της Σοφίας, το συν του λογίζεσθαι. Στο πληρωματικό αυτό ΣΥΝ μετέχουμε με το συνάνθρωπό μας, με τον κόσμο και με το βαθύτερο είναι μας.
          Για να οδηγηθούμε όμως από την σκέτη ύπαρξη στη συνύπαρξη, συνεχίζει ο Ν.Μ., πρέπει να αναγνωρίσουμε την διαρκή παρουσία μιας άλλης ανώτερης δύναμης, ενός άλλου ευρύτερου περιέχοντος μέσα στο οποίο συνυπάρχουμε  όχι αθροιστικά αλλά πληρωματικά.
Θα πρέπει να δεχτούμε αυτή την ανώτερη αρχή σαν την παρουσία μιας απουσίας, σαν μια αρχή που δεν αντικειμενοποιείται, αλλά μόνο ως τι δεν είναι δύναται να ορισθεί.
Η άρχουσα αυτή αρχή αποτελεί ανθρώπινη ανάγκη διότι, μολονότι δεν ορίζε- ται, ιεραρχεί το χάος των εμπειριών, καθορίζοντας έτσι την ανθρώπινη κατάσταση.  Η αρχή αυτή χρειάζεται τον άνθρωπο για να τον καταστήσει ένα οριζόμενο ορίζοντα και ένα ποιμενόμενο ποιμένοντα, όπως λέγει,  μια επιθυμούμενη επιθυμία και μια νοσταλγούμενη νοσταλγία, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει σε όλο το έργο του.  Με άλλα λόγια, να τον οδηγήσει μαζί και να οδηγηθεί από αυτόν σε μια άνω-θρώσκουσα, διαρκώς ανθοφορούσα και καρποφορούσα εξέλιξη του συνειδητού, με τελική κατάληξη το διαρκώς επαναποιείν τον κόσμο, που είναι ταυτόσημο με το διαρκώς παλινοστείν, που χαρακτηρίζει τον δημιουργικό ή, καλύτερα, τον πνευματικό άνθρωπο, το νοσταλγό της αλήθειας, μιας αλήθειας που θα μπορούσαμε να την ονομάσουμε και «μεγάλο νόστο» ή και  «άγνωστο πρώτο μας εαυτό».
Η αρχή αυτή όχι μόνο αφυπνίζει τον αρχάνθρωπο μέσα μας, (τον πρώτο μας εαυτό) αλλά και τον μεταμορφώνει σε ποιητή, διότι μόνο σαν δημιουργικά μεταμορφωμένος ο αρχαϊκός άνθρωπος δύναται να αφυπνισθεί και να συνυπάρξει σε αρμονία με μας. Αν αφυπνισθεί ως «το αρχέτυπο καθ’ εαυτό» τότε παραμερίζει την προσωπικότητά μας και γίνεται καταστροφικός. Ο άνθρωπος λοιπόν γίνεται ιδαλγός του είναι, κοσμικού και ανθρώπινου, με απώτερο σκοπό την ενδυνάμωση της συνειδητότητάς του.
Η άνω- θρώσκουσα αυτή ροπή ως τάση ιεράρχησης του εσωτερικού και εξωτερικού χάους, ως αμεσότητα του πρωτοσυλαμβάνειν κι ως εγγύτητα, ως Σοφία, ως «αγήρω κάλλος», ως «νόστος» και ως «αλήθεια» αποτελεί μια επιτακτικά αναγκαία πραγματικότητα για την ψυχή μας. Διότι οδηγεί στο αυτοσυλλαμβάνεσθαι και αυτοσυνειδέναι σαν κάτι που πραγματώνεται διαρκώς μέσα στη ζωή μας και καθο –
ρίζει τις πράξεις μας ως προς το συνυπάρχειν. Όπως το φαίνεσθαι αποτελεί την άλλη όψη του είναι, έτσι και το συνειδέναι και μάλιστα το αυτοσυνειδέναι αποτελεί την άλλη όψη του συνυπάρχειν καταλήγει.
Η μυστική μέθεξη στο αιώνιο ισχυροποιεί το συνειδέναι, έτσι ώστε αυτό να αυτοπραγματώνεται διαρκώς βιωματικά οδηγώντας την ύπαρξη στη συνύπαρξη. Αυτό επιτυγχάνεται όπως λέγει με τη συναντιληπτική ενσυναίσθηση που είναι ακριβώς η μυστική μέθεξη στα κοσμικώς δρώμενα που οδηγεί από την ύπαρξη στη συνύπαρξη.
Η εν σιωπή, λοιπόν, διαισθητική μέθεξη στα δρώμενα, ως μια συμμετοχή και κατανυκτική κοινωνία στην περιοχή του «εμείς ως Συ»,  είναι το συναντιληπτικώς ενσυναισθάνεσθαι. Είτε μετέχουμε σε ένα μυστήριο, είτε σε ένα τελεστικό δρώμενο, είτε σε μια σκηνική αναπαράσταση της ζωής, είτε βλέπουμε ένα έργο τέχνης, είτε ένα ιερό αντικείμενο συνεισερχόμεθα, με άλλα λόγια, μυούμεθα στην περιοχή αυτή του ξυν (συν) –όντος, σε μια περιοχή που αποτελεί μια πραγματικότητα της ψυχής –επιτακτικά- απαραίτητη για τη ζωή του πνεύματος στον πολιτισμό μας.
Κατ’ ακολουθία, το σώμα μου δεν είναι απλά και μόνο ένα όργανο αλλά και ένα κρυφό μυστήριο κατά το οποίο ο κόσμος συναντιέται και συνυπάρχει με τον άνθρωπο. Όμως ο άνθρωπος, ως φορέας του αιώνιου, είναι επιθυμούμενη και όχι επιθυμούσα επιθυμία. Με άλλα λόγια είναι θνήσκων και όχι θνητός. Ζει τον εν ζωή θάνατο και έτσι μεταβαίνει από το θάνατο ( δια του θνήσκειν εν τω ζειν που είναι ταυτόσημο με το ζειν του θνήσκειν)[2] σε νέα ζωή. Δίδοντας τη φθαρτότητά του στο αιώνιο καθιστά τον θάνατο διαρκώς παρόντα, επομένως τον αναιρεί διαρκώς με την ίδια του τη ζωή, την ίδια του τη φθαρτότητα. Η αναίρεση είναι ακριβώς το διαρκώς πρωτοσυλλαμβάνειν, η διαρκής δηλαδή ανοιχτότητα προς την αποκάλυψη της πρωτο- πληροφορίας, ως αποκάλυψη του πνεύματος της παιδικότητας,  της νεότητας ή, όπως λέγει, της  αιώνιας εφηβείας. Το σώμα  και ο κόσμος εν γένει είναι ένας τόπος μυστη- ριακής και εν κρυπτώ αποκάλυψης του αιωνίου ως φθαρτού. Είναι η λαμπάδα που δίνει την υπόστασή της ως προσάναμα του αιώνιου. Η αφή της λαμπάδας αυτής είναι αυτή η πρωτοσυλλαμβανόμενη μαζί και πρωτοσυλλαμβάνουσα πρωτοπληροφορία,  την οποία με τόση αγωνία σε όλο του το έργο διερευνά.
 Έτσι θεωρούμενη ή αλήθεια δεν  προσεγγίζεται  μόνο με βάση  το τυχαίο, το επιμέρους και το παροδικό αλλά και με άξονα το ιεραρχημένο, την έννοια της ολότητας και το αιώνιο. Γι αυτό και η αλήθεια, στη βαθύτερη ουσία της, είναι οριακή και κατά συνέπεια τραγική, καταλήγει.
Και συνεχίζει. Η αλήθεια προσεγγίζεται με λογικό ειρμό μαζί και με διαισθητικό συνειρμό. Με άλλα λόγια αισθητικά, αντιληπτικά, λογικά αλλά και μυστικά. Μυστική συμμετοχή, ως προς την αλήθεια, είναι η αγωνιώδης προσπάθεια σύλληψης αυτού που είναι άρρητο, άφραστο και άληπτο, σαν ένα ιλιγγιώδες συμβαίνον, η βασική με άλλα λόγια κάτοψη του νοήματος του κόσμου. Είναι μια κίνηση της ψυχής σαν κίνηση περιαγωγής στην περιοχή μεταξύ αιώνιου και πεπερασμένου, ονείρου και πραγματικότητας, παιδικότητας και ενήλικης ζωής, νοείν[3] και λογίζεσθαι. Είναι ένας δρόμος που πραγματώνεται, ως συνύπαρξη ή καλύτερα ως πράξη μέσα στο ευρύτερο πλήρωμα και περιέχον μιας συνύπαρξης. Που πραγματώ-
νεται ως ηθική πλέον πράξη που έχει σαν καθοδηγητική αρχή το συνείναι και συνυπάρχειν με το βαθύτερο εαυτό μας, το συνάνθρωπό μας, αλλά και τον κόσμο.
Η συμπληρωματικότητα αυτής της πληρωματικότητας ως πληρωματικώς παροικείν περί το «ξυν- ον» ,  την  ολότητα δηλαδή του όντος , σαν την πεμπτουσία του είναι αποτελεί μια βασική οντολογική  αρχή στο έργο του Ν. Μακρή.
Τι εννοεί όμως από φιλοσοφική άποψη όταν λέγει συμπληρωματικό του πληρωματικού;
Ο φιλοσοφικός λόγος ως ορθολογικός ειρμός μαζί και διαισθητικός συνειρμός είναι ένας λόγος ανεπαρκής για να περικαλύψει όλη την αλήθεια, το κάλλος, την αγαθότητα. Αλλιώς δε θα ήταν φιλοσοφικός. Είναι ένας διαρκώς επανατοποθετού- μενος περί την αλήθεια λόγος, που καθιστά και τον άνθρωπο ένα αιωνίως φιλοσο- φούντα και ένα διαρκώς επαναπατριζόμενο άπατρη,  αν με τον όρο «πατρίδα» εννοούμε την αόρατη και όμως άμεσα και πλήρως κατανοητή περιοχή του πρωτο- νοείν και πρωτοσυλλαμβάνειν υπό το πνεύμα της πρώτης παιδικότητας. Η διαρκής αυτή επανατοποθέτηση, ως προς το είναι,  καθιστά τον άνθρωπο όχι μόνο φιλόσοφο αλλά και ποιητή, με μια φράση, ένα διαρκή νοσταλγό της αλήθειας  που άλλοτε ονομάζει αγήρω κάλλος, άλλοτε αγαθό, άλλοτε νόστο, άλλοτε  μείζονα σιωπή, άλλοτε σοφία ή αμεσότητα ή ακόμα εγγύτητα .
Ο φιλοσοφικός λόγος τείνει  διαρκώς προς όλα αυτά που ο Ρίλκε αποκαλεί με μια λέξη «το Ανοιχτό» περιγράφοντάς το, ως εξής στις ελεγείες του:

«… το καθαρό, το ανεπίληπτο που το αναπνέεις που το γνωρίζεις ότι είναι απέραντο χωρίς να το ποθείς. Παιδί σαν είσαι εισδύεις σιωπηλά σ’αυτό και συγκλονίζεται η ψυχή σου…»[4]

Ο ποιητής Τ.  Έλιοτ εξ άλλου το περιγράφει ως εξής στα τέσσερα κουαρτέτα του:

«… το σημείο το ακλόνητο σημείο… εκεί δεν ήτανε ο χορός και εκεί είναι μόνο ο χορός. Μπορώ να πω εκεί ήμασταν αλλά δεν μπορώ να πω πού. Και δεν μπορώ να πω για πόσο…»[5]

Για να κατανοήσουμε το φιλοσοφικό έργο του Ν. Μακρή θα πρέπει να εμβαθύνουμε πολύ στους παραπάνω αυτούς στίχους.
Υπάρχει όμως τέλος στο ταξίδι αυτό της αιώνιας φιλοσοφικής διαπορίας;  Και αν ναι ποιο είναι αυτό διερωτάται.
Ο στόχος, το τέλος αυτού του ταξιδιού καταλήγει, θα είναι και ο αρχικός σκοπός του. Και ο σταθερός αυτός σκοπός του είναι συνεχώς από την αρχή δίπλα μας, σαν τη διαρκή παρουσία μιας απουσίας και σαν τη γνώση μια άγνοιας. Σαν το πνεύμα ή δαιμόνιο μιας διαρκούς ένδειας και ανησυχίας που είναι ανάγκη να κρατά το συνειδητό  μας σε διαρκή εγρήγορση. Όταν λέμε «από την αρχή» εννοούμε από τότε που αρχίσαμε ( όσοι και αν ποτέ αρχίσαμε) να διερωτώμεθα περί του εαυτού μας, από τότε δηλαδή που περάσαμε (όσοι και αν ποτέ περάσαμε) σε μια δεύτερη γέννηση, πέραν της βιολογικής. 
Ο σταθερός αυτός σκοπός που «θα είναι πάντα εκεί» για μας, θα είναι αυτή η ακλόνητη σοφή άγνοια, σαν μια απόλυτη διαθεσιμότητα και ανοιχτότητα προς το εντελώς άλλο, το άληπτο, το άγνωστο κι όμως πιο σημαντικό από το ήδη γνωστό. Αυτή η μη επιδεχόμενη λόγου ανοιχτότητα ,ως καθαρότητα του πρωτοσυλλαμβάνειν, όπως λέει, θα είναι η μόνη σταθερή πυξίδα μας προς την αλήθεια, σαν την ολο- στρόγγυλη, ατάραχη αλλά και αισθαντική καρδία του παντός, μια καρδιά που κτυπά στο βάθος του είναι μας. Ενός «είναι» απροσδιόριστου, αόρατου,  άφραστου και αιώνιου αλλά για την ανθρώπινη ιδιότητα μαζί και ανάγκη μας  περισσότερο από κάθε τι άλλο κατανοητό και πιστευτό. Ενός «είναι» που ο Ν.Μ. αναζητά με όλο του το οντολογικό πείσμα.. Ενός  «είναι» του βάθους της ύπαρξης της δικής μας, του συνανθρώπου μας, αλλά και του σύμπαντος κόσμου. Ενός «είναι» που πεισματικά τρέφεται από μας μαζί και τρέφει  μια δική μας απρόβλεπτη, αναίτια και ακατανόητη για τα μέτρα και σταθμά αυτού του κόσμου, πέραν πάσης κοινότυπης και συμβατικής λογικής μεταφυσική αγωνία. Την αγωνία του διαρκώς νοσταλγείν, του αιωνίως φιλοσοφείν, του πληρωματικώς παρεπιδημείν, με μια φράση, την έσχατη καθημερινή λυτρωτική αγωνία και μέριμνα όχι προς τον θάνατο, ως οριστική και αμετάκλητη μετάβαση στο επέκεινα, αλλά για τον εν ζωή μυστικό θάνατο[6].
 Παίρνοντας διαρκώς την αγωνία αυτού του «άλλου», (του μυητικού) θανάτου  πάνω μας, οδηγούμε την αυτοσυνειδησία μας, σαν το «συν» του υπάρχειν και το «συν» του πάσχειν, σε μια θριαμβική δικαίωση αυτού του μοναδικού και ανεπανάληπτου που είμαστε μέσα σ’ αυτήν εδώ τη μοναδική και ανεπανάληπτη ζωή μας.


Ελένη Χωρεάνθη

 

 Δημοσιεύτηκε 06 Σεπτεμβρίου 2017, Διάστιχο

Το κάλλος, ο έρως, η φιλοσοφία

Ο Νίκος Μακρής ανήκει στους φιλοσόφους συγγραφείς που αντικείμενο μελέτης έχουν τον άνθρωπο, και συναφώς ασχολούνται με το είναι/υπάρχειν, το ζην, το ειδέναι, το ενεργείν, πάσχειν, το πράττειν, αλλά και το κάλλος, τον έρωτα, την ίδια τη ζωή, τον θάνατο, γενικώς και ειδικώς το φιλοσοφείν, η συνισταμένη του οποίου είναι ο άνθρωπος και η μοίρα του. Τους απασχολεί, δηλαδή, η φιλοσοφία της υπάρξεως: το τι, το πώς και το γιατί της υπάρξεως, ερωτήματα που θα απασχολούν αιωνίως τη φιλοσοφία.

Τι, τέλος πάντων, είναι αυτό το σκεπτόμενο όρθιο ον, ο άνθρωπος, πώς βρέθηκε πάνω στη γη, από πού ξεφύτρωσε και γιατί να είναι αυτό το ον ο μοναδικός ζωντανός οργανισμός που στάθηκε όρθιος και ο μοναδικός που απόκτησε φωνή, που σκέφτεται, που εξελίχτηκε στη μακρά διαδρομή του, ο μόνος που δημιούργησε πολιτισμό. Ποιος είναι ο προορισμός του.

Ο Νίκος Μακρής, φιλόλογος, με διδακτορικό φιλοσοφίας, πολυμαθέστατος και πολυγραφότατος συγγραφέας, ποιητής κυρίως, ίσαμε τώρα έχει εκδώσει σαράντα βιβλία, μυθιστορήματα και φιλολογικές/φιλοσοφικές, κυρίως, μελέτες, έχει μεταφράσει δεκαεφτά βιβλία, έχει δώδεκα συμμετοχές σε συλλογικά έργα και έχει επιμεληθεί έξι βιβλία για παιδιά, παράλληλα με πολλές δραστηριότητες στον χώρο της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης στην Ελλάδα και το εξωτερικό.

Υπηρέτησε μια 30ετία στη Μέση Εκπαίδευση και δίδαξε κυρίως φιλοσοφία και λογοτεχνία. Δίδαξε φιλοσοφία στο Δημοτικό Πανεπιστήμιο του Πειραιά, στη ΧΕΝ Αθηνών, στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων. Από το 2003 μέχρι το 2008 υπηρέτησε στο Ελληνικό Τμήμα του Τρίτου Ευρωπαϊκού Σχολείου Βρυξελών. Και συνεχίζει τις δραστηριότητές του πέραν της ενασχόλησής του με τη λογοτεχνία και τη συγγραφή. Από το 1999, ως συνταξιούχος του δημοσίου πλέον, είναι μόνιμος εισηγητής του Φιλοσοφικού Καφενείου.

Η ανίχνευση των σχέσεων έρωτα και φιλοσοφίας είναι μαγικά ζοφώδης, όπως είναι και αυτό καθεαυτό το φιλοσοφικό τοπίο. Και, ο αγώνας και η αγωνία του φιλόσοφου συγγραφέα είναι να μας αποκαλύψει το ζητούμενο αναλύοντας και συνθέτοντας τα φιλοσοφικά δεδομένα μέσα από έναν ευρύ φιλοσοφικό διάλογο με τον κοινό του.

Το ίσαμε τώρα εκδομένο, περισπούδαστο συγγραφικό του έργο, λογοτεχνικό και φιλοσοφικό, έχει σχολιαστεί και κριθεί από καταξιωμένους κριτικούς. Στο μελέτημα τούτο, εκτός από τις εκτενείς κριτικές των συγγραφέων/κριτικών που υπογράφουν δύο σημαντικά μελετήματα και το όνομά τους αναγράφεται στο εξώφυλλο, ενώ τα κείμενά τους αποτελούν το κύριο σώμα του βιβλίου, στο Επίμετρο υπάρχει επιλογή κριτικών κειμένων που υπογράφουν άλλοι δημιουργοί, όπως ο Χρήστος Μαλεβίτσης που σχολιάζει το βιβλίο Η καταγωγή των θρησκειών, ο Δημήτρης Μούκανος που κρίνει Τα μεταφυσικά θεμέλια της μυστικής, ο Παναγιώτης Βρεττάκος που ασχολείται με το Αμεσότητα και εξωτερικότητα και με το Ίμερος αθανασίας, η Ε. Χ. με το κείμενο «Το κάλλος, ο έρωτας, η φιλοσοφία», ο Ορέστης Αλεξάκης υπογράφει ένα εξαίρετο κείμενο για «Το άσπιλο του θανάτου» και πολλοί άλλοι σημαντικοί άνθρωποι των γραμμάτων. Επίσης «Επιλογή από κριτικές αναφορές»: Ε. Ν. Πλατής («Ο κρύφιος λόγος»), Δημήτρης Σταμέλος («Ο κρύφιος λόγος), Δημοσθένης Γεωργοβασίλης («Εισαγωγικό λεξικό πολιτικών όρων και φιλοσοφίας»), Γιάννης Πλαχούρης («Οι Έλληνες φιλόσοφοι της αρχαιότητας και η φιλοσοφία»), καθώς και επιλογή από «Σύντομα κριτικά» εφημερίδων και περιοδικών.

Αξίζει να δοθούν επιλεκτικά, χάριν συντομίας, ορισμένα χαρακτηριστικά σημεία από κριτικά κείμενα: Σε μια γενική αποτίμηση του έργου του Νίκου Μακρή «Θυσία», ο Ελευθέριος Γκίκας γράφει: «Είναι μια ποιητική διάπλαση των φιλοσοφικών σκέψεων και αναζητήσεων, των μεταφυσικών οραμάτων του φιλοσόφου ποιητή, εγχείρημα πρωτότυπο και αρκετά δύσκολο […]. Ο φιλοσοφημένος ποιητικός λόγος του δημιουργού […] πηγάζει από τα αποστάγματα βαθιάς και πλατιάς μελέτης της αρχαίας ελληνικής γλώσσας και της νεότερης φιλοσοφίας…»

Ο Λεωνίδας Κοβάτσης, κρίνοντας το «Τέλος της νοσταλγίας» του Νίκου Μακρή, εκτιμά ότι «… το τέλος κάθε νοσταλγίας, είναι και τέλος κάθε αναζήτησης […]. Το τέλος της νοσταλγίας τρέφει τη ζωή ως ο θάνατος των ψευδαισθήσεων […]. Η απόλυτη νοσταλγία είναι ο απόλυτος θάνατος που σημαίνει απόλυτη ζωή».

Ο καλός ποιητής Ορέστης Αλεξάκης, σχετικά με το «Άσπιλο του θανάτου», ανάμεσα σε πολλά άλλα ενδιαφέροντα, επισημαίνει: «Στην πραγματικότητα πρόκειται όχι για ένα δοκίμιο, αλλά για ένα μικρό συρμό αλλημοσυνδεόμενων δοκιμίων. Ένα συρμό που προσεγγίζει κυκλοτερώς το μυστήριο του θανάτου. […] Εξετάζει το φαινόμενο εκ των έξω ως κατέναντι ιστάμενο, ως ορώμενο δηλαδή από την πλευρά της ζωής, της μόνης περιοχής όπου μετά βεβαιότητος φύεται και αναπτύσσεται ο φιλοσοφικός στοχασμός…». Και από περιωπής και με πολύ τακτ κάνει μια ευχή σχετικά με τις δυσκολίες που παρουσιάζει η χρήση πολλών δύσληπτων φιλοσοφικών όρων και φράσεων στον γραπτό λόγο των φιλοσόφων συγγραφέων: «Ας μην χρησιμοποιούν μιαν αυστηρά ακαδημαϊκή και περίκλειστη γλώσσα. Χωρίς να προβαίνουν βέβαια σε νεολογικές παραχωρήσεις, ας προσπαθούν να γίνονται περισσότερο εύληπτοι, προσεγγίσιμοι, θα έλεγα περισσότερο ελκυστικοί […]».

Έχω ασχοληθεί με αρκετά έργα του φιλόσοφου συγγραφέα/ποιητή, κατά βάση, Νίκου Μακρή, μυθιστορήματα και φιλοσοφικά μελετήματα, και έχω νιώσει τον αγώνα και την αγωνία του να φέρει στα μέτρα του κατανοητού δύσκολα νοήματα απτόμενος και αναλύοντας δυσπρόσιτα στον κοινό νου φιλοσοφικά θέματα. Μπορώ να έχω μια κάπως σφαιρική γνώση, αντικειμενική θεώρηση και γνώμη για το πολύμορφο και πολύπλευρο έργο του. Με αφορμή το βιβλίο του με θέμα «Το κάλλος, ο έρωτας, η φιλοσοφία», φρονώ ότι ο Νίκος Μακρής σε όλα του τα έργα επιχειρεί να ανακαλύψει τη φιλοσοφική σταθερά κινήσεως του πνεύματος στη διαπολιτισμική του πορεία και ιδιαίτερα στην ελληνοευρωπαϊκή, με απώτερο σκοπό να οδηγήσει το αναγνωστικό του κοινό, μέσα από την προοπτική του μέλλοντος, στον χώρο της αιώνιας φιλοσοφίας (Philosophia perennis).

Ο φιλοσοφικός του ορίζοντας είναι ευρύς. Ο λόγος του τολμηρά περίπλοκος και εν πολλοίς πυκνός, βαρύς. Το ύφος του εξαιρετικά περίτεχνο. Η ανίχνευση των σχέσεων έρωτα και φιλοσοφίας είναι μαγικά ζοφώδης, όπως είναι και αυτό καθεαυτό το φιλοσοφικό τοπίο. Και, ο αγώνας και η αγωνία του φιλόσοφου συγγραφέα είναι να μας αποκαλύψει το ζητούμενο αναλύοντας και συνθέτοντας τα φιλοσοφικά δεδομένα μέσα από έναν ευρύ φιλοσοφικό διάλογο με τον κοινό του. Εξ ου και ακανθώδες, ενίοτε, το οδοιπορικό στα φιλοσοφικά μελετήματά του. Ωστόσο, η συχνή αναστροφή με τα κείμενά του δημιουργεί γέφυρες επικοινωνίας και οικείωσης με τη φιλοσοφική του σκέψη και συνειδητοποιείς ότι το κάλλος, η αγαθότητα, το αθάνατο πλήρωμα του θνητού όντος είναι η αρχή της ομορφιάς, η αρχή του έρωτα και της επιθυμίας. Ότι ο χρόνος του παρόντος και ο χρόνος ο αιώνιος συγχωνεύονται και διαλύονται στο ερωτικό γεγονός.

 

Λογοτεχνία και φιλοσοφία
Αναφορά στο έργο του Νίκου Μακρή
Λεωνίδας Χ. Κοβάτσης, Ελευθέριος Γκίκας
Δρόμων
144 σελ.
ISBN 978-960-694-290-7

 

  Η ΑΙΩΝΙΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ1

Αυτόν τον Αιώνιο Άνθρωπο, τον πεσσεύοντα παίδα ή Αιώνα του Ηράκλειτου αναζητά με την ίδια νοσταλγία ο Νίκος Μακρής στο βιβλίο του «Η Αιώνια Φιλοσοφία». Αλλά ο δρόμος της ανα-ζήτησής του, δεν φαίνεται να είναι ο περπατημένος δρόμος με βάση καθιερωμένα πρότυπα και μεγάλα φιλοσοφικά ρεύματα και συστήματα. «Η αιώνια φιλοσοφία», λέει, «είναι η εξόρυξη του αληθούς μέσα από το αιώνια φιλοσοφείν που χαρακτηρίζει τον άνθρωπο ως όν, μια εξόρυξη, που θα γίνει πέρα από τυπικότητες και ιδιαιτερότητες. Ο δρόμος αυτός του φιλοσοφείν δεν ορθώνει αρχές αλλά ερμηνεύει». Όλο το έργο χωρίζεται σε τρία μέρη:

Αναδύεσθαι,

Γιγνώσκειν,

Αιωνίως Επιγιγνώσκειν

Είναι, θα λέγαμε, η μεταφυσική η γνωσιολογική και η ηθική διάσταση-προσέγγιση της αιώνιας φιλοσοφίας αντίστοιχα. Το μοναδικό όμως, που υπάρχει στο έργο αυτό, είναι ότι και τα τρία αυτά μέρη ως κινήσεις του πνεύματος προς την αλήθεια δεν είναι απόλυτα στεγανά και χωριστά. Συνυπάρχουν και στις τρεις ενότητες, σε άλλοτε άλλη αναλογία. Έτσι η Μεταφυσική, η Γνωσιολογία και η Ηθική αποτελούν ένα μείγμα που εμφανί-ζεται σε κάθε ενότητα, αλλά που κάθε φορά έχει σύσταση δια-φορετική και τείνει προς ένα άλλο, πιο καθαρό μείγμα ή κράμα αυτό της Αιώνιας φιλοσοφίας.

Οι βασικοί προβληματισμοί, τα βασικά στοχαστικά και ερ-μηνευτικά σχήματα, που διέπουν τη σκέψη του συγγραφέα υ-πάρχουν σε όλο το έργο από την αρχή μέχρι το τέλος, οδηγώ-ντας μας στις βασικές αρχές τις αιώνιας φιλοσοφίας, που είναι κοινές και ανευρίσκονται πάντα οι ίδιες όποιον δρόμο και αν επιλέξουμε για να τις αναζητήσουμε.

Η ανθρώπινη συνείδηση καθώς άνω-θρώσκει από το έδα-φος, που τη στηρίζει και τη θρέφει (το ασυνείδητο) συναντά τον συνεχώς μεταβαλλόμενο κόσμο. Η συνάντηση αυτή συμβαίνει διαρκώς, αλλά παίρνει τη μορφή του «εξαίφνης», όταν ο άνθρω-πος αυτοσυλλαμβάνεται εν μέσω του κοσμικού γίγνεσθαι.

H συνάντηση του συνειδέναι με το κοσμικό γίγνεσθαι σε άλλο έργο του Ν.Μ, περιγράφεται σαν μια σύγκρουση της α-μεσότητας και εξωτερικότητας (εξ ου και ο τίτλος του έργου), σε άλλο πάλι σαν τη συμφωνική πάλη εγγύτητας και απόστασης.

Η αυτοσύλληψη-«πτόηση» της ύπαρξης, που έχει τον χαρα-κτήρα της εσωτερικής σύγκρουσης, γεννά το έγχρονο άγχος και αυτό με τη σειρά του, γεννά την κόρη του, την πλήξη που ρίχνει τον άνθρωπο βορά στα αντικείμενα της εξωτερικότητας.

Η πλήξη, αιχμαλωτίζει τον άνθρωπο στην εξωτερικότητα του, κόσμου των ψευδαισθήσεων και των ειδώλων, στον αυτόν τον κόσμο, όπου ο άγνωστος-άδηλος Εαυτός μας γέννημα της α-σχολίας, αποτελεί τον μεγαλύτερο εχθρό μας.

Όμως αυτός ο αιώνιος άνθρωπος μέσα μας θα μπορούσε να γίνει ο καλύτερος φίλος μας, αν έρθουμε μαζί του στη σωστή εγγύτητα-απόσταση που η μοναδικότητά μας υπαγορεύει. Μέ-σα από αυτή την εγκύτητα-απόσταση βιώνουμε την τραγικότη-τα της ενθαδικότητάς μας2.

Τραγικότης λέγει «είναι η σύγκρουση του υπαρξιακού πρω-τονοείν με την εξωτερικότητα», με άλλα λόγια της ελευθερίας με την αναγκαιότητα και η λύση, που ακολουθεί αυτή τη σύγ-κρουση είναι η έξοδος, η κάθαρση, η πορεία προς την ολοκλή-ρωση.

«Η σχέση μεταξύ είναι και φαίνεσθαι, αμεσότητας και εξω-τερικότητας, εγγύτητας-απόστασης, ταυτότητας-ετερότητας, αί-σθησης και αντίληψης δεν διασπάται» λέει ο Ν.Μ. «Το φαίνε-σθαι, ως οριζόμενο, είναι αδιανόητο, χωρίς το είναι που το ορί-ζει». Το αισθάνεσθαι είναι η άλλη όψη του αντιλαμβάνεσθαι, το αντικείμενο δεν νοείται χωρίς το υποκείμενο. Το τμητό, εκτατό, διαιρετό, χωρητό και έγχρονο είναι ή έκφραση του άτμητου, ά-χρονου, και αιώνιου. «Το πεπερασμένο είναι το απαστράπτειν του αιώνιου» γράφει χαρακτηριστικά. Και καταλήγει «Γνωρί-ζουμε αλλά δεν είμαστε σε θέση να περιγράψουμε τη γιγνώ-σκουσα αρχή μας».

Κατ’ αναλογία με το σκέπτεσθαι, το εκφράζεσθαι ως λέγειν και ως ρητό είναι σχετικό προς το άρρητο και το απόλυτο. Το λέγειν σχετικοποιεί το είναι, το φέρνει δηλαδή κοντά στα πράγ-ματα αλλά είναι αναυθεντικό στο να εκφράσει πλήρως το είναι. Το άχρονο, η αμεσότητα, η μείζων σιωπή, η απόλυτη εγγύτητα καθίσταται δια του λέγειν έγχρονο, εξωτερικότητα, απόσταση. Τα δυο αυτά ακραία σημεία, οριοθετούν το υπάρχειν. Όπως το άπειρο, είναι η πληρωματική αρχή του πεπερασμένου, έτσι και το σιωπάν, είναι το πλήρωμα του λέγειν. Ό,τι βγαίνει από τη σιωπή και ορίζεται, περιορίζεται. Όμως, όπως το πεπερασμένο δεν νοείται χωρίς το άπειρο, έτσι και το λέγειν, δεν νοείται χω-ρίς το σιωπάν.

Αυτή, η έννοια του «μεταξύ» οδηγεί στο συνδιαλέγεσθαι κι αυτό, με τη σειρά του, στο συναισθάνεσθαι και συναντιλαμβά-νεσθαι. Ο κάθε άνθρωπος, θεωρείται ως συνάνθρωπος γι αυτό και ο άνθρωπος είναι στην ουσία του μια επιθυμούμενη επιθυ-μία. Διότι, «το συν» του συνανθρώπου, οδηγεί στο συναισθά-νεσθαι και συναντιλαμβάνεσθαι και αυτό με τη σειρά του, οδη-γεί στο μακροκοσμικό «Συν», στο συμπαντικό «Συ», στο συν-είναι, (το ηρακλείτειο ξυν- ον ή το χαντεγκεριανό mit-sein), ως συν-ειδέναι και μάλιστα, ως αυτό-συνειδέναι.

Αλλά το αυτοσυνειδέναι είναι και το αυτοεπιθυμείν, όπου η έννοια «αυτό», ανάγεται στο ευρύτερο πλήρωμα άνθρωπος-κό-σμος, ή κοσμικός άνθρωπος, ο άνθρωπος, δηλαδή που περιέχει τον κόσμο μέσα του, μαζί και περιέχεται στον κόσμο, που δεν επιθυμεί απλά τον κόσμο, αλλά άνθρωπος και κόσμος. Ευρί-σκονται σε ένα κοινό πλέγμα σχέσεων και αλληλεπιδράσεων, σε ένα σ(ξ)υνεχές, σε ένα πλήρωμα ενός Plexus, το κεκαθαρ-μένο από το πνεύμα της παιδικότητας plexus, της επιθυμoύμε-νης επιθυμίας.

Υπό την έννοια αυτή, καθοριστικό ρόλο δεν παίζει ο άνθρω-πος ούτε ο κόσμος, αλλά η σχέση του ανθρώπου με τον κόσμο. Άνθρωπος και κόσμος, αλληλοαναγνωρίζονται διαρκώς, μέσα στο δίχτυ ή στο πεδίο μιας καθολικής πραγματικότητας, που θα μπορούσε να ονομασθεί «επιθυμούμενη επιθυμία», όπου κάτι επιθυμεί αυτό το οποίο μέλλεται να πληρώσει και επιθυμείται από αυτό που μέλλεται να γίνει το συμπλήρωμά του προς ένα νέο πλήρωμα.

Στην έννοια αυτή, της επιθυμούμενης επιθυμίας, ενυπάρχει η διάρκεια, που την καθιστά μια επιθυμία αιώνια, μακροκο-σμική και όχι μια επιθυμούσα επιθυμία, μια επιθυμία παροδι-κή, μικροκοσμική. Με απλά λόγια: Η επιθυμούμενη επιθυμία ευρίσκεται πάνω και πέρα από την σκέτη επιθυμία αντικειμέ-νου, ως επιθυμία ειδώλου, από την ψευδοεπιθυμία.

Η συμφωνική πάλη μεταξύ αμεσότητας και εξωτερικότητας, μεταξύ είναι και φαίνεσθαι, και μεταξύ εγγύτητας-απόστασης οδηγεί στη «γνώση του μεταξύ», στο «αναγιγνώσκειν», δηλαδή στη γνώση που αναγνωρίζει στο πεπερασμένο ορατούς χαρα-κτήρες του απείρου. Ο άνθρωπος, συλλαμβάνει αναφορικά με το ασύλληπτο. Η αμεσότητα που προσπαθεί ο άνθρωπος διαρ-κώς να συλλάβει, είναι η συνέχουσα εκτατότητα.

Η συνέχουσα αυτή εκτατότητα, είναι και μέσα και έξω από τον άνθρωπο. Διαπερνά και την φύση και την ψυχή. Είναι μια άπειρη, άχρονη, άχωρη και ακατηγόρητη ουσία μαζί και αρχή, μια αρχή του υπάρχειν, που ο άνθρωπος προσπαθεί να ιεραρ-χήσει, να εγχρονίσει και να χωρέσει στην εδώ ζωή, στο μέτρο που μπορεί.

Αυτός ο κόσμος του «αεί παρόντος, αλλά λογικά μη περι-γράψιμου», καθιστά τον άνθρωπο νοσταλγό και ιδαλγό της α-λήθειας.

Η ύπαρξη αυτοσυλλαμβάνεται υπό την αμετάκλητη αφετη-ρία του Όλου, του «Πρώτου Εαυτού»,3 το οποίο Όλο και Απόλυ-το, αν και αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για τη γνώση, ού-τε γνωρίζει ούτε γνωρίζεται. Υπό την έννοια αυτή, το απόλυτο ευρίσκεται έξω από την ύπαρξη. Επεκτείνοντας λίγο αυτή τη σκέψη, θα λέγαμε ότι η ύπαρξη έχει πρόγευση του Είναι, αλλά ποτέ πλήρη γεύση.

Κοινωνούμε της αιωνιότητας εν τη προγεύσει της αιωνιότη-τας, εν τω παροικείν και παρεπιδημείν περί την αιωνιότητα και εκεί, σε αυτό το παροικείν, συναισθανόμεθα και συναντιλαμ-βανόμεθα εν τη αληθή κοινωνία με το αδιάγνωστο, το ασύλλη-πτο, το ανυποψίαστο, το «εντελώς άλλο».

Αυτό ακριβώς είναι και η επιθυμούμενη επιθυμία. Είναι η ε-πιθυμία του οριακώς και αδιαλείπτως συλλαμβάνειν και ουδέ-ποτε καλύπτειν την ουσία της τελειότητας. Είναι η θεμελιώδης ανθρώπινη κατάσταση-υπόσταση, του «εν τω καλύπτειν απο-καλύπειν την αλήθεια» και αντίστροφα. Εδώ θυμίζουμε και αυ-τό που είπε ο Χάιντεγγερ ότι ο άνθρωπος ως ύπαρξη είναι μια «αποκεκαλυμμένη κρυπτότης».

«Είναι μια αποκεκαλυμμένη κρυ-πτότης που αυτοσυλαμβάνεται εν σιωπή», θα λέγαμε αν θέλα-με να προεκτείνουμε αυτή τη σκέψη μέσα στο έργο του Νίκου.

Αυτό το «συνειδέναι εν σιωπή», δεν είναι παρά η επίγνωση και μάλιστα η διαρκής επίγνωση. Αν το αναγιγνώσκειν, είναι το αναγνωρίζειν το αντικείμενο και το υποκείμενο, σαν μέρη ε-νός πληρώματος ή μιας συνεχόμενης εκτατότητας, αν το αναγι-γνώσκειν είναι το αναγνωρίζειν το τμητό, εκτατό και διαιρετό αναφορικά με το άτμητο, αχώρητο, και αδιαίρετο, το επιγι-γνώσκειν είναι το γιγνώσκειν υπό το φως της διαρκούς άγνοιας και ανοιχτότητας.

Δεν νοείται επίγνωση χωρίς διάρκεια. Άρα επιγιγνώσκειν εί-ναι το διαρκώς γρηγορείν, δηλαδή μια διαρκής ανοιχτότητα προς την σιωπή, εκεί ,που ευρίσκεται αυτό που είναι ήδη γνωστό και όμως ακόμα άγνωστο σε αυτό το «αδιάλειπτο μήνυμα που η σιωπή αρθρώνει», όπως μας λέγει ο Ρίλκε στις ελεγείες του Ντουίνο4.

Αυτό που αποτελεί το πρωτοσυλλαμβάνειν, σαν την πρώτη αναλαμπή μέσα στην κοσμική νύχτα είναι το αιωνίως επιγι-γνώσκειν. Είναι ακριβώς η γνώση, ότι αυτό που αγνοείς κυοφο-ρείται μέσα σου σαν μια δυνάμει αλήθεια. Το ξαναλέμε ερμη-νεύοντας το λόγο του συγγραφέα:

Η ανάγνωση, είναι η γνώση του αντικειμένου αναφορικά με το υποκείμενο. Η επίγνωση, είναι η διαρκής γνώση της άγνοιας της αλήθειας που είναι στην ουσία γνώση αρετής και γνώση α-γαθού, σαν μια διαρκής επανατοποθέτηση του ανθρώπου ως προς της αλήθεια. Είναι η γνώση, ό,τι αποτελούμε συμπληρώ-ματα, ενός άλλου ευρύτερου πληρώματος, το οποίο φέρουμε μέ-σα μας ως αρχέγονη μνήμη. Η διαρκής αυτή αναζήτηση της α-λήθειας, μαζί και η συναίσθηση της μικρότητας του πεπερα-σμένου που είμαστε έναντι του μεγαλείου, του απέραντου στο οποίο μεταβαίνουμε, καθιστά τον άνθρωπο ον ηθικό, αλλά και

 

τραγικό. Η επίγνωση της αλήθειας είναι μια τραγική και πικρή γνώση που μεγαλύνει τον άνθρωπο.5

Οι μικροκοσμικές επιθυμίες μας, που είναι επιθυμούσες ε-πιθυμίες, αντικειμενοποιούν και ειδωλοποιούν τον κόσμο, τον κάνουν ένα κόσμο ψευδαισθήσεων. Όμως το μικροκοσμικό εγώ μας περιέχεται στο σύστημα του μακροκοσμικού Νου, δηλαδή της Σοφίας, εκεί όπου περιέχον και περιεχόμενο, εγγύτητα και απόσταση επιθυμείν και επιθυμείσθαι ταυτότητα και ετερότη-τα είναι ένα και το αυτό. Εκεί όπου το άπειρα μικρό είναι άπει-ρα μεγάλο και αντίστροφα. Αυτού του κόσμου είμαστε παροι-κούντες και παρεπιδημούντες και σ’ αυτό τον κόσμο έχουμε διαρκή νοσταλγία επιστροφής.

Αυτού του κόσμου κοινωνούμε και μετέχουμε στις στιγμές «της πτόησης, του εξαίφνης, ή του εκσπάν». Είναι στιγμές ά-κρας θρησκευτικότητας, όπου έχουμε πρωτοσύλληψη και πρό-γευση αιωνιότητας. Είναι στιγμές έμπνευσης, ενόρασης, έκστα-σης, συναντιλληπτικής ενσυναίσθησης, ιερής μανίας, ήπιας μέ-θης, στιγμές που το όνειρο αγγίζει με τις φτερούγες του την πραγματικότητα.

Είναι οι ελάχιστες στιγμές «που σηκώνουν τη ζωή απάνω από τη ζωή»6 που όμως γύρω σ’ αυτές περιάγεται όλη η ενθαδι-κή ζωή μας. Είναι στιγμές αυτογνωσίας μαζί και αυτοϋπέρβα-σης, που αγγίζουν την υπέρτατη ομορφιά και τη μεταμορφώ-νουν σε αρετή. Είναι τέλος στιγμές που κυβερνούν, κατά τρόπο κεραύνιο, «το ξυνεχές» μέσα στο οποίο ζούμε και κινούμεθα και υπάρχουμε, που άγουν «το συν- ον» στον περιούσιο πυρήνα της βαθύτερης υπόστασής μας που δεν είναι άλλος από το «αιωνί-ως φιλοσοφείν».

Λεωνίδας Κοβάτσης

1. Ηρακλ: «Aιών παίς εστί παίζων, πεσσεύων. Παιδός η βασιληίη».

2. Βλ και το βιβλίο του ιδίου «Εγγύτητα και Απόσταση»

3. Μια έκφραση του Σικελιανού από τον «Ύμνο του μεγάλου Νόστου». ΝΙΚΟΣ ΜΑΚΡΗΣ 446 

Ιστορία και Πολιτισμός, Δρόμων, 2018, σελ. 439-445.

 

 

 

 

 

 

 




[1] Ομιλία που εκφωνήθηκε στο Κτήριο Κωστή Παλαμά, Ακαδημίας 48, στις 26 Μαρτίου 2008 κατά την τελετή απονομής  στον Νίκο Μακρή του βραβείου δοκιμίου απ’ το ελληνικό P. E. N. CLUB.
[2] Πρβλ.  Ηράκλειτος Απόσπ.  62  « Αθάνατοι θνητοί, θνητοί αθάνατοι, ζώντες των εκείνων θάνατον τον δε εκείνων βίον τεθνεώτες».
[3] Το νοείν εδώ θα το εννοήσουμε ως το «συν» του λογίζεσθαι, το μυστικώς ή και ονειρικώς λογίζεσθαι.
[4] Ρ.Μ Ρίλκε «Ελεγείες του Ντουίνο»- VIII (18- 21)
[5] T.S Eliot «Τέσσερα Κουαρτέτα» -Burnt Norton (II)
[6] Πρβλ Σοφοκλέους «Ηλέκτρα» απ. Γ. Χειμωνά στ. 768: «…Λύπη παράξενη. Να σώζω τη ζωή μου πενθώντας…». Εδώ μιλάμε όχι για το πεισιθάνατο αλλά για το βιοκαταφατικό πένθος. Το πένθος αυτό, το οντολογικό , που αρνείται το θάνατο με πείσμα σχεδόν Δον- Κιχωτικό. 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου