βιβλία του νίκου μακρή

βιβλία του νίκου μακρή
The School of Athens-Raphael (Apostolic Palace, Vatican City)

Πέμπτη 16 Φεβρουαρίου 2017


ΕΛ. ΓΚΙΚΑ-ΛΕΩΝ. ΚΟΒΑΤΣΗ:
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΚΑΙ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ
(αναφορά στο έργο του Νίκου Μακρή)
εκδ. ΔΡΟΜΩΝ, 2017, 135 σελ. ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ

Προλογικό

Με ιδιαίτερη ικανοποίηση παραδίδουμε στο κοινό κείμενα τα οποία αναφέρονται στο φιλοσοφικό κι στο λογοτεχνικό έργο του συνεργάτη μας κ. Νίκου Μακρή. Τα δημοσιευόμενα κείμενα δεν προκλήθηκαν αλλά αναδύθηκαν αυθόρμητα από μελετητές του έργου του και αναφέρονται σε μια προσπάθεια δεκαετιών  η οποία συνεχίζεται με το ίδιο πάθος κι με την ίδια αγάπη η οποία εκφράζεται μακριά από κάθε αγοραίο θόρυβο. Διακριτικά και επίμονα ταυτόχρονα ο κ. Μακρής προκάλεσε χωρίς να το επιζητήσει δημιουργικά σχόλια και στοχασμούς που προέκυπταν απ’  τη σπουδή των βιβλίων του.
Επειδή τα περισσότερα σχετικά κείμενα δημοσιεύθηκαν σε περιοδικά, πολλά απ’ τα οποία δεν κυκλοφορούν πια, οι εκδόσεις μας έκριναν ορθό να επιλέξουν ορισμένα και να τα παραθέσουν, μετά τις μελέτες των κ. Λ. Γκίκα και Λ. Κοβάτση οι εργασίες των οποίων προτάσσονται, προς ενημέρωση όσων είναι ευαίσθητοι σε παρόμοιους προβληματισμούς.
Ευχαριστούμε θερμά τους συντάκτες των κριτικών αυτών κειμένων ενώ παράλληλα η σκέψη μας στρέφεται κι σε όσους από αυτούς δεν υπάρχουν πια στη ζωή. Ας αναπαύονται μακάρια.

Ζώης Μπενάρδος,
                                 των εκδόσεων Δρόμων



















Λευτέρης Γκίκας:
Θυσία ή Προμηθέας και Ατλαντίδα
Ερμηνευτική προσέγγιση και αξιολόγηση.


Εισαγωγικό σημείωμα
        Επιχειρώντας μια αναλυτική προσέγγιση του ποιητικού έργου του φιλοσόφου ποιητή και δασκάλου μας Νίκου Μακρή, το οποίο τιτλοφορείται Θυσία με υπότιτλο Προμηθέας και Ατλαντίδα[1], τραγωδία, πρέπει ευθύς αμέσως να πω ότι από την πρώτη ανάγνωση συνειδητοποίησα τη δυσκολία του εγχειρήματος και ότι θα απαιτούσε Δήλιο κολυμβητή για να πραγματοποιήσει  την προσέγγιση  σε αυτό το έργο υψηλής πνευματικής στάθμης. Συνεπώς, ό ,τι γραπτώς παραθέτω δεν είναι παρά έκφραση ενός αυθόρμητου συναισθηματισμού και ενός πνευματικού ξαφνιάσματος.
        Αν όμως η προσπάθεια προσέγγισης του βαθύτερου νοήματος του πονήματος αυτού δεν θα είναι ικανοποιητική, ας θεωρηθεί ειλικρινής η πρόθεσή μου να αποδοθεί τιμή, αναγνώριση και επιβράβευση στο δάσκαλό μας, όχι μόνο για αυτό το έργο, αλλά και για ολόκληρο το φιλοσοφικό του έργο μέχρι σήμερα, ως προς την έκταση και την ποιότητα. Και από το άλλο μέρος, ας  είναι μια πρόκληση για τη μελέτη αυτού του έργου και των άλλων υψηλής έμπνευσης έργων του. Σε αυτό το ποιητικό πόνημα, θα έλεγα προεξαγγελτικά, κρύβεται ο έσω πλούτος του δασκάλου, η δυναμική των υψηλών συλλήψεων. Αποτυπώνονται οι βαθιές φιλοσοφικές ιδέες και το ακένωτο βάθος της πνευματικής έμπνευσης και έκστασης. Άλλωστε, ό,τι ωραίο, ουσιώδες και υψηλό κρύπτεσθαι φιλεῖ. Εδώ, ιχνηλατείται ένας ανηφορικός ψυχικός και πνευματικός αγώνας που όσο περισσότερο εντείνεται, τόσο περισσότερο αφήνονται βαθιές οραματικές συλλήψεις. Ο φιλόσοφος ποιητής φιλιώνει τη φιλοσοφία με την ποίηση.
        Στη σύλληψη αυτής της μέθεξης φιλοσοφίας και ποίησης συνοδοιπορεί  με τον Αριστοφάνη ο οποίος στου Βατράχους λέει πως ό,τι είναι ο δάσκαλος για τα παιδιά, είναι και οι ποιητές για τους ηλικιωμένους τους οποίους καθιστούν τέλειους πολίτες βελτίους ποιεῖν τούς πολίτας ἐν ταῖς πόλεσιν. Αλλά  και με τον Πλούταρχο ο οποίος στο Περί παίδων Αγωγῆς λέει ότι η καθαρή φιλοσοφία  είναι πράγμα δυσβάσταχτο και όπως το καθαρό κρασί, τον κρατον οἶνον, πρέπει να τον νερώσουμε, έτσι και τη φιλοσοφία με την ποίηση. Ακόμη  και με το Στράβωνα που θεωρεί την ποίηση φιλοσοφίαν  τινά πρώτην.
        Οι φιλοσοφικές ιδέες εκφρασμένες ποιητικά και μάλιστα με μια ποίηση υπερρεαλιστική, δημιουργούν μια νέα άποψη για τη φιλοσοφία, τη υπερρεαλιστική φιλοσοφία που σημαίνει ότι ο αναγνώστης- μελετητής μπορεί να ερμηνεύσει τα γραφόμενα από την πλευρά που ικανοποιούν τις πνευματικές του ανάγκες, να απορροφήσει πνευματικούς χυμούς και ζώπυρα, αναλόγως με τη μόρφωσή του και τη λαχτάρα του να βγει στο ξέφωτο, ξεπερνώντας τα σκοτεινά καλντερίμια της ύπαρξής του.
        Δεν υπερβάλλω, αν πω ότι από την πρώτη επαφή με το πόνημα αυτό δεν γοητεύτηκα απλώς, αλλά συγκλονίστηκα από το βάθος και το πλάτος των διανοημάτων και το ύψος της ποιητικής σύλληψης. Πραγματικά, θαμπώνεται κανείς από τους πνευματικούς ιριδισμούς, τα ατόφια και ογκώδη διανοήματα τα οποία διαλανθάνουν μέσα στους απαλούς και κρυστάλλινους στίχους, τη θαυμαστή λυρικότητα και δίνουν μια αίσθηση απείρου κάλλους.
        Το έργο αυτό είναι υψηλής κλασικής υφής και ως εκ τούτου έχει όλα τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα, εξωτερικά και εσωτερικά, της τραγωδίας, όπως ο μύθος, τα πρόσωπα, η λέξη, τα πάθη, η  δράση, η λύση και η κάθαρση. Και πρώτα- πρώτα ο τραγικός μύθος αποτελεί το κύριο συστατικό στοιχείο αυτής της τραγωδίας. Πάνω σε αυτόν πλέκεται η τραγική δράση που έχει καθολικό και συμβολικό χαρακτήρα. Πίσω από τις ατομικές περιπέτειες του ήρωα Προμηθέα στέκει κάθε άνθρωπος και πάνω από την ιδέα για την οποία αγωνίζεται στέκει μια πανανθρώπινη ιδέα, η ιδέα της θυσίας.
         Στο πρόσωπο αυτού του ημίθεου ενσαρκώνεται η αδήριτη αναγκαιότητα, το τραγικό στοιχείο το οποίο είναι διάχυτο σε ολόκληρο το  έργο.  Ως κορυφαίος της τραγωδίας, ο ήρωας αυτός, ταυτίζεται με τη γνώση και συμβολίζει τον αγώνα του ανθρώπου να κατακτήσει το άγνωστο και να προσεγγίσει την πραγματική αλήθεια των πραγμάτων του κόσμου. Είναι ένας διαιώνιος ταξιδευτής που ξεκινάει  από τα βάθη των αιώνων, περνάει από τη μυθική εποχή, ανεβαίνει στον Όλυμπο, βυθίζεται στην αρχαιότητα και καταλήγει στο Μεσαίωνα, γιατί όχι και στη σύγχρονη εποχή.
        Η Ίσιδα, η Περσεφόνη, η Ευρυδίκη, ο Ορφέας, η Βεατίμα είναι δευτερεύοντα μυθικά πρόσωπα, ενώ ο ακόλουθος, ο Θεωρός, ο Έγελος, ο Όσιος, πρόσωπα της καθημερινότητας, τα οποία εκφράζουν τους προβληματισμούς, τις ιδέες και την αγωνία για όσα ακούνε και βλέπουνε να αντιμάχονται    τα πιστεύω και τις προσδοκίες του αρχηγέτη Προμηθέα. Είμαστε αιρετικοί μπροστά στη δύναμή σου Προμηθέα.
Η Ατλαντίδα είναι η ανύπαρκτη νήσος που συμβολίζει τον άχραντο τόπο της ψυχής του αν- θρώπου, το παντοτινό του εγώ, την κατάδυση στο βαθύτερο είναι του. Σε ό,τι δε αφορά στο παράθεμα Προμηθέας-Ατλαντίδα-Τραγωδία, θαρρεί κανείς πως και οι τρεις αυτές έννοιες υποστυλώνουν, υποβαστάζουν τη μεγαλόπνοη έννοια της θυσίας η οποία αποτελεί το επίκεντρο της όλης ανάπτυξης. Όλες οι έννοιες περιστρέφονται γύρω από αυτήν. Όλα τα πρόσωπα τα μυθικά όσο και αυτά της καθημερινότητας είναι πρόσωπα τα οποία δρουν και πάσχουν χωρίς, βεβαίως, να αποσπώνται από το μυθικό τους περιβάλλον. Αυτό είναι και το καταπληκτικό επίτευγμα της τραγωδίας: Απογυμνώνει το μύθο από την επική πραγματικότητα και τον παρουσιάζει στην πραγματικότητα της ζωής.
Τέλος, θέλω  να υπογραμμίσω ότι μερικές από τις παραπάνω αναφορές θα έπρεπε να καταγραφούν στη γενική εκτίμηση του έργου. Πρόθεσή μου, όμως,  είναι να λειτουργήσουν ως προεξαγγελτική παράθεση για όσα στη συνέχεια θα αναφερθούν, προκειμένου να δημιουργηθεί ένα κλίμα προδιάθεσης. Όσα δε θεωρώ ότι επιδιώκει να εκφράσει ο δημιουργός με αυτό το έργο, αυτά καταγράφονται με επιφύλαξη, με ένα  ί σ ω ς  να επιδιώκει… Και, ακόμη, ότι η αναλυτική προσέγγιση τέτοιων βαθυστόχαστων έργων ενέχει έντονο το υποκειμενικό στοιχείο και συνεπώς είναι δυνατές διάφορες αναγνώσεις σε ό,τι αφορά στο σκοπό και στις ιδέες τις οποίες θέλει να εκθέσει ο ποιητής.
   

Αναλυτική προσέγγιση
Στο προοίμιο του ποιητικού αυτού έργου δίνεται το στίγμα του βαθύτερου νοήματος το οποίο θέλει να εκθέσει ο φιλόσοφος ποιητής και που είναι η αναζήτηση της γνώσης, η οποία οδηγεί στη λήψη μεγάλων αποφάσεων από τον χοϊκό άνθρωπο, όπως στην προκειμένη περίπτωση στην απόφαση για θυσία.
        Ο χοϊκός άνθρωπος, ο αναζητητής της γνώσης και γενικότερα του νοήματος της ύπαρξής του, ζώντας μέσα στο φυσικό περιβάλλον εκφράζει το θαυμασμό του για το άπειρο κάλλος που επικρατεί σε αυτό, αλλά και τη βαθιά λύπη του για ό,τι αρνητικό συντελείται εντός αυτού, τόσο στο ζωικό χερσαίο, όσο και στον ενάλιο κόσμο και κατ’ επέκταση στις ανθρώπινες κοινωνίες. Διαπιστώνει ότι στον κόσμο αυτόν κυριαρχεί ο δόλος, η απάτη, το ψέμα, το δίκαιο της πυγμής που παρεμποδίζουν την πνευματική ανάπτυξη και πρόοδο, την ηθική καταξίωση και την ειρηνική συμβίωση των ανθρώπων.
        Ο ανελέητος όμως σπαραγμός των αδύναμων από τους ισχυρούς και τους βάρβαρους που θέλουν να κρατήσουν τον άνθρωπο σε βαθύ πνευματικό σκοτάδι στερώντας του την πνευματική ελευθερία, δεν θα τον αφήσουν αδιάφορο, αδρανή, δεν θα τον απογοητεύσουν, αλλά θα προσπαθήσει να διερευνήσει πρώτα τα έγκατα του Εγώ του, που πλήττει και επικαλείται το Μηδέν του. Και ελευθερωμένος από τα βάρη της κοσμικότητας θα δρασκελίσει με ορμή τις κορυφές του πνεύματος που υψώνονται σαν τα Ιμαλάια. Θα τρέξει εμπρός, για να συντρίψει το μηδέν των απαρχών  και με τα δημιουργήματά του θα καταξιώσει την ύπαρξή του, αλλά και θα δώσει νέα πνοή ζωής στον κόσμο:
Ω, εγώ της εσωτερικότητας που πλήττεις,
άγχος βαρύ, αβάσταχτο και άγος της ψυχής μου,
άφραστο εγώ που επικαλείσαι το μηδέν σου,
θα τρέξω εμπρός, θα αρπάξω ό,τι βρω μπροστά μου,
 για να συντρίψω το μηδέν των απαρχών.
Θα γίνω ο δημιουργός, ανθρώπων οδηγός
εχθρός του μηδενός – αιωνιότητας,
ο νέος Κρόνος ,ο μεγάλος, ο τρανός.
Με τα δημιουργήματά μου,
θα καταξιωθεί η ύπαρξή μου,
τα έργα μου, οι τέχνες μου, οι γνώσεις μου,
δίνουν ζωή στον κόσμο
κάνουν το ζην φίλιο θησαυρό
και τη ζωή αγαπημένη[2].
        Με το παραπάνω απόσπασμα του προοιμίου γίνεται μια προτύπωση της παρουσίας του Προμηθέα και σκιαγραφείται κατά έναν τρόπο ο ψυχισμός του μεγάλου αυτού ταγού ο οποίος με τον εσωτερικό φωτισμό, το πάθος για αλλαγή, θα προσπαθήσει να ελευθερώσει τον άνθρωπο από τα ιδεολογικά δεσμά, την τυφλή υποταγή στη βία και το δεσποτισμό. Είναι η ρωμαλέα, η δυναμική ύπαρξη η οποία θα θυσιαστεί για την λίαν φιλότητα των ανθρώπων. Είναι η απόρθητη ορμή του πνεύματος, ο επαναστάτης ο οποίος αρνήθηκε θεούς και δαίμονες, για να ορθώσει την ανθρώπινη σοφία, για να εξαφανίσει το δόλο και την πανουργία που κυριαρχούν στις κοινωνίες των ανθρώπων.
        Αλλά δεν κινδυνεύω να διαψευστώ, αν πω ότι πίσω από το τιτανικό πρόσωπο του ήρωα Προμηθέα κρύβεται ο ίδιος ο δημιουργός του έργου. Ότι αντιφεγγίζουν τα θέλω και οι προσδοκίες του για τη συγκρότηση μιας κοινωνίας όπου θα βασιλεύει η ειρήνη, η δικαιοσύνη και ο ανθρωπισμός. Ο ποιητής χρησιμοποιεί το ειδυλλιακό φυσικό περιβάλλον  ως εφαλτήριο, για να εκφράσει τις φιλοσοφικές σκέψεις, τους  προβληματισμούς  και τις  μεταφυσικές του αγωνίες.
           Στο κύριο μέρος εμφανίζεται η συμπαντική μορφή του Προμηθέα, ο οποίος δηλώνει ποιος είναι, από πού κατάγεται και ποιές είναι οι προθέσεις του. Κατάγεται από τη γενιά των θεών. Είναι και αυτός χοϊκός, χθόνιος, όπως όλοι οι θεοί και ο άνθρωποι, είναι μια παγκόσμια συνειδητότητα.
        Είναι πᾶν τό γεγονός καί ὂν καί ἐσόμενον και πρόθεσή του είναι να συγκρουστεί με τους θεούς και μάλιστα με το θεό των θεών, το Δία, αλλά και με το άδικο, το δόλιο, και το ψεύδος που κυριαρχούν στη φύση και στην κοινωνία των ανθρώπων. Ήδη από τους πρώτους στίχους διαφαίνεται η επαναστατική του ορμή.
        Οι τρεις αιθέριες μορφές που εμφανίζονται στη συνέχεια, η Ίσιδα, η Ευρυδίκη και η Περσεφόνη, ο Ακόλουθος και ο Θεωρός,  λειτουργούν έτσι ώστε να εκδηλωθεί ο ψυχικός κόσμος του ήρωα, οι ψυχικές του μεταπτώσεις και προοικονομούν την τελική πτώση, την εκούσια θυσία του.
        Τα λόγια της Ίσιδας η οποία γνωρίζει τα μυστικά της ζήσης και είναι το ένδον φως μιας κορυφαίας μυσταγωγίας, γαληνεύουν τον ήρωα, εφόσον μεταποιούνται σε σκιρτήματα μιας άλλης γνώσης. Ενώ τα λεγόμενα από την Ευρυδίκη πως η αιδώς και η δίκη που ονειρεύτηκε μαζί με τη φωτιά θα γίνουν γόρδια δεσμά του, τον βυθίζουν στο χάος, στο γκρεμό του ιλίγγου, και σιωπηλός σωριάζεται στο ανάκλιντρό του, παραμένοντας εκεί δειλός και άβουλος, εκείνος ο αρχιγενάρχης των θεσμών και των ηρώων που σκόρπισε στους έρημους θνητούς φως και πολιτισμό.
Κι ο Προμηθέας, ο ταγός, ο ένδοξος, ο θείος
σωριάστηκε στο ανάκλιντρό του σιωπηλά, με βλέμμα πελιδνό………….
προσπάθησε να ενωτιστεί της Ίσιδας τους λόγους,
…θεσπέσια σκιρτήματα μιας άλλης γνώσης ……..
η αιδώς και η δίκη που ονειρεύτηκες
μαζί με τη φωτιά
θα γίνουν γόρδια δεσμά σου,
δεσμά ανθρώπινης δουλείας κρατερά[3].
Με τους στίχους αυτούς δίνεται η ανθρώπινη πλευρά του μεγάλου τιτάνα, γιατί μόνο με αυτή τη διάσταση είναι δυνατόν να προσεγγίσει τους ανθρώπους και να γίνει κατανοητή η όλη συμπεριφορά του, το βαθύτερο νόημα  της θυσίας του.
        Στη συνέχεια τα λόγια της Περσεφόνης η οποία τον αποκαλεί πατέρα της προόδου και του πολιτισμού, τον συνεφέρνουν από  το λήθαργο στον οποίο έχει περιπέσει και αρχίζει να ανασηκώνεται και να αποκτά βαθύτερη συνείδηση της πραγματικότητας. Ένας Τιτάνας της γης με τη μεγάλη δύναμη και το συμπαντικό παλμό, αυτός που δονείται από έναν εσωτερικό φωτισμό, δεν είναι δυνατό να συμβιβαστεί με τα ψελλίσματα των ουτοπικών και περιθωριακών της ιστορίας.
        Απόηχοι αρχαίων ημερών σείουν τα σωθικά του και αναλαμβάνει σωματικά, ψυχικά και πνευματικά. Η συνείδησή του απεγκλωβίζεται από τις υποβολές του αισθητού και ο νους του αρχίζει να αναρριχάται σε δυσθεώρητα ύψη, όπου σβήνουν και οι ελλάμψεις των αιώνιων ποιητών.
        Αυτή η σωματική ενδυνάμωση και ψυχική πληρότητα συμβολίζεται με μια ανεμόσκαλα η οποία λικνίζει τα σώματα, τις αισθήσεις και το νου του Προμηθέα, αλλά και των τριών μορφών με τη γυμνή ωραιότητα της Ίσιδας, της Ευρυδίκης και της Περσεφόνης που σιγανεβαίνουν στον Όλυμπο.
        Το ανέμισμα της ανεμόσκαλας ήταν για αυτόν γκρεμός. Αισθάνεται τώρα ολομόναχος και σύγκρυος ιδρώτας τον περιέλουσε. Κάτι όμως  δυσδιάκριτο διαστέλλει ειρηνικά τις αισθήσεις του.
Είδε και κάτι δυσδιάκριτο
κι απ’  το οξυμένο  βλέμμα,
δυνάμωσε το πάθος των ματιών,
τα όρια αφής και βλέψης και όσφρησης
διαστάλθηκαν ειρηνικά……….[4]
                  Με τους στίχους αυτούς ολοκληρώνεται  το πορτρέτο του τραγικού ήρωα σε ό,τι αφορά στη θεϊκή και στην ανθρώπινη υπόστασή του. 
Ως θεός και ως άνθρωπος περνάει μια σκληρή δοκιμασία, η οποία φτάνει στα όρια της τραγικότητας που είναι εσωτερικής υφής, θα έλεγα, για να γίνει αργότερα και εξωτερική με την προσπασάλωσή του στον Καύκασο. Την τραγικότητα αυτή την προκαλούν οι σκέψεις και οι προβληματισμοί, το ενδιαφέρον για τον άνθρωπο που πάσχει, εφόσον ζει μέσα στην άγνοια και το πνευματικό σκοτάδι. Εφόσον η βία και ο εξαναγκασμός της εξουσίας δεν του αφήνουν κανένα περιθώριο να γευτεί τις χαρές της ζωής, να ζήσει με αξιοπρέπεια.
        Η απόφαση του ήρωα να αγωνιστεί για την ελευθερία του ανθρώπου και τον πνευματικό του φωτισμό, αμβλύνει την τραγικότητα και ανακτά τις δυνάμεις και το πάθος της αγωνιστικότητάς του. Για να φτάσει κανείς στην πραγματοποίηση του σκοπού του χρειάζεται να περάσει μέσα από πολλές δυσκολίες, χρειάζεται υπομονή και επιμονή. Είναι βασική προϋπόθεση να έχει ακμαίο φρόνημα, ακατάβλητη ψυχική δύναμη. Γιατί, αν όλα χαθούν δε συμβαίνει τίποτε, όταν η ψυχή μένει αλώβητη. Αυτό που τονίζει και ο Σολωμός: Όλα τα πλούτη κι αν χαθούν και τα βασίλεια και όλα, τίποτε δεν είν΄, αν η ψυχή μένει στητή και ολόρθη. Αυτό είναι νομίζω και το μήνυμα που θέλει να υπογραμμίσει ο δημιουργός σε αυτή την ενότητα.
Η ανάβλεψη και η όλη ηρωική στάση του Προμηθέα, κυρίως ως κοινού ανθρώπου, μπροστά στις τραγικές δοκιμασίες διεγείρει τη σκέψη και τη φαντασία και του απλού ανθρώπου που εκπροσωπείται από έναν γραφικό παλιάτσο, έναν ονειροπόλο, τον θεωρό ο οποίος διεκτραγωδεί τη μηδαμινότητά του λέγοντας πως η ψυχή του είναι μια ψυχή που σπαράσσει και δέεται , μια συμπαντική πνοή που σβήνει στο άπειρο στερέωμα των ουρανών και αρχίζει να προβληματίζεται και να ρωτάει, αν όλα όσα βλέπει και αισθάνεται δεν είναι μια απάτη, μια ματαιότητα, ένα μεγάλο ψέμα. Μήπως η ζωή δεν έχει κανένα νόημα, κανένα σκοπό. Μήπως οι φιλόσοφοι, οι ιστορικοί, οι καλλιτέχνες, οι μύστες της Ανατολής, αλλά και οι ευρωπαίοι που λάτρεψαν την αρχαιότητα και τώρα προβάλλουν μια νέα θεωρία, τη θεωρία του μοντερνισμού και νεοανθρωπισμού, μήπως όλα είναι πλανέματα, φενάκη των αθώων, ένα απατηλό μηδέν, ένα τέλμα ακηδίας με αβυσσαλέο βλέμμα μηδενός;
Είναι όλα ψέμα; οι ομορφιές,  οι αναμνήσεις
οι μύχιες λάμψεις ανθισμένων κοριτσιών,
ακόμα  και η μυστική μας ωραιότης;
…………………………………………
είναι η ζωή ξέχειλη ματαιότητα;
Χωρίς κανένα νόημα, χωρίς σκοπό;
Είναι  οι ουρανοί σχηματισμένο ψέμα;
Είναι η χάσκουσα άβυσσος απάτη
αλχημιστών, αριθμολόγων και συμβολιστών; ……………[5]
Στην παρέμβαση του θεωρού και ιδιαίτερα στους παραπάνω στίχους, θεωρώ ότι θίγεται το υπαρξιακό πρόβλημα, το οποίο και ταλανίζει κάθε ανθρώπινη ύπαρξη. Μπροστά στο μεταφυσικό αυτό πρόβλημα όλοι οι άνθρωποι μένουν ενεοί ζώντας σε ένα κόσμο ονειρικό και ουτοπικό.  Επιζητούν να δραπετεύσουν από το χρόνο, μέσα στο χρόνο, από το αισθητό μέσα στο αισθητό. Ζώντας με αναμνήσεις του παρελθόντος σε ένα χώρο ο οποίος είναι περίκλειστος από παραδόσεις, μυθεύματα, μισές αλήθειες, ταμπού, δεισιδαιμονίες και αδιέξοδα, πασχίζουν εναγώνια να βρουν  διέξοδο προς το φως. Με την πνευματική τους ωριμότητα συνειδητοποιούν ότι οι παλιές φάσεις της ζωής δεν ήταν παρά ένα όνειρο, ένας μύθος, διηγημένος από τα λόγια και τις πράξεις κάποιων ηλιθίων, όπως λέει και ο Μάκβεθ του Σαίξπηρ.
        Στη συνέχεια παρεμβάλλεται ένα ιντερμέδιο, για να αμβλύνει τα αρνητικά συναισθήματα, τα ψυχικά πάθη και τις ψευδαισθήσεις που δημιουργεί η τραγική δοκιμασία του υπάρχειν. Να υπογραμμιστεί ότι η ανθρώπινη  φύση είναι μακάρια και τραγική συγχρόνως και ότι η ψυχή του ανθρώπου δεν ικανοποιείται από όλα τα εφήμερα, τα φθαρτά και πεπερασμένα, γιατί όλα αυτά εκφράζουν μια ωραιότητα, η οποία μπορεί να γεμίσει πρόσκαιρα τα σωθικά της κοσμικής μοίρας του ανθρώπου. Αυτή, όμως, η ωραιότητα με την πάροδο του χρόνου εξαφανίζεται. Η ψυχή ζητά κάτι άλλο, το έκπαγλο, το ωραίο, το αιώνιο. Αποζητά το κάλλος, το οποίο δεν μπορούν να εκφράσουν ούτε οι ποιητές ούτε και οι φιλόσοφοι. Αυτό το κάλλος κρατάει όρθια την ψυχή του ανθρώπου και πορίζει δύναμη και φως στη γνώση.
             Τι σ΄ απομένει έρημη ψυχή παλινωδούσα,
           έσχατη κόρη των τριγμών του αιώνα;
         Τι μένει απ’  το θαυμασμό, το χάρμ0α, τη συγκίνηση   
που  ολογεμίζει   πρόσκαιρα τα σωθικά της κοσμικής μας      μοίρας;……
……………..
        Ω, κάτι ωραιότερο ,το έκπαγλο μυστήριο του κόσμου-εγώ
       η άχρονη ωραιότητα που λένε κάλλος,
      άρρητο για τους ποιητές, φιλοσόφους κι αγνώστους[6].
Στο ιντερμέδιο αυτό αποτυπώνεται η βαθιά πίστη του ποιητή για την αξία της ανθρώπινης ύπαρξης αλλά και η προτροπή του προς κάθε άνθρωπο να προσβλέπει όχι στα φθαρτά, παρά στα αιώνια, στο άρρητο κάλλος. Μόνον τότε έχει νόημα να ζει ο άνθρωπος, διαφορετικά ο βίος του θα είναι αβίωτος.
        Για να αποκτήσει ο άνθρωπος εσωτερικό φωτισμό, πνευματική ωριμότητα και πάθος ψυχής, προκειμένου να εξελιχτεί και να προοδεύσει, τρανό παράδειγμα είναι ο αρχηγός των ανθρώπων του αιώνα, ο Προμηθέας, ο οποίος αφήνει τώρα τα υψηλά δώματα και κατεβαίνει πιο βέβαιος και αποφασισμένος να κάνει αυτό που θέλει δηλαδή να αγωνιστεί για την καλυτέρευση της  μοίρας του ανθρώπου, να θυσιαστεί τελικά για αυτόν και μάλιστα για τον νέον άνθρωπο. Να γίνει έτσι ο μεγάλος διδάχος των ανθρώπων.
        Ακόμη κατεβαίνει, για να διακηρύξει ότι δεν είναι ο θαυμαστός βλαστός του μυθικού τιτάνα και της Ωκεανίδας, όπως τον θέλουν οι μύθοι, αλλά ο κοινός άνθρωπος ο οποίος στην αρχή της ύπαρξής του έβλεπε τα πάντα ωραία και θαυμαστά με τα μάτια της παιδικής του ψυχής. Σιγά-σιγά, όμως, διαπίστωσε ότι ήταν δέσμιος πολλών δυσκολιών, ότι ήταν κλεισμένος σε καβαφικά τείχη. Απ’ τη στιγμή όμως που αποκτά αυτογνωσία, που βρίσκει το πνευματικό φως προσπαθεί, να πολεμήσει το σκοτάδι και αυτό το φως να το μεταλαμπαδεύσει στους ανθρώπους. Να διακηρύξει ότι η αυτάρκεια, η βεβαιότητα η ευδαιμονία ήταν πλανερά στολίδια των θεών και ηρώων, φαντάσματα φτιαγμένα για βροτούς που αιωνίζουν την εξάρτηση και τη δουλεία και ότι η ένδεια, η αδυναμία, η απειλή, ο θάνατος είναι αλήθειες της ανθρώπινης φύσης.
 Το άγχος του είναι ανθρώπινο και οι πληγές του στίγματα δόξας. Η αποστολή του είναι λαμπρή, γιατί η όλη του προσφορά προσβλέπει στον άνθρωπο, σε αυτό το μοναδικό θαύμα της ιστορίας.
 Ο Προμηθέας αιθέριος κατέβηκε
ξανά στη γη και στα δεσμά της.
                      Τα θήλεα της συντροφιάς τον άφησαν,………….
               …Κείνος θα ορμούσε πιο ψηλά    
                       του πνεύματός του η ορμή ήταν απόρθητη
     μα γύρισε στα βρότεια τα εδάφη……….                                                                                    χωρίς φωτιά, χωρίς τέχνες, επινοήσεις, τεχνική και γνώσεις
     χωρίς το φως της επιστήμης,
     χωρίς πολιτική θεσμούς και νόμους
    χάθηκε ο πολιτισμός
            οι πόλεις δε θα είχανε το θαύμα το μοναδικό,
             τον Άνθρωπο της ιστορίας.
             Κατανοείς ποιος είναι ο Προμηθέας,
           το μέγα θαύμα φύσης και δημιουργίας[7].
        Με το απόσπασμα αυτό και με όσα άλλα διακηρύσσει ο Προμηθέας, ο ποιητής θέλει αφενός μεν να προβάλει την εμβληματική προσωπικότητα του γενάρχη, αυτό το μέγα θαύμα φύσης και δημιουργίας και αφετέρου να υπογραμμίσει την υπέρτατη αξία του ανθρωπισμού. Ο άνθρωπος να ενδιαφέρεται για το συνάνθρωπο, για να απαλλαγεί από την υλική και την πνευματική ένδεια, από τις εξαρτήσεις και τα ιδεολογικά δεσμά, ώστε να είναι ελεύθερος, χαρούμενος και ευτυχισμένος, όπως τον θέλει ο Μένανδρος: Ως χαρίεν ἐστ΄ άνθρωπος, αν άνθρωπος ᾖ.
        Χωρίς την καταξίωση του ανθρώπου, χωρίς σεβασμό στην αξιοπρέπειά του, οποιαδήποτε πρόοδος στις τέχνες, στις επιστήμες και γενικά σε όλους τους τομείς του επιστητού, αν δεν αποβλέπουν στον εσωτερικό ευγενισμό του, θα ήταν ωσάν να μην έγινε απολύτως τίποτε.
        Εμφανίζεται και πάλι ο θεωρός ο οποίος μετά από μια μακρόχρονη σιωπή αναλογίζεται αν όσα είπε προηγουμένως δεν ήταν παρά ένα απατηλό όνειρο, αν δεν ήταν ένας ακροβάτης των ορίων. Πάντως, εκείνο το οποίο τον συγκλόνισε ήταν η γοητεία του γενάρχη. Από τη στιγμή αυτή πασχίζει να φύγει από την ονειρική κατάσταση και να προσεγγίσει την πραγματική αλήθεια της ύπαρξής του. Το ποιος είναι.
        Η φυγή του συμβολίζεται με την έξοδό του στο δάσος. Αλλά κυριαρχείται από το φόβο μήπως η έξοδος αποβεί τραγικότερη από ό,τι τραγικά βιώνει. Τον δέχεται μια ενδεής οικογένεια η οποία τον περιβάλλει με θαλπωρή και είναι πρόθυμη να τον οδηγήσει στη συνοικία των παροίκων.
        Αρχίζει ένας συγκρουσιακός διάλογος μεταξύ του Πατέρα που συμβολίζει το παλιό με το Γιο και την Κόρη που συμβολίζουν το νέο. Ο γιος αρνείται να ακολουθήσει τον πατέρα στη συνοικία των παροίκων -Δεν έχω τη διάθεση να ‘ρθω μαζί πατέρα, ενώ η κόρη αναφωνεί:
Είμαστε όλοι  άγευστοι σοφίας
        αλλήθωροι, νομίζουμε πως βλέπουμε μπροστά μας..[8]
        Ο πατέρας αποτελεί το παρελθόν, την πρώτη κατοικία που θα μείνει στους αιώνες. Η απομάκρυνση από αυτή τη χώρα, τους κάνει νοσταλγούς ιππότες, παροίκους: οι ώριες οι βιώσεις μας στον ιερό τον τόπο/ στην πρώτη κατοικία μας θα μείνουν στους αιώνες/ γι’ αυτό και είμαστε πάροικοι, νοσταλγικοί ιππότες/ μιας χώρας που δε βρίσκεται σε τόπο και σε χρόνο. Από όσα διαμείφθηκαν μεταξύ πατέρα, γιού και κόρης, ο θεωρός ενωτίζεται πως είναι και αυτός από τη γενιά τους, πως η ζωή είναι ένας μύθος.
        Προφανώς, εδώ υπογραμμίζεται η ανάγκη διεξόδου από το μυθικό, ονειρικό και παλαιό κόσμο. Σε αυτόν πρωτοστατούν οι νέοι  άνθρωποι, οι οποίο προσμένουν κάτι άλλο, μια αλλαγή. Η όποια αλλαγή όμως θα προκύψει από μια πλέρια αποσύνδεση του εγώ, από μια αυτεπίγνωση και εσωτερικό φωτισμό που είναι βεβαίως μια τραγική δοκιμασία, αλλά είναι και ο μόνος τρόπος να γνωρίσει ο άνθρωπος τον εαυτό του και τον κόσμο γενικότερα, για να οδηγηθεί τελικά στη διαπίστωση ότι ο κόσμος είναι ουτοπικός και ο άνθρωπος πάροικος.
Είμαστε όλοι άγευστοι σοφίας[9]
………………………………..
          η τραγική δοκιμασία του υπάρχειν…[10]
      είναι η μόνη προϋπόθεση ανάβλεψης,
                        γιατί το φως βρίσκεται μέσα μας
………………………………………
είναι η φύση μας μακάρια και τραγική συνάμα.
        Στους στίχους που ακολουθούν διεξάγεται, επίσης, ένας δραματικός διάλογος μεταξύ του Προμηθέα και όλων των άλλων προσώπων και ιδιαίτερα με τη Βεατίμα αυτήν την άυλη οπτασία η οποία κάνει την πρώτη της εμφάνιση και εκφράζει την αντίθεσή της στο γενάρχη, καθώς και τα άλλα δευτερεύοντα πρόσωπα, αμφισβητώντας τα αποτελέσματα της γνώσης και της θυσίας.
        Η Βεατίμα του λέει ότι είναι μεταγενέστερός της. Αυτή πρώτη εκθρόνισε τον έρωτα από το πάνθεον και τον έκανε ανθρώπινο. Ο άνθρωπος δεν προσεγγίζει το άρρητο με τη γνώση και το πάθος, παρά μόνο με τη θεία μανία. Με ειρωνικό τρόπο του λέει ότι το εγχείρημα να αρπάξει τη φωτιά από τους θεούς, για να οικοδομήσει τον πολιτισμό ήταν δόλιο και ότι ο δόλος, η απάτη, διαστρέφουν κάθε ανθρώπινο λογισμό και τον στρέφουν σε ανήλεες και καταστροφικές επινοήσεις για τον άνθρωπο.
        Ο πολιτισμός που δεν είναι ανθρώπινος οδηγεί στο μίσος, στη δυστυχία, και γενικώς στην εξόντωση του ανθρώπινου γένους. Όλα τα δημιουργήματα της γνώσης δεν άλλαξαν τη φύση του ανθρώπου, τα πάθη και τα δεινά του. Αν η γνώση δε θα έχει βρει το αιώνιο σημείο του είναι του ανθρώπου, τότε  τίποτε δεν θα έχει επιτευχθεί.
        Ο Προμηθέας αντιδρώντας στα όσα είπε η Βεατίμα τα αποκαλεί ουτοπίες. Τα μίση και τα πάθη των ανθρώπων ξεκινάνε από την άγνοια και από τις παραζάλες των θεών, ενώ η Βεατίμα του λέει ότι αυτό είναι ουτοπικό και ότι κομπάζει άμετρα όπως και τόσοι φλύαροι σωτήρες, σωφρονιστές των δόλιων βροτών και ότι γνωρίζει πως ο πολιτισμός είναι μία αναγκαιότητα. Είναι μια δόλια καταδυνάστευση και ας μοιάζει με ελευθερία. Είναι μία βοή, ένα πάθος, κάποιες αναλαμπές και πάλι σκοτάδι. Οι βρυχηθμοί που ακούγονται είναι ανθρώπινες κατάρες, είναι οδύνες του ανθρώπινου πόνου, ο κόσμος είναι ουτοπικός. Είναι φαντάσματα, σκιές, κακογραφίες. Μόνο η ατρεμής αλήθεια των πραγμάτων δίνει την πραγματική επιστήμη, την πραγματική γνώση και ομορφιά.
        Και ο Προμηθέας  διερωτάται αν η θυσία του έγινε για τις σκιές, αν ο πόνος και οι πληγές του είναι ένα άδειο πουκάμισο. Γιατί αυτόν που εκπροσωπεί το ανθρώπινο γένος τον κατέβασαν στη γη και ποιός τον αιχμαλώτισε σε αυτό το σκοτεινό κελί;
        Ο Θεωρός παρεμβάλλεται σε αυτή τη σκληρή αντιπαράθεση μεταξύ Προμηθέα και Βεατίμας παρατηρώντας ότι άλλαξε η όψη του Προμηθέα και ότι αυτή η δυνατή ψυχή φαντάζει τώρα σαν ένα μάταιο σκέβρωμα και με γλυκά λόγια προσπαθεί να μετριάσει τον κατηγορικό λόγο της Βεατίμας η οποία στρέφεται τώρα ενάντια στους σοφούς λέγοντας πως οι ενοράσεις τους δεν μπαίνουν στον πυρήνα της αλήθειας.
        Ο Προμηθέας αποκαλεί τα λόγια της Βεατίμας φλυαρίες και θέλει με την πυρφόρα δύναμη των λογισμών του να φύγει, να πετάξει ψηλά, γιατί κουράστηκε πλέον με τις σκιές και τα φαντάσματα. Δεν βλέπει. Και η Βεατίμα και πάλι ειρωνικά του λέει ότι δεν βλέπει αυτός που πρόσφερε το φως, αυτός που ανάστησε τον άνθρωπο; Αυτή θα τον οδηγήσει ψηλά. Εκεί  θα βρει τον μέγα κόσμο, το βαθύ και τον αληθινό.
        Στη συνέχεια προβάλλει  η Αντιγόνη η οποία απευθυνόμενη στον Προμηθέα και στον Εγελιανό λέει ότι υπάρχει ένα άλλο φως, υπέργειο, το φως του μύχιου εαυτού μας που δε θα βρουν πουθενά. Είναι οι άγραφοι νόμοι της καρδιάς που αγνοούνται από τους νομοθέτες και τους σοφούς διδάκτορες.
        Ο Προμηθέας υπογραμμίζει πως τα λόγια των ρομαντικών αυτών κοριτσιών εκφράζουν την ανθρώπινη αλλοτρίωση, κρύβουν τον ήλιο της ζωής και της λαμπρότητας και πως είναι τα τελευταία νεφελώματα της δουλείας. 
        Από αυτόν τον διάλογο μεταξύ Προμηθέα-Βεατίμας και Αντιγόνης συγκλονίζεται η ύπαρξη του εγελιανού και του θεωρού και δεν ξέρουν ποιον να πιστέψουν, ενώ ο Προμηθέας τους λέει ότι αυτός αρνήθηκε θεούς και δαίμονες, για να ορθώσει την ανθρώπινη σοφία, ότι ο θρίαμβος είναι αφανής, η φρίκη και τα παλαιά φαντάσματα είναι αδυναμία.
        Εκτιμώντας τον παραπάνω εκτεταμένο και αντιπαραθετικό διάλογο θα μπορούσα να πω ότι πρόκειται για τον ενδιάθετο λόγο, τον εσωτερικό διάλογο του ίδιου του ποιητή με τον οποίον εκφράζει τους μύχιους λογισμούς του, τις θέσεις και αντιθέσεις, τους προβληματισμούς και τις παραδοχές του γύρω από πολλά και καίρια θέματα τα οποία απασχόλησαν και απασχολούν και το σύγχρονο άνθρωπο, όπως το θέμα της γνώσης, το νόημα της θυσίας, ο πολιτισμός, το άγραφο και το γραπτό δίκαιο, η ανθρώπινη αλλοτρίωση, η μάσκα του εγώ που δεν αφήνει τον άνθρωπο να ελευθερωθεί από τα πάθη και τα δεσμά του.
        Στη συνέχεια τίθεται το θέμα της γνώσης της οποίας η δύναμη είναι πολύ μεγάλη, γιατί αυτή συντελεί στην προσέγγιση της αλήθειας των πραγμάτων, των συμβαινόντων.  Η αλήθεια οδηγεί στην ελευθερία κατά το γνώσεσθε τήν λήθειαν και λήθεια ἐλευθερώσει μᾶς.
Η γνώση είναι αυτή που σώζει και φωτίζει την ανθρώπινη ύπαρξη. Είναι αυτή  που οδηγεί στη χώρα την οποία  ονειρεύτηκε ο άνθρωπος. Η εντελής γνώση είναι αυτή που φλογίζεται από τη θυσία. Είναι ο καθρέπτης της ψυχής πάνω στο μύχιο λογισμό του ανθρώπου. Είναι το υφάδι με το οποίο διαπλέκονται όλα τα νοήματα, ο τρόπος που μπαίνει στο είναι των πραγμάτων. Πάνω στην απόλυτη, την οικουμενική γνώση θα στεγαστεί η ανθρωπότητα. Αυτό όμως απαιτεί οδύνες, πόνο και εγρήγορση.
        Αυτός ο οποίος άνοιξε το δρόμο για την πραγματική γνώση, που μεταμόχλευσε τη σιωπή σε γνώση είναι ο Προμηθέας. Αυτός είναι η τροφή των πάντων, πανάκεια η οποία διαλύει τη σκουριά και τις αναιμικές ασθένειες του νου. Μόνο με το ακύμαντο φως της γνώσης ο άνθρωπος φτάνει ψηλά και εκπληρώνει τα όνειρά του.
Θα φτάσουμε, εκεί στα πρώτα μου τα όνειρα
στο ακύμαντο το φως της γνώσης
σ’ ό,τι δημιούργησε τον άνθρωπο
πριν από τα δεσμά της άθλιας πτώσης[11]……………
        Όμως όλα τα δημιουργήματα του ανθρώπου από το φως της γνώσης στρέφονται εναντίον του. Οι πολλές γνώσεις οι οποίες τον πολιορκούν οδηγούν τελικά στην άγνοια, στην καταστροφική μανία, στον πόνο και στην οδύνη τοῖς προσθεῖσι γνῶσιν προστίθησι πόνος. Το μεγαλύτερο κακό, ως προς τη χρησιμοποίηση της γνώσης το προκαλούν εκείνοι οι οποίοι επικαλούμενοι τη γνώση και γενικά την επιστήμη, εκμεταλλεύονται την αφέλεια και την άγνοια των πολλών. Αυτοί είναι οι ξιπασμένοι σοφοί και όλοι εκείνοι που υποδύονται τους σώφρονες, αυτοί που φοράνε μάσκες, προκειμένου να κρύψουν την ψευτιά, την απάτη, οι μασκοφόροι ανθρωπίσκοι.
Μάσκες φθαρμένες λαμπιρίζουσας απάτης
                ελάχιστων ανθρώπων, ανθρωπίσκων
               που υποδύονται τους σώφρονες,
              τους διαυγείς σωτήρες
              και άλλους οπαδούς και θιασώτες
             στο μέγα καρναβάλι των καιρών[12]………..
        Συνεπώς, τα επιτεύγματα της γνώσης είναι αξιοθαύμαστα, όταν δεν επιτυγχάνονται με δόλο, με απάτη. ΄Ο,τιδήποτε αποκτιέται με δόλο είναι επιζήμιο για τον άνθρωπο, ακόμη και για τα βασίλεια τα οποία μεγαλούργησαν  με δόλο. Όταν με τη γνώση ο άνθρωπος δεν μπορεί να βρει το αιώνιο σημείο της ύπαρξής του, όλα τα επιτεύγματα δεν είναι δυνατόν να αλλάξουν τη φύση του, να τον απαλλάξουν από τα πάθη και τα δεινά του. Το πλανεμένο εγώ του είναι αυτό που εκπόρνευσε την αγνή, την άμωμη γνώση.
        Γι αυτό ο Προμηθέας στρέφεται ενάντια σε όσους διέστρεψαν τη μακάρια γνώση και βύθισαν τον άνθρωπο στο σκοτάδι της άγνοιας, κούρσεψαν αλήθειες που φωτίζουν. Η γνώση η οποία είναι καρπός διαιώνιας αναζήτησης, καρπός επιστημόνων και σοφίας, γίνεται τώρα επικίνδυνο παιχνίδι που καίει τα θύματα χωρίς καμία ελπίδα.
        Το γεγονός ότι η γνώση θυσιάζεται στην ανθρώπινη ματαιοδοξία και ακυρώνεται ό,τι θεωρείται ανθρώπινη ευλογία, συγκλονίζουν τον μεγάλο ήρωα, ο οποίος αναλύεται σε δάκρυα. Τα δάκρυα αυτά   συμβολίζουν την ανθρώπινη αδυναμία και το δόλο που θριάμβευσε παρά τις διδαχές της ιστορίας.
        Αλήθεια, πόσο επίκαιρος είναι αυτός ο λόγος που αναφέρεται στην αξία της γνώσης… Η ίδια αγωνία, οι ίδιοι προβληματισμοί και σήμερα για τη γνώση, η οποία έχει καταστεί επιφανειακή, επιδερμική, απλή πληροφόρηση.
        Απεναντίας, η απόκτηση βαθιάς γνώσης ελευθερώνει τον άνθρωπο από τις άσκοπες και φτηνές αναζητήσεις και ανοίγει δρόμο για βαθύτερες εμβιώσεις και όχι μόνο, αλλά τον προδιαθέτει για να προσφέρει στο συνάνθρωπο, ό,τι θα τον κάνει πραγματικό άνθρωπο.
        Η προσφορά όμως αυτή δεν είναι εύκολη. Προϋποθέτει πολλές φορές να θυσιάσει και όλο του το είναι, να ενεργοποιήσει τον ‘‘έσω πλούτο του’’, να δοκιμαστεί σκληρά, να στεγνώσει την ψυχή του, να πονέσει, γιατί μόνο έτσι δίνει βαθύτερο νόημα και στη  ύπαρξή του.
        Με άλλα λόγια, τα μεγάλα επιτεύγματα απαιτούν θυσία. Η θυσία είναι η πιο σημαντική έννοια και  αξία την οποία εκθέτει ο φιλόσοφος ποιητής διαμέσου του Ορφέα.
Ό,τι μεγάλο και ιερό στον κόσμο μας
                     η μουσική δεν το εκφράζει,
                    το δείχνει ταπεινά, ανεπιτήδευτα
                   και χάνεται, σιωπά, αναβλαστάνει[13].
………………………………….
Η θυσιαστική θεώρηση είναι η άπαυστη τροφή του άσπιλου, η ιερή μητέρα των πραγμάτων, κατά τον ποιητή,
                     είναι το έσχατο το μέγα έσχατο του κόσμου μας
                    το πρώτατό μας είναι, η πεμπτουσία…………….
 το κάλλος το απόλυτο, η ωραιότης.
                  Παιδεύει ειρηνικά την έκσταση του Διόνυσου
                      και των αιώνιων οπαδών του
               αχνίζει υπέρλαμπρο το φως του Απόλλωνα
                       πλάθοντας άχραντο μέλος ερώτων
                      θείων ερώτων που αχνίζονται
                     ως έκφραση υπερκόσμιας  αρμονίας[14]
        Με τους λαμπρούς αυτούς  στίχους οι οποίοι προδίδουν ένα βαθύ μεταφυσικό στοχασμό, γίνεται η πιο λαμπρή εξιδανίκευση της θυσίας. Εδώ ο ποιητής απογειώνεται, γίνεται τρανός θιασώτης της θυσίας, εφόσον αυτή αποτελεί το ἒσχατον του κόσμου, το απόλυτο κάλλος, την  προϋπόθεση για όλα τα λαμπρά επιτεύγματα του ανθρώπου, γι αυτό,  άλλωστε έχει τεθεί και ως τίτλος αυτού του έργου.
        Η θυσία ως ένας νέος προδρομικός καρπός της φιλοσοφικής σκέψης εκφράζει μια νέα αντίληψη για τη ζωή. Η ειλικρινής θυσία η οποία γίνεται για τις υπέρτατες αξίες και μάλιστα για την αξία του ανθρώπου, κραταιώνει τα βαθύτατα αισθήματα της ανθρώπινης διάνοιας. Αποτελεί αδιάψευστο και σταθερό τεκμήριο ακένωτης πληρότητας και μαρτυρία υπέρτατης λαμπρότητας. Χωρίς αυτή την πληρότητα δεν είναι δυνατόν να υπάρξει θυσία.
        Το βαθύτερο νόημα της θυσίας είναι να βγει ο άνθρωπος από το εγώ του, τον εγωκεντρισμό του, να αψηφήσει την ύπαρξή του και να προσφερθεί διαμελιζόμενος χάρη του συνανθρώπου του. Αλήθεια, τι ωραιότερο από την εξιλαστήρια θυσία!
        Η θυσιαστική λατρεία είναι αυτή που εξαγνίζει την ψυχή και τη οπλίζει με δύναμη για τις μεγάλες αποφάσεις. Ανατρέπει αρτηριοσκληρωτικές νοοτροπίες και ανοίγει δρόμους για άλλες υψηλές εμβιώσεις.
           Αλλά  η απόφαση για θυσία δεν είναι εύκολη. Απαιτεί αταλάντευτη στάση ζωής, γενναίο φρόνημα, αμετάπτωτη πίστη για την πραγματοποίηση υψηλών στόχων που θέλει να υπηρετήσει ο θυσιαζόμενος. Και η θυσία έχει μεγάλη αξία, όταν είναι εκούσια, όταν γίνεται για την ελευθερία, την αποκατάσταση της αξιοπρέπειας του καταπιεσμένου, του περιθωριοποιημένου ανθρώπου, όταν στρέφεται ενάντια στη βαρβαρότητα και την καταδυνάστευσή του. Αν και προκαλεί άγχος αυτό όμως μετατρέπεται σε αγνεία, σε γνώση, σε πραγματική δημιουργία.
        Τόσο μεγάλη είναι η αξία της θυσίας, ώστε υπερβαίνει και αυτόν τον ηρωισμό ανοίγοντας διάπλατους δρόμους για την πνευματική, πολιτική και κοινωνική απελευθέρωση του ανθρώπου. Στρέφει έτσι το λογισμό του προς υψηλότερες, αν όχι υπερκόσμιες επιδιώξεις και τον αποσπά από την τυραννική επιδίωξη της υλικής ευδαιμονίας.
        Η θυσία οικοδομεί ηθικά τη ζωή και την εξανθρωπίζει. Σε αυτή στρέφει  τα μάτια  του κάθε αγωνιζόμενος άνθρωπος, όταν κινδυνεύει να εκβαρβαρωθεί η ζωή του και από αυτήν παίρνει δύναμη κάθε εκλεκτός, για να γεμίσει την ύπαρξή του με ανθρώπινο περιεχόμενο. Η θυσία του Προμηθέα άλλαξε τη μοίρα του ανθρώπου δίνοντας νέα πνοή ζωής, βαθύτερο περιεχόμενο. Είναι μεγαλείο ψυχής.
        Η όλη πορεία της σκέψης του δημιουργού είναι ανυψωτική. Η κορύφωσή της εκφράζεται μέσα από ένα τρανό σύμβολο που είναι η Ατλαντίδα. Με το σύμβολο αυτό που είναι πολύσημο και πολύ ευρύχωρο εκθέτει διαμέσου του κεντρικού ήρωα Προμηθέα, αλλά και των άλλων προσώπων της τραγωδίας, διάφορες σκέψεις και προβληματισμούς που απασχόλησαν και απασχολούν όλους τους ανθρώπους όλων των εποχών.
        Το μεγάλο ταγό ο  οποίος έχει ανανήψει πνευματικά τον κατακαίει ο ανθρώπινος πόνος. Διαπιστώνει και εκφράζει την αντιφατικότητα η οποία επικρατεί στις κοινωνίες των ανθρώπων και αιτία αυτής είναι η παμπόνηρη γνώση. Διαπιστώνει παντού την ελπίδα αλλά και την απελπισία, τη δουλεία, τα ένδοξα επιτεύγματα ευφυίας, αλλά και πολλά  σκιάς φαντάσματα.      
        Ατενίζει ένα πολύχρωμο και ανομοιογενές πλήθος ανθρώπων να αλαλάζουν και να αναζητούν νέες μάσκες για να  κρυφτούν. Όσα δημιούργησαν με δόλο, με απάτη και πανουργία, τώρα κατακρημνίζονται. Αυτές όμως οι αντιθέσεις και πολλές άλλες που επικρατούν στις κοινωνίες γελοιοποιούν την ιστορία.
        Μέσα στην παραζάλη και την επικείμενη καταστροφή το πλήθος αυτό των ανθρώπων  ‘’θυμήθηκε την Ατλαντίδα’’ την υπέρλαμπρη-παλιών ονείρων-παιδικών στιγμών υπόσχεσες» που τώρα άρχισε να βυθίζεται στα παγερά νερά της ιστορίας και άραξε στους βυθούς των συντριμμάτων, ενώ κανένας δεν εντόπισε τα ίχνη της. Ο ίσκιος του διδάχου κάπου χάθηκε και η απέραντη σκιά του ενώθηκε με τους καπνούς, τις οιμωγές, τους σκοτωμούς, και τους θιασώτες μιας άλλης  βλέψης, άγνωστης και αθώρητης.
        Η καταβύθιση της Ατλαντίδος επαναφέρει στο μεγάλο Ταγό το φρικιαστικό άγχος που παραλύει τη συνείδησή του. Όμως, δεν θα παραδοθεί ποτέ σε αυτό και υπόσχεται ότι θα γίνει ιππότης της τιμής με θυρεό τον άφθαρτο ‘’πυρσό του’’. Θα γίνει βασιλιάς της δράσης και της δίνης, της τέχνης, της επιστήμης και θα οπλίσει δυνατά τους ανθρώπους, ώστε να είναι αχρείαστοι οι θεοί που εμπορεύονται το άγχος και τα ιερά των ακροπόλεων. Αυτούς τους δημιουργούς της απάτης. Θα συντρίψει το άγχος και ας λένε ότι ματαιοδοξεί, άλλωστε, η τραγικότητα γαλβανίζει την επιτυχία και είναι ο μοναδικός δρόμος για να ξεφύγει ο άνθρωπος από τον παραδαρμό της άγριας ειμαρμένης. 
        Η αποκάλυψη ενός παλαιού χειρόγραφου (παλίμψηστο) με μύρια ιερογράμματα ξεδιπλώνει στα μάτια του θεωρού όσα δεν μπορεί να δει. Ξεδιπλώνει μια άυλη ομορφιά, εξαίσια σύμβολα που μαρμαίρουν κάθε εμπνοή αλλά και κακέκτυπες απομιμήσεις του ωραίου.
        Μετά την τελική απόφαση του Προμηθέα να θυσιαστεί, η Ίσιδα, η Ευρυδίκη, η Περσεφόνη η Βεατίμα, ο ΄Οσιος και ο θεωρός έχουν να πουν τον τελευταίο λόγο για τη θυσία του και για την καταδυόμενη  Ατλαντίδα.
Η Ίσιδα λέει ότι γεύτηκε κατάκαρδα τον πόνο του Προμηθέα που εξαγιάζει το χρόνο της φθοράς και γίνεται αιτία να λάμψει το αιώνιο φως το οποίο καταπλημμυρίζει το νου, την καρδιά, την περίσκεψη και το λόγο. Η Ευρυδίκη λέει ότι τη θυσία του λατρεύει η γη και ο ουρανός, ότι είναι η θεία μαρμαρυγή κόσμου και ανθρώπων, μοναδική παραδοξότητα της ζωής και ότι πεθαίνει και ανασταίνεται, γιατί ο θάνατός της τρέφει τη ζωή και αποκαλύπτεται ως ιερή Ατλαντίδα. Η Περσεφόνη διακηρύσσει ότι εμμένει στο όσιο και στο άμωμο που αναδύει την πραγματική λατρεία. Η Βεατίμα λέει ότι διαλύει τις ψυχές που οπλίζονται με τη φενάκη και το δόλο της απάτης και ότι αποδεικνύεται μια αρχή ανίκητη από τις δονήσεις και τις απειλές της πλάνης. Ο Όσιος ο οποίος έρχεται σε επαφή με ένα σμάρι παιδιών υπογραμμίζει ότι ο άνθρωπος, όταν διατηρήσει την παιδική αθωότητα, μόνο τότε θα διατηρήσει και την ανθρωπιά του, εφόσον τα παιδιά είναι αυτά που δείχνουν τους δρόμους της αρμονίας και διδάσκουν κάθε αναβλέποντα. Και ο θεωρός ως από μηχανής θεός εκφέρει τον ακροτελεύτιο λόγο της τραγωδίας λέγοντας ότι η Ατλαντίδα μας βυθίζεται αέναα και ότι κανείς δεν την είδε όπως δεν είδε ποτέ τον μύχιο και ακηλίδωτο εαυτό του μακριά από τις προσβολές της ιστορίας, τα παράδοξα του πάθους, τις καταστροφικές ιαχές, την υστερία.
        Η Ατλαντίδα προσμένει άφθαρτη και αμόλυντη από τον όλεθρο, είναι τροφή μακάρια, διαρκής θυσία. Ο μύθος της είναι αγνός, ουτοπικός και παράδοξος. Είναι θυσία εγκαρτέρηση και δύναμη. Τροφή ζωής που τρέφεται από τον εαυτό της. Είναι σιωπή που ορθώνει ακμαίο νόημα, πραγματική και τηλαυγής λαμπρότητα.
Η Ατλαντίδα μας βυθίζεται αέναα,
μαζί της και οι ζηλευτές υπάρξεις
                       μα αν αναθεωρήσουμε τα έγκατα
                 θα βρούμε, ναι, στους νήφοντες παροίκους της
                   τον  κεκρυμμένο θησαυρό με άσπιλες επάλξεις.
                      Είναι  το είναι μας, η πεμπτουσία του ανθρωπίνου
                      κάλλος αιώνιο και εξευγενισμένο
                     ακρώρεια κι αρχή του κόσμου μας
                    λαμπτήρας γνώσης, ομορφιάς κι ελέους[15].
        Από όσα ειπώθηκαν από τον Προμηθέα και τα άλλα πρόσωπα της τραγωδίας και μάλιστα από τους τελευταίους στίχους, ο αγνός, ουτοπικός και παράδοξος αυτός μύθος της Ατλαντίδας, γίνεται σύμβολο πανανθρώπινης εμβέλειας και άπειρης χρονικής διάστασης.
Με το σύμβολο αυτό ο φιλόσοφος ποιητής αισθητοποιεί την ιδέα της πεμπτουσίας του ανθρώπου που είναι κρυμμένος θησαυρός, το βαθύτερο και διαιώνιο σημείο του είναι του, το οποίο αενάως αναδύεται και καταδύεται όπως η Ατλαντίδα. Η αναδυόμενη Ατλαντίδα συμβολίζει την εξωστρέφεια του ανθρώπου, το θαυμασμό του και την απορία του για τα συμβαίνοντα στον εξωτερικό, τον  αισθητό κόσμο και δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί η ανάδυσή της, αν δεν προηγηθεί η κατάδυση που συμβολίζει τη βαθύτερη διερεύνηση του είναι του, την εσωτερικότητα του, την περίφημη σωκρατική ιντέρτσιο, τη στροφή προς τα μέσα.
        Με την εσωστρέφεια αυτή ο άνθρωπος μπορεί να αναπνέει τον καθαρό αέρα της αμφιβολίας και της έρευνας και έτσι να γνωρίσει μια ζωή ποιοτικά ανώτερη. Μπορεί να υιοθετήσει μια πνευματική στάση ζωής και με τη συχνή διαπορία να εντάξει το μερικό στο γενικό, το έγχρονο στο άχρονο, το σχετικό στο απόλυτο και τελικά να γνωρίσει ότι γνωρίζει με την μεταφυσική του διάσταση.
        Όσο βαθαίνει αυτή η εσωτερικότητα, τόσο ξεδιαλύνονται και τα σκοτάδια της ψυχής, της αμφισβήτησης για το ποια είναι  η πραγματική γνώση. Όσο το εγώ του ανθρώπου συντρίβεται και θρυμματίζεται μπροστά στα αδιέξοδα και ακατανόητα, τόσο και αναγεννιέται ως Φοίνικας και βρίσκει το αιώνιο σημείο του είναι του.
        Κάνοντας μια παρομοίωση  θα έλεγα ότι η Ατλαντίδα συμβολίζει τον ευλίμενο Πόντο στον οποίο προσαράζει ο αγωνιστής άνθρωπος, ο οποίος ύστερα από το άγχος, την αβεβαιότητα, την ταραχή της ψυχής και την αναζήτηση του βαθύτερου νοήματος της ύπαρξής του, καταλαγιάζει, ηρεμεί, γαληνεύει. Εκεί μέσα συντελείται και η ανάβλεψή του. Εκεί δεν σκέπτεται ούτε πολέμους, ούτε τα παθήματά του, ούτε ενωτίζεται τις ιαχές των αμαθών και τερατολόγων .
        Αυτό το τοπίο είναι απέριττο, απόμακρο από το φρικαλέο χτες. Είναι ο νέος κόσμος, ο οποίος ανακαλύπτεται διαμέσου της γνώσης και της θυσίας. Είναι το κάλλος που απομηδενίζει κάθε δύσμορφο και κάθε ψεύδος, είναι η γυμνή αιωνιότητα.
        Στους τελευταίους αυτούς στίχους του πονήματος συντελείται μια νοηματική εκτίναξη καβαφικής υφής, ένα κρεσέντο με το οποίο εκφράζεται η πεμπτουσία του όλου, του βαθύτερου νοήματός του, η λύση και η κάθαρση της τραγωδίας.
        Στην κορύφωση αυτή η απογοήτευση μετατρέπεται σε αισιοδοξία, το πνευματικό σκοτάδι σε φως, η πτώση σε ανύψωση. Κάτι παρόμοιο δηλαδή που εκφράζουν και οι  σολωμικοί στίχοι.
     Σε βυθό πέφτει από βυθό
                                  που δεν είναι άλλο
                                 εκείθεν βγήκε ανίκητος.
Αυτός ο ανίκητος είναι ο τραγικός ήρωας Προμηθέας ο οποίος δέχεται το μαρτύριο, θυσιάζεται για να υπερασπιστεί ένα οικουμενικό αίτημα, και το αίτημα αυτό είναι  να ξυπνήσουν οι δημιουργικές δυνάμεις του ανθρώπου με διαρκή αγώνα και θυσία.

                            Γενική αποτίμηση του έργου
        Σε μια γενικότερη αποτίμηση του ποιητικού αυτού έργου, θα έλεγα καταρχάς ότι με αυτό επιβεβαιώνεται η τρίτη διάσταση της φιλοσοφίας, η ποιητική. Είναι μια ποιητική διάπλαση των φιλοσοφικών σκέψεων και αναζητήσεων, των μεταφυσικών οραμάτων του φιλόσοφου ποιητή, εγχείρημα πρωτότυπο και αρκετά δύσκολο. Με αυτή την προσπάθεια, ο δημιουργός ως άλλος Παρμενίδης επιχειρεί να διεμβολίσει τον ατέρμονα κοχλία της άγνοιας και να προσεγγίσει, όσο είναι δυνατόν την πραγματική γνώση των πραγμάτων, του κόσμου γενικότερα που περιβάλλει τον άνθρωπο.
        Έτσι η γνώση γίνεται ο δονητής αυτού του έργου, γίνεται τι στημόνι με το οποίο πλέκεται η αγωνία για την αποκάλυψη του βαθύτερου νοήματος της ανθρώπινης ύπαρξης, της αρχής και της ουσίας του.
        Με το έργο αυτό ο ποιητής αίρεται πάνω και πέρα από εκζητήσεις, πνευματικές αγκυλώσεις, κοινοτυπίες, ψευδαισθήσεις, ταμπού και δογματισμούς. Επιστρατεύει τις πνευματικές του δυνάμεις να βρει και να εκφράσει το ουσιώδες. Δεν αποζητάει να βρει την καθαρή αλήθεια των πραγμάτων και των φαινομένων, εφόσον η αλήθεια αυτή κρύπτεσθαι φιλεῖ κατά τον Ηράκλειτο, βρίσκεται εν βυθώ κατά το Δημόκριτο: Ετεῆ δέ οὐδέν ἴδμεν. Ἐν βυθῷ γάρ ἡ ἀλήθεια. Η όλη προσπάθεια επικεντρώνεται στο να κάνει διαψεύσεις σε κάθετες διαβεβαιώσεις, σε ορισμούς και αξιώματα για υπαρξιακά θέματα αλλά και για θέματα της καθημερινότητας.
        Αν η φιλοσοφία έβρισκε την αλήθεια, εκεί και θα σταματούσε, δεν θα είχε πλέον λόγο ύπαρξης.  Όμως, η φιλοσοφία δε σταματά. Ούτε θα σταματήσει ποτέ, γιατί είναι λογισμός και ο λογισμός δεν έχει τέρμα.
        Είναι εμφανής η συνεργασία της αίσθησης με την ενόραση που τροφοδοτούν με φωτισμένες πνευματικές συλλήψεις την έμπνευσή του και μαρτυρούν τη συμπυκνωμένη γνώση και τις πνευματικές δονήσεις που είναι αποτέλεσμα των εμπειριών και  βιωμάτων του, της εξωτερικής και εσωτερικής γνώσης του για το αντικείμενο το οποίο πραγματεύεται ο λόγος του.
            Με το έργο αυτό στοχεύει να ενεργοποιήσει τον ‘’έσω πλούτο του ανθρώπου’’, να ευγενίσει το εγώ του, ώστε να αποβάλει τον εγωκεντρισμό του, να εμπλουτίσει και να γιγαντώσει το πνευματικό του οπλοστάσιο, έτσι ώστε να περιορίσει τις αμφιβολίες και τα αδιέξοδα που αποτελούν εμπόδια για μια ομαλή και ειρηνική ζωή. Όλα τελούν σε αναφορά προς τον άνθρωπο, με κεφαλαία γράμματα, ώστε να μη γίνει υπεράνθρωπος αλλά ούτε και υπάνθρωπος.
        Θα μπορούσε, επίσης, να υπογραμμιστεί ότι η διαστρωμάτωση και έκφραση των διανοημάτων γίνεται κατά τρόπον κατανοητό, αλλά και βαθιά στοχαστικό που διεγείρει συνειδήσεις, δημιουργεί ερωτήματα, σαγηνεύει.
        Αν η ζωή στην επιφάνειά της φαίνεται ως κωμωδία, στο βάθος είναι τραγωδία. Αυτήν την τραγωδία καταγράφει ο ποιητής με αυτό το έργο. Ως επινόηση και ως εκτέλεση έχει όλα, σχεδόν όλα, τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της τραγωδίας. Την τραγικότητα, πέραν όλων των άλλων στοιχείων τα οποία προαναφέρθηκαν, που πιστοποιεί το συγκρουσιακό στοιχείο, το οποίο είναι ένα από τα δομικά χαρακτηριστικά της και που χωρίς αυτό δε νοείται τραγωδία. Το συγκρουσιακό στοιχείο είναι εμφανέστατο στη σύγκρουση του ήρωα Προμηθέα με το θεό των θεών το Δία, αλλά και με ό,τι άλλο γίνεται εμπόδιο στον εκπολιτισμό του ανθρώπου.
        Η δράση εξωτερική και εσωτερική συντελούν  στην κίνηση των προσώπων της τραγωδίας, στην έκφραση των παθών, των συναισθημάτων και στην πάλη των ιδεών δημιουργώντας ένα ξεχείλισμα ψυχής.
        Το όλο χαρακτηρίζει σκηνική αρτιότητα και επομένως μπορεί να διαδραματιστεί πάνω στη σκηνή. Οι τελευταίοι στίχοι έχουν πολύ μεγάλη εκφραστική δύναμη και λειτουργούν όχι μόνο ως λύση της τραγωδίας αλλά και ως κάθαρση η οποία καθαίρει τα παθητικά συναισθήματα του αναγνώστη τα οποία δημιούργησαν τα παθήματα του ήρωα και η θυσία του για τον άνθρωπο.
        Στο έργο αυτό η φιλοσοφική σκέψη εκφρασμένη με ποιητικό λόγο σηματοδοτεί μια κίνηση από το χαλασμό, το σκοτάδι προς το φως, από την άγνοια στη γνώση, από την πλάνη στην αλήθεια, και από τη σιωπή προς την θριαμβολογία.
        Στο όλο κείμενο εναλλάσσεται το λυρικό με το τραγικό στοιχείο, το απαισιόδοξο με το αισιόδοξο, το μυθικό με το πραγματικό, το εφήμερο με το αιώνιο, το θεϊκό με το ανθρώπινο, το έγχρονο με το άχρονο. Ο δημιουργός προσδένεται με τον Πήγασό του στο ένδοξο άρμα της φιλοσοφίας και κατευθύνεται με το πνεύμα και την ψυχή του  προς το  άφατο τέμενος ενός αξιολογικού ουρανού.
        Από το ποιητικό αυτό δοκίμιο που είναι ένας απέραντος πνευματικός λειμώνας κάθε αναγνώστης- μελετητής μπορεί να δρέψει τις πιο απλές αλλά και τις πιο σύνθετες νοηματικές, ψυχικές, συναισθηματικές αποχρώσεις και διδάγματα.
        Αν και κάθε αναγνώστης-μελετητής αυτών των καταπληκτικών στίχων μπορεί να διατυπώσει τις δικές του απόψεις, τα δικά του συμπεράσματα και διδάγματα, τα οποία είτε είναι εμφανή είτε υπολανθάνουν στο έργο αυτό θα μπορούσε  κανείς  να υπογραμμίσει μερικά από αυτά.
-         Οι γενναίοι, είτε είναι θεοί, είτε είναι άνθρωποι κινούνται αβίαστα στη ζωή και στο θάνατο.
-         Η σύλληψη μιας υψηλής ιδέας κινεί τον άνθρωπο σε αγωνιστική διάθεση η οποία εξελίσσεται σε ηρωικό πνεύμα. Αυτό το πνεύμα καίει και αφανίζει το δυνάστη και γίνεται καθολικό για μια αξιοβίωτη ζωή.
-         Οι ηρωικές πράξεις αυτών που αγωνίζονται περνάνε στη συνείδηση των ανθρώπων και γίνονται ηρωική πνοή που πυρπολεί τις ψυχές τους και ρίχνει και αυτές στον αγώνα για την πνευματική και πολιτική ελευθερία.
-         Ο χαλασμός δεν μπορεί να ερημώσει τη ζωή. Μέσα από τα ερείπια θα βλαστήσει πάλι το λουλούδι της ζωής ενάντια στο πείσμα της μοίρας. Η σύγκρουση, η αμάχη και το πάθος οδηγεί αμείλικτα στον πόνο.
-         Η πλάση στις ωραιότερες τις παρουσιάσεις, εδραιώνει την πίστη πως η ζωή είναι μέγα αγαθό και πρώτο.
-         Η ευψυχία που είναι προϋπόθεση της ελευθερίας, είναι δύναμη με την οποία ο άνθρωπος μπορεί να αντισταθεί σε κάθε είδους δουλεία και με αυτήν να βαστάξει τα πλήγματα της αδυσώπητης μοίρας, με αυτή να ξαναστήσει τη ζωή πασχίζοντας να στεριώσει τη ευτυχία του το εὐψυχον, τό ἐλεύθερον, τό δέ ἐλεύθερον τό εὔδαιμον κατά τον Θουκυδίδη. Αλλά και πόσα άλλα διανοήματα και διδάγματα δεν απορρέουν από αυτό το έργο!
Έτσι αβίαστα βγαίνει το συμπέρασμα ότι ο φιλοσοφημένος ποιητικός λόγος του δημιουργού δεν είναι αποτέλεσμα μιας υπερθερμασμένης φαντασίας, αλλά πηγάζει από τα αποστάγματα βαθιάς και πλατιάς μελέτης της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, της αρχαίας και της νεότερης φιλοσοφίας. Είναι αποτέλεσμα μιας ρωμαλέας σκέψης και ευτυχούς σύνδεσης του ποιητικού οίστρου με την αγάπη για τη σοφία. Και αυτό πιστοποιούν δύο άλλα ποιητικά έργα με φιλοσοφικό περιεχόμενο Η Συντριβή των Συμπληγάδων  (Σκύλα και Χάρυβδη)[16], τραγωδία και    Ίκαρος και Θησέας [Ουρανός  και Γη][17],  τραγωδία.
Αλλά από την αναλυτική προσέγγιση του έργου δεν εντυπωσιάζεται κανείς μόνο από τα υψηλά διανοήματα και γενικότερα από την όλη δομή του, αλλά και από τη γλώσσα, τον ακεραιωμένο λόγο με τον οποίο ενδύει τα διανοήματα, τις υψηλές πνευματικές συλλήψεις.
Πρόκειται για μια γλώσσα την οποία χαρακτηρίζει πειθαρχία, διαφάνεια, και πληρότητα. Για μια γλώσσα που βυθίζεται στις ρίζες της αρχαίας και της νέας ελληνικής. Δεν υπάρχουν εδώ εκζητήσεις, λαϊκότροπες εκφράσεις, εξωτερικές επιρροές, νεολογισμοί. Ο ποιητής δεν έχει παγιδευτεί στα δεσμά του συμβατικού, του περιορισμένου κώδικα της γλώσσας αυτής της πολύ απλής καθημερινότητας. Δεν έχει υποταχθεί σε μια άκαμπτη, σε μια «ξύλινη» δημοτική γλώσσα αλλά ούτε και στις ακρότητες της καθομιλουμένης. Ακλουθεί και στη γλώσσα το μέτρο, όπως και σε ολόκληρο το έργο σε ό,τι αφορά στο νοητικό περιεχόμενο.
Έτσι συμβάλλει στη διαφύλαξή της από τη λαίλαπα των άκριτων ξενισμών, της ξενομανίας που απειλούν να την αλλοιώσουν. Είναι μια γλώσσα μεγαλόπρεπη και αρχοντική που αποφεύγει το βερμπαλισμό, το γλωσσικό αριστοκρατισμό και παραπέμπει στα όρια μιας υψηλής ευγένειας. Ειδικότερα, οι μεστοί νοημάτων στίχοι έχουν μια βαθιά ποιητική υφή, αρμονία και μουσικότητα. Ελευθερωμένοι από ρίμες, επιτήδευση και άλλους εκφραστικούς τρόπους, εκφράζουν με απλότητα, σαφήνεια και πληρότητα την ελεύθερη σκέψη. Κάθε λέξη περνά στην ιδέα και κάθε ιδέα στη λέξη και έτσι διαμορφώνεται ένας τρανός λόγος.
Δεν είναι δυνατό, όμως, να μην υπογραμμιστεί  και η άφθαστη λυρικότητα, η οποία είναι διάχυτη σε όλο το έργο και η οποία είναι εφάμιλλη εκείνων των χωρικών αρχαίας τραγωδίας. Ιδού ένα δείγμα αυτής της λυρικότητας:
Ο Προμηθέας κατέβαινε και από το χιτώνα του που        ανέμιζε
 από τις πτυχές που θορυβούσαν άτακτα στο ράπισμα του ανέμου
σιγόκλεβα με τη ματιά κοφτά
πληγές αγιάτρευτες,
μάστιγα των θεών και των στοιχείων
που θήρευαν τη λάμψη του και την ορμή του
στα απροσμέτρητα τα όρια του πόνου και δύναμης.
Πού πήγαινε ο γιος του Ιαπετού
και της Ωκεανίδας το παιδί;
Βαθιά πολύ βαθιά, μακριά στο βάθος,
φάνταζαν οι ωκεανοί
κι είχε στα μάτια του ζωγραφιστή την τρικυμία τους
τα άπληστα επίφορά τους βλέμματα
 που θραύονταν σ’ άσπλαχνους βράχους
 ερημικών και κυανών ακτών
 συντρίβοντας με άπληστη ορμή
 άθλια σκιρτήματα άσβεστου πάθους.
Θριάμβευαν χανόντουσαν
στο διάβα των αιώνων
διαλύονταν και γίνονταν στη βιάση και στο πάθος.
ακόντιζαν και λείαιναν
οξύνοντας τιτανικά τους λογισμούς,
την ευτοκία των ωκεανίδων[18]
Αλήθεια, πώς θα μπορούσε να σχολιάσει κανείς αυτό το χειμαρρώδη λυρισμό; Το καλύτερο είναι να σιωπήσει. Αλλά μήπως διαβάζοντας κανείς ή ακούοντας τους στίχους αυτούς δεν έχει την αίσθηση ότι βλέπει να εισέρχεται στη θεατρική σκηνή  ένας άγγελος αρχαίας τραγωδίας και απαγγέλει με στόμφο και διάφορες χειρονομίες τους λυρικούς αυτούς στίχους;
Με μια τέτοια γλώσσα, λοιπόν, ο φιλόσοφος ποιητής πέτυχε την αρμονική σύνδεση μορφής και περιεχομένου και τελικά η ποιητική πνοή που επιφέρεται σε αυτό το πόνημα, αφήνει στον αναγνώστη ένα άρωμα υψηλής πνευματικής περιεκτικότητας. Εδώ ταιριάζει η ρήση των σοφιστών κατά την οποία σοφός είναι μόνον ο ποιητής.
            Αν κάποτε κατισχύσουν οι αξίες και  οι ιδέες τις οποίες, θεωρώ, εγώ τουλάχιστον, ότι θέλει να προβάλει με το έργο αυτό ο φιλόσοφος ποιητής  όπως η ιδέα του ανθρωπισμού, της φιλότητας μεταξύ  των ανθρώπων μιας κοινωνίας, την αξία της γνώσης, της θυσίας, της αυτογνωσίας και πολλές άλλες αξίες, μόνον τότε θα μπορούσαμε να μιλάμε για μια κοινωνία όπου θα υπάρξει σεβασμός στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια, πραγματική ελευθερία και  κατάργηση της δουλείας, του αυταρχισμού, αλλά    και εξάλειψη του δόλου, της απάτης και του ψεύδους, με αποτέλεσμα τον εξωτερικό και εσωτερικό ευγενισμό του ανθρώπου. Διαρκές ζητούμενο της φιλοσοφίας και όταν αυτή εκφράζεται και ποιητικά.            

 

 

 

 

 

 

Λεωνίδας Κοβάτσης:

Το Τέλος της Νοσταλγίας[19]


Ερμηνευτική- αναλυτική προσέγγιση
του καινούργιου μυθιστορήματος του Νίκου Μακρή.

 

Ι

Για το Νίκο Μακρή, το τέλος κάθε νοσταλγίας, είναι και το τέλος κάθε αναζήτησης. Ο ήρωας του μυθιστορήματος αποσύρεται από τον κόσμο και γίνεται ένας νοσταλγός μαζί και αναζητητής της Αλήθειας.

                                       Όμως, ο ήρωας δεν αποδημεί από τον κόσμο, αλλά κινείται σε ένα μεταίχμιο αυτού και του άλλου κόσμου. Εκεί, σ’ αυτό το μεταίχμιο αναζητά το απόλυτο, ‘’το αγέραστο’’ που είναι το άσπιλο και το ασύλληπτο, το πέρα από κάθε αίσθηση και ερμηνεία με μια λέξη το υπεραισθητό. Ο Φίλιππος, ο κεντρικός ήρωας του μυθιστορήματος, είναι ένας σύγχρονος ιππότης, νοσταλγός και εραστής αυτού που βρίσκεται στο ‘’επέκεινα’’ αυτού του κόσμου. Έτσι ο ήρωας πραγματοποιώντας μια βαθύτερη εσωτερική ανάγκη του, εκφράζει τους βαθύτερους πόθους και  τα όνειρα του σύγχρονου ανθρώπου, που είναι η συνειδητή μαζί και ασυνείδητη τάση φυγής από την ασφυκτική καθημερινότητα και μετάβασης σε ένα χώρο νοσταλγικής περιπλάνησης και ακατάπαυστης αναζήτησης του Αγαθού, του Ωραίου και του Ιδεατού. Αυτό, το ήρεμο πνεύμα της ανησυχίας, που μεταποιείται σε έρωτα για το Αληθές, προσπαθεί ξανά και ξανά να διαρρήξει τη γύρω φυσική πραγματικότητα από την οποία γεννιέται συνεχώς σαν πνεύμα της φύσης και να εξιδανικευτεί σε κάτι το υπερβατικό. Η μαγεία του γύρω φυσικού τοπίου υποδαυλίζει και αναζωπυρώνει συνεχώς αυτό το πνεύμα-ένστικτο, που μέσα από τον ήρωα- ιππότη, μεταποιείται σε απολλώνιου ανατάσεως διαλογισμό.
                                       Σ’ όλο το μυθιστόρημα του Νίκου Μακρή, ή φύση ανορθώνεται διαρκώς προς ‘’το κάλλιστο’’, μια ανόρθωση και μια εξέλιξη που βαίνει παράλληλα με την ανάδυση του άμορφου προς τη μορφή,  του μη συνειδητού προς το συνειδητό, του ανοίκειου προς το οικείο.
Η απολλώνια αυτή ανόρθωση προς τη μορφή του απόλυτου, γίνεται τελικά νοσταλγία. Σ’ αυτήν την πορεία ερωτικής αναζήτησης προς το Αγαθό, υπάρχουν στιγμές έκστασης, όπου αυτός ο κόσμος, αρπάζεται από έναν άλλο κόσμο, τον κόσμο της ψυχής και του πνεύματος που ενδημεί στην περιοχή του απόλυτου[20]. Αυτή, η διαρκής ροή της ψυχής προς το ιδεατό και το απόλυτο, είναι η νοσταλγία του ήρωα. Οι στιγμές αυτές της υπέρβασης και της έκστασης, έχουν σαν αφετηρία τη φύση. Οι νοσταλγικές περιπλανήσεις της ψυχής προς το ιδεατό, ξεκινούν από τη φύση όπως πολύ χαρακτηριστικά γράφει ο συγγραφέας: Ποτέ η φύση δεν του φάνηκε καθαρότερη, θελκτικότερη, γνησιότερη. Άφησε τις αισθήσεις του ακυβέρνητες προσπαθώντας έτσι να μπει στο είναι των στοιχείων που τον περιέβαλαν, στο ανέκφραστο είναι τους το οποίο αποδιαλύει και κάθε αίσθηση. Ένιωσε πως τα συναισθήματά του αποδιαστάλθηκαν σε αισθήματα, πως έγινε όλος αίσθηση, απόλυτη αίσθηση, χωρίς συγκεκριμένο αίσθημα, χωρίς συγκεκριμένη θέληση. Αυτή η μακαριότητα που ’μοιαζε με σβήσιμο, που εξάλειφε κάθε θετικότητα, κάθε πρόσκαιρο συναίσθημα, ήταν ουσιαστική κοινωνία με το πλήρωμα της ζωής, με ό,τι υπερβαίνει και την ομορφιά, ήταν το κάλλος χωρίς ανατολή και δύση, το ‘’αγήρω κάλλος’’, όπως δίδασκε ο Πλάτων[21]
Μαζί με τον ήρωα και ο συγγραφέας, αναζητά το υπέρτατο Κάλλος, που είναι και η απόλυτη Αλήθεια. Όμως, όπως και ο ίδιος διατυπώνει,  ‘’το υπέρτατο κάλλος εκφράζεται μόνο με τη σιωπή. Η κάθε έκφραση είναι απόρροια του ανθρώπινου Εγώ, όμως η σιωπή περιέχει το ανέκφραστο που είναι και το Αληθές’’. Και όμως, δεν είναι λίγες οι φορές που,  ‘’αυτό το ανέκφραστο εκφράστηκε από συγκεκριμένο πρόσωπο σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο’’, ή ακόμα όπως μας λέει ο συγγραφέας, ‘’η πραγματική όψη της ζωής διαφαίνεται αμυδρά στα πρόσωπα και στις μορφές’’. Σ’ αυτή τη λεπτή ισορροπία μεταξύ του ανέκφραστου και αυτού που δύναται σε στιγμές να εκφρασθεί και μεταξύ αυτού που είναι σε εγγύτητα και αυτού που είναι σε απόσταση, κινείται όλο το μυθιστόρημα.
                                       Σ’ όλο το έργο του Νίκου Μακρή, ή φυσική ομορφιά είναι η εισαγωγή σε κάτι άλλο βαθύτερο που φέγγει στα αβυσσαλέα βάθη του Είναι. Αυτό, το κάτι βαθύτερο, προσπαθεί να προσεγγίσει  ο συγγραφέας σαν τον πλούτο της αβύσσου που εκφράζεται με τη σιωπή[22].
                                       Αυτός, ο πλούτος της αβύσσου, σαν μια αίσθηση μαζί και νόηση του βάθους της ύπαρξης, μπορεί να γίνει αντιληπτός σαν συναισθάνεσθαι και συναντιλαμβάνεσθαι. Άλλωστε, ο άνθρωπος νοείται μόνο σαν συνάνθρωπος όπως πολύ χαρακτηριστικά γράφει: Όταν τα βλέμματα δύο ανθρώπων αντικρίζουν τον ίδιο σκοπό που φυσικά δεν είναι ορατός, παύουν να κοιτάζονται… Φωτίζονται από ένα άλλο φως που δεν έχει σχέση με την εγωιστική αμοιβαιότητα. Είναι το κάλλος που τα ενώνει…
Όμως, όταν αναφέρεται στον άνθρωπο, δεν εννοεί τον άνθρωπο μόνο σαν «Εγώ», αλλά σαν μια βιοψυχική ενότητα που τείνει να ταυτισθεί με το Συ της φύσης και του συνανθρώπου και μάλιστα του εκλιπόντος συνανθρώπου που στην προκειμένη περίπτωση είναι η νεκρή αγαπημένη σαν ή μεταμορφωτική πλευρά της θηλυκής αρχής που παίρνει τη μορφή της μάντισσας, της ιέρειας και της μούσας, μέσα στον εσωτερικό κόσμο του νοσταλγού –αναζητητή.
Η φύση είναι για τον Φίλιππο, η Μεγάλη Μητέρα. Η νεκρή Σιμόν, είναι η ψυχή της φύσης, η μεταμορφωτική αρχή που υπάρχει στο βάθος των πραγμάτων και που οδηγεί στη συνειδητότητα, με μια λέξη η Άνιμα. Οι δύο αυτές αρχές η Μεγάλη Μητέρα και η Άνιμα, οδηγούν στο συναπάντημα της φυσικής ομορφιάς με το ανθρώπινο κάλλος, συναπάντημα φύσης και πνεύματος, αίσθησης και αντίληψης, όπως επανειλημμένα τονίζει μέσα στο μυθιστόρημα:
Όταν ο άνθρωπος χάνει αυτή την ενότητα, αυτό το συναπάντημα των δύο κόσμων, γίνεται έκπτωτος και με όργανο τον εγωισμό επιζητά το κέρδος, γράφει σε κάποιο άλλο σημείο. Σε ένα άλλο σημείο λέει: Είμαστε ουσιαστικά ανέστιοι, η ίδια μας η φύση, η πραγματική μας φύση δεν εστιάζεται, γιατί εστία είναι ο εγωισμός, η έκπτωση.
                                       Όμως, αναρωτιέται ο συγγραφέας, τι ρόλο μπορεί να παίζει ο θάνατος στην αναζήτηση της απόλυτης αλήθειας; Τι ρόλο μπορεί να παίζει αυτό το αμετάκλητο, το αναπότρεπτο και το αδήριτο ποτέ πια ποτέ; Η απάντηση στην οποία ξανά και πάλι επανέρχεται, είναι ότι η απόλυτη ομορφιά και το γήρω κάλλος, μόνο στην αγκαλιά του θανάτου μπορεί να νοηθεί. Όχι όμως του θανάτου υπό την έννοια της αντίθεσης Ζωή- Θάνατος, αλλά του θανάτου σαν μια διαρκούς και αδιάλειπτης παρουσίας, που αποκαλύπτει στη ζωή το μυστικό της μεγαλείο. Ο θάνατος, όχι σαν κάτι που συντελέστηκε ή που θα συντελεσθεί, αλλά σαν κάτι που συντελείται διαρκώς, σαν μια διαρκής ανάσταση στιγμών, σαν το αείζωο πυρ, εν μέσω του οποίου θάλλει η ἂρρητος κούρη, των ελευσίνιων μυστηρίων, η νεκρή αγαπημένη ως  αιώνια ψυχή και άσπιλη παρθένα, εν μέσω της ακατάσβεστης φλόγας της Ζωής. Να, τι μας λέει ο Νίκος Μακρής σε ένα σημείο του μυθιστορήματος του:  Είναι λοιπόν ο θάνατος, το άσπιλο είναι μας, η γυμνή ομορφιά, το κάλλος… και λίγο παρακάτω στο ίδιο σημείο… Ο θάνατος της (Σιμόν) σελάγιζε ως αποστίλβουσα και πάλλευκη ακτίνα κάλους την ψυχή του.[23] Μυστική πληροφορία ή φαντασίωση και πλάνη; Δεν γνώριζε, αλλά έτεινε
να πιστέψει πως με το θάνατο φωτίζεται η ζωή, ή θνήσκουσα ζωή μας[24]
                                       Η νεκρή άσπιλη παρθένα σαν το Αιώνιο θήλυ, σαν Σοφία, σαν Μούσα και σαν Διοτίμα, δεν έρχεται μόνο σαν ανάμνηση, αλλά και σαν μια ανώτερη πνευματική αρχή που διδάσκοντας καθοδηγεί σαν εσωτερική καθοδηγητική φωνή:
                                      
Χθες, καθώς σκεφτόμουν τη Σιμόν αισθάνθηκα να μου λέει: Δεν κατανόησες Φίλιππε πως η ζωή είναι μια διαρκής κυοφορία η οποία γεννάει το θάνατο; δεν κατάλαβες πως ο θάνατος είναι το ιερό μηδέν, η κατάπαυση της ματαιότητας, η αμνημόνευτη παλαιότητα που ούτε άρχισε ούτε θα τελειώσει;[25]
 Πολλές φορές παίζει το ρόλο του ψυχοπομπού προς την απόλυτη εσωτερική Αλήθεια: Εκεί τον οδηγούσε η παρουσία της κοιμηθείσας αγαπημένης τώρα που γνώριζε πως δεν υπάρχει πια στον κόσμο της φθοράς και της ματαιότητας. Του έδειχνε σιωπηλά το κάλλος το άφθαρτο κρίνοντας ησύχια τη ματαιότητα των ημερών και καλώντας τον στην είσοδο του μυστηρίου, στη χώρα όπου οι νεκροί φωτίζουν τους ζώντες…
Η ροπή προς τη νοσταλγία, είναι και η δύναμη που οδηγεί τη ζωή σε υπέρβαση, όπως γράφει ο Ν.Μ. σε πολλά σημεία του μυθιστορήματος του:
     Φαίνεται πως όσο νοσταλγούμε τόσο αναζητάμε και όσο αναζητάμε τόσο νοσταλγούμε
Ή ακόμα: Είμαστε πηγαιμός απ’ τη νοσταλγία στη νοσταλγία…
Ή σε άλλο σημείο: Επιθυμούμε κάτι που ποτέ δεν πρόκειται να αποκτήσουμε, γιατί η ζωή όπως είναι ποτέ δεν θα μας το δώσει… Ή ακόμα: Οι πραγματικοί παράδεισοι είναι οι χαμένοι παράδεισοι[26]
Ο ίδιος ο άνθρωπος είναι μια νοσταλγούμενη νοσταλγία και μια επιθυμούμενη επιθυμία, διότι ο άνθρωπος νοείται μόνο σαν συνάνθρωπος. Έτσι, ο άνθρωπος, ως συνάνθρωπος δεν είναι ποτέ μόνος, ακόμα και ενώπιον του εσχάτου γεγονότος της ζωής που είναι ο θάνατος. Απ’ αυτό το σημείο της θεώρησης ο θάνατος θρέφει τη ζωή και οδηγεί το άνθρωπο σε μελέτη νέας ζωής θα καταλήξει συμπερασματικά ο συγγραφέας.

                                                        ΙΙ

                                      
Η φύση παίζει το δικό της πρωταρχικό ρόλο σαν πηγή έμπνευσης, σαν το βαθύτερο έρεισμα της ψυχής και σαν η απαρχή της κάθε μεταμόρφωσης. Η απαρχή και το τέλος όλων των αναζητήσεων του ιππότη ήρωά μας, προσεγγίζεται με έντονο λυρισμό που μεταποιεί το ένστικτο σε ιερό πάθος: Όσο ανέβαιναν, τόσο οι σχινάρες και τα νεκρόκλαδα πύκνωναν κάνοντας πρακτικά αδύνατη τη διέλευση του ανθρώπου. Κάπου κάπου σχηματίζονταν όμορφα φυσικά τοπία που χαμογελούσαν με τον τρόπο τους στην άγρια ομορφιά. Μελικοκιές του δρυμού ή μουριές που ξαναντύνονταν την πράσινη φορεσιά τους ήταν περικυκλωμένες από τους αιώνιους εραστές τους, τους κισσούς που ανέβαιναν για να αγκαλιάσουν τους κλώνους, να ξαναχαμηλώσουν πέφτοντας απαλά σε διπλανούς θάμνους με τους οποίους πλέκονταν… Έρωτας σιγηλός, διαρκής, αμίαντος απ’ την ανθρώπινη ιδιοτέλεια, γνήσια μαρτυρία της Αιώνιας κοινωνίας που ερωτικά αιωνίζεται χωρίς να αναλώνει με το βαρύ κορεσμό της ανικανοποίητης επανάληψης… Χαριτωμένες μικροοάσεις χαμόγελου και γλυκύτητας στο δριμύ τοπίο που ξεκούραζαν την όραση και άλλαζαν τα αισθήματα, μαρτυρία της ιδιότυπης θηλυκότητας κάποιον γωνιών του αρρενωπού βουνού. Σκληρότητα, αγριότητα, χάρη, λεπτότητα, κατηγορίες σκέψης και αισθήματος, κοινές ίσως στον άνθρωπο και στη φύση[27].
Όμως, όλες αυτές οι περιγραφές του φυσικού τοπίου και οι εξωτερικές μετακινήσεις του ήρωα, δεν είναι παρά εναύσματα για την αναζήτηση αυτού, του κάτι άλλου, που τον σώζει από την απόλυτη εξορία σ’ αυτόν τον κόσμο και την καταδυνάστευση του «ποτέ πια ποτέ».
Είναι πολλές οι φορές, που ο ήρωας βρίσκεται μέσα σ’ αυτό το κάτι άλλο, χωρίς να το συνειδητοποιεί πλήρως: Στο δρόμο σκεπτόταν και δεν σκεπτόταν, συνομιλούσε με τα άστρα και με τους κόσμους της ψυχής του, με τους κόσμους με τους οποίους οι ξερότοποι, τα άνυδρα τοπία, οι οάσεις και οι ακρογιαλιές, είχαν αδελφωθεί και ένιωθαν ένα… Ένιωθε παράδοξα. Από τη μια ή κόπωση ήταν έντονη αλλά, παράλληλα μια ιλαρότητα συναισθημάτων του προσέφερε ικανοποίηση που ‘φτανε μέχρι τις αισθήσεις του… Απέραντη συγκίνηση τον περιτύλιξε. Ήρθε η ώρα της ανάπαυσης.
Ήταν, αυτό το «κάτι», η νοσταλγούμενη νοσταλγία για την οποία πριν μιλήσαμε; Ήταν ένας συμβολικός θάνατος σαν το τέλος της νοσταλγίας; Τι του προσέφερε το ταξίδι «στο νησί της νοσταλγίας και των καταγωγών» παρά την επιστροφή σ’ αυτό το κάτι;
Σ’ αυτή την περιοχή αυτού το ‘’κάτι άλλου’’, που  βρίσκεται μεταξύ του κόσμου της πραγματικότητας και του κόσμου της φαντασίας, που συμπεριλαμβάνει και τους δύο αυτούς κόσμους χωρίς να βρίσκεται σε κανέναν μονάχα και ξεχωριστά, εισέρχεται ο ήρωάς μας στο τέλος του μυθιστορήματος. Εισερχόμενος Εκεί φεύγει για λίγες στιγμές από το Εδωνά, δηλαδή εξίσταται. Αυτές, οι στιγμές της έκστασης  της ήπιας μέθης και της ενοραματικής ενατένισης της Αλήθειας είναι και η λύση των εσωτερικών συγκρούσεων του ήρωα. Σ’ αυτή την στιγμιαία μετάβαση στην άλλη άλλη ζωή τον οδηγεί ο άλλος , ο κρυφός εαυτός του με τη μορφή του ξένου, του άγγελου επισκέπτη και του Ερμή ψυχοπομπού. Εν τέλει ο ήρωας βλέπει με τα ίδια του τα μάτια τα εσωτερικά οράματα της ψυχής του, που σε όλο το μυθιστόρημα τον ακολουθούσαν σαν φαντάσματα, και ακούει με τα ίδια του τα αυτιά την εσωτερική καθοδηγητική φωνή ‘’του ξένου’’, που γίνεται φίλος και οδηγός και που φέρνει σαν άλλος Ερμής, το υπεραισθητό στην περιοχή του αισθητού, ρίχνοντας κυριολεκτικά τον ήρωά μας στο δρόμο του μεταξύ, που είναι ο δρόμος εξόδου από τα αδιέξοδα της ζωής και εισόδου σε μια νέα ζωή που κυριαρχείται από τις επιταγές του πνεύματος.
Έτσι, το αλλότριο στοιχείο του είναι, σαν «ο βαθύτερος άλλος εαυτός», γίνεται από δαιμονικό αγγελικό και από τρομερό φιλικό και καθοδηγητικό. Γίνεται το ελεύθερο δημιουργικό πνεύμα που από ασυνείδητο και σκοτεινό, γίνεται συνειδητό και φωτεινό, έρχεται δηλαδή στη συνείδηση και γίνεται το απολλώνιο, ερμηνευτικό στοιχείο του είναι, αυτό δηλαδή που οδηγεί στην αναγνώριση του νοήματος της ζωής της περασμένης και μελλοντικής.
                                       Ο φωτισμός του βαθύτερου εαυτού μας, σαν φωτισμός της ολότητας του ανθρώπου, είναι εν τέλει ο φωτισμός της ζωής μας που αποτελεί τον τελικό αλλά και βασικότερο σκοπό της ύπαρξής μας.
Το τέλος της νοσταλγίας, τρέφει τη ζωή ως ο θάνατος των ψευδαισθήσεων[28], καταλήγει στο τέλος του μυθιστορήματος ο Νίκος Μακρής.
Αυτό που είναι τελικό και έσχατο, αποτελεί βασικό υπόστρωμα της ζωής, διότι σκοτώνοντας τις ψευδαισθήσεις, μας βγάζει απ’ αυτόν τον απατηλό κόσμο, οδηγώντας μας σε μελέτη νέας ζωής, που είναι στην ουσία μια διαρκής μελέτη θανάτου.
Η απόλυτη νοσταλγία, είναι ο απόλυτος θάνατος που σημαίνει απόλυτη ζωή. Αυτό είναι ένα άλλο ακρογωνιαίο σημείο στοχασμού του συγγραφέα μέσα από τα λόγια του άγγελου επισκέπτη, που επιφέρει και την λύση της εναγώνιας αναζήτησης της Αλήθειας.
Εκεί, στο ακρογωνιαίο αυτό σημείο, είναι που ο μικράνθρωπος της ιστορίας, αίρεται στον Αρχάνθρωπο, στον Μέγα Άνθρωπο αυτόν που αν και ευρίσκεται επέκεινα της ιστορίας δεν παύει να κινεί την ιστορία. Εκεί, είναι που το πεισιθάνατο ποτέ πια ποτέ, γίνεται το ερασι- θάνατο τώρα και για πάντα[29].
   
         













Λεωνίδας Κοβάτσης:,
Στοιχείωση βασικών αρχών φιλοσοφίας
 στο δοκιμιακό έργο του Νίκου Μακρή[30]

Εισαγωγικό

Δεν θα πάψουμε να εξερευνούμε…κι όλης μας της εξερεύνησης το τέλος… θα είναι να φτάσουμε εκεί απ’ όπου ξεκινήσαμε… Αν ήθελα να βάλω μια προμετωπίδα στο φιλοσοφικό έργο του Νίκου Μακρή, θα έβαζα αυτούς τους στίχους του T.S.ELIOT από τα Τέσσερα Κουαρτέτα.
        Διότι το πέλαγος της φιλοσοφίας είναι βαθύ εν πολλοίς, ανεξερεύνητο και το κάνει ανεξερεύνητο και απέραντο ο άνθρωπος, όταν διερωτάται για την ύπαρξή του, με άλλα λόγια, για το είναι του, το δικό του και του κόσμου. Αυτή την απεραντοσύνη του είναι ιχνηλατεί και ο Ν.Μ.  σε όλο του το δοκιμιακό έργο.
        Το Δέος που διαισθάνθηκε ο άνθρωπος μπροστά στον απεραντοσύνη του κόσμου, εσωτερικού και εξωτερικού, έχει το στοιχείο του θαυμασμού μαζί και του τρόμου. Αυτό, το κρυφό δυναμικό του οντολογικού βάθους του είναι, που γοητεύει αλλά και τρομάζει, αλλού  το αποκαλεί πρωτοπληροφορία, αλλού πρωτοφάνεια και πρωτοσύλληψη . Αλλού πάλι το αποκαλεί αλήθεια ως αμεσότητα, ως καθαρότητα και ως άσπιλο πνεύμα της παιδικότητας. Η αλήθεια αυτή είναι μια πρωτοπληροφορία και συνάμα μια αυτοπληροφορία περί της ταυτότητας, περί του ποιος δηλαδή είναι ο άνθρωπος μαζί και ο κόσμος στη βαθύτερη  υπόστασή του. Είναι μια πρωτοαντίληψη, ως έκπληξη, κατάπληξη και πτόηση, που διανοίγει το ανθρώπινο συνειδητό στο να αναζητήσει την ίδια την προέλευση και καταγωγή του.
Η αναδυόμενη συνειδητότητα αναζητά με αγωνία τα του εαυτού της στα επιμέρους αντικείμενα του κόσμου, που είναι τα σπαράγματα, οι διαθλάσεις και τα θραύσματα της αρχικής πληρωματικής ενότητας απ’ την οποία προήλθε, ομολογεί χαρακτηριστικά σε πολλά από τα έργα του. Αναζητά την ταυτότητά  της  στα φαινόμενα  αυτού του κόσμου και στα επιμέρους αντικείμενα της ετερότητας. Αρχική πηγή αυτής της αγωνίας είναι το πρωτονοείν και πρωτοσυλαμβάνειν, μια κίνηση της ολότητας της ψυχής που έχει χαρακτήρα όχι μόνο αισθητικό και λογικό, αλλά και συγκινησιακό, με μια φράση διαισθητικά αισθαντικό.
        Το ποιος είμαι, η οντολογική μου δηλαδή ταυτότητα, είναι το είναι αυτού που φαίνομαι ή αντίστροφα το φαίνεσθαι αυτού που είμαι. Είναι και φαίνεσθαι αποτελούν τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος, που είναι η πραγματική μου πραγματικότητα το νοείν -είναι μου το Ἐόν που με περιέχει και το περιέχω .
Είναι και φαίνεσθαι,  επομένως,  βρίσκονται σε μια διαρκή σχέση περιέχοντος περιεχομένου. Αλλά το είναι μου, ως ανθρώπινο είναι,  είναι και το είναι του κόσμου, έτσι ώστε άνθρωπος και κόσμος να αποτελούν στο βάθος τους μια άρρηκτη πληρωματική ενότητα. Αυτή την ενότητα ονομάζει μεταξύ των άλλων, συνεχόμενη εκτατότητα, αειδή χωρική ομογένεια και άπειρη αμεσότητα . Η συνέχουσα αυτή αρχή που μας ορίζει, αλλά δεν ορίζεται, η άρρητη, άληπτη και άτμητη ως πληρωματική του παντός ενότητα και ενογένεια προσεγγίζεται από τους δυο αυτούς δρόμους του φαίνεσθαι και του είναι μαζί και από κανένα χωριστά. Προσεγγίζεται όπως λέγει λογικομεταφυσικά (με λογισμό και μ’όνειρο, όπως θα έλεγε κι ο Σολωμός).
 Όπως η προσέγγιση της αλήθειας είναι λογικομεταφυσική, έτσι και η προσέγγιση του κάλους είναι αισθητικοηθική. Το κάλλος ως το πλατωνικό αγαθό είναι το εύσχημο μαζί και το τρομερό του ωραίου. Τρομερό λέγοντες, εννοούμε την κατάπληξη, τον θαυμασμό και το δέος που κομίζει η εξαίφνης απορία για το μυστηριακό βάθος της προέλευσης  της ωραιότητος, με μια φράση το Χαίρε της κάθε ωραιότητας που ενέχει τον θαυμασμό αλλά και το δέος.
        Η λογικομεταφυσική αυτή προσέγγιση της αλήθειας, ως απόλυτης ωραιότητας και αγαθότητας, οδηγεί σε αυτό που ονομάζει συναντιληπτική ενσυναίσθηση, που αποτελεί τη βάση του ηθικώς υπάρχειν, που με τη σειρά του είναι ταυτόσημο με το συνυπάρχειν, πάντοτε ως συναισθάνεσθαι και συναντιλαμβάνεσθαι.
Συναντιληπτική ενσυναίσθηση λοιπόν είναι η εν σιωπή μυστική και συνεπώς μυητική μετοχή, μέθεξη και κοινωνία στην πληρωματική επάρκεια της αειδούς χωρικής ομογένειας,  μια σιωπή που, σαν μυητική που είναι, οδηγεί στο πληρωματικώς παροικείν και συνυπάρχειν περί την ολότητα στη μετάθεση, με άλλα λόγια, του Αυτός στην περιοχή του Συ και στη συνέχεια στην ενδόμυχη διαισθητκή συναντίληψη του Συ εν Εμοί .
        Αυτή, η διαισθητική συναντίληψη του Συ εν Εμοί είναι η αισθαντική καρδία του μυστικώς συνυπάρχειν, ως συναισθάνεσθαι και συναντιλαμβάνεσθαι, ο ηρακλείτιος ξυνός λόγος ή το παρμενίδειο ξυνόν, το Ἐόν τοῦ ὂντος, με άλλα λόγια, ο περιούσιος πυρήνας της Σοφίας, το συν του λογίζεσθαι. Στο πληρωματικό αυτό ΣΥΝ μετέχουμε με το συνάνθρωπό μας, με τον κόσμο και με το βαθύτερο είναι μας.
        Για να οδηγηθούμε όμως από την σκέτη ύπαρξη στη συνύπαρξη, συνεχίζει ο Ν.Μ., πρέπει να αναγνωρίσουμε την διαρκή παρουσία μιας άλλης ανώτερης δύναμης, ενός άλλου ευρύτερου περιέχοντος μέσα στο οποίο συνυπάρχουμε  όχι αθροιστικά αλλά πληρωματικά.
Θα πρέπει να δεχτούμε αυτή την ανώτερη αρχή σαν την παρουσία μιας απουσίας, σαν μια αρχή που δεν αντικειμενοποιείται, αλλά μόνο ως τι δεν είναι δύναται να ορισθεί.
Η άρχουσα αυτή αρχή αποτελεί ανθρώπινη ανάγκη διότι, μολονότι δεν ορίζεται, ιεραρχεί το χάος των εμπειριών, καθορίζοντας έτσι την ανθρώπινη κατάσταση.  Η αρχή αυτή χρειάζεται τον άνθρωπο για να τον καταστήσει ένα οριζόμενο ορίζοντα και ένα ποιμενόμενο ποιμένοντα, όπως λέγει,  μια επιθυμούμενη επιθυμία και μια νοσταλγούμενη νοσταλγία, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει σε όλο το έργο του.  Με άλλα λόγια, να τον οδηγήσει μαζί και να οδηγηθεί από αυτόν σε μια άνω-θρώσκουσα, διαρκώς ανθοφορούσα και καρποφορούσα εξέλιξη του συνειδητού, με τελική κατάληξη το διαρκώς επαναποιείν τον κόσμο, που είναι ταυτόσημο με το διαρκώς παλινοστείν, που χαρακτηρίζει τον δημιουργικό ή, καλύτερα, τον πνευματικό άνθρωπο, το νοσταλγό της αλήθειας, μιας αλήθειας που θα μπορούσαμε να την ονομάσουμε και «μεγάλο νόστο» ή και  «άγνωστο πρώτο μας εαυτό».
Η αρχή αυτή όχι μόνο αφυπνίζει τον αρχάνθρωπο μέσα μας, (τον πρώτο μας εαυτό) αλλά και τον μεταμορφώνει σε ποιητή, διότι μόνο σαν δημιουργικά μεταμορφωμένος ο αρχαϊκός άνθρωπος δύναται να αφυπνισθεί και να συνυπάρξει σε αρμονία με μας. Αν αφυπνισθεί ως «το αρχέτυπο καθ’ εαυτό» τότε παραμερίζει την προσωπικότητά μας και γίνεται καταστροφικός. Ο άνθρωπος λοιπόν γίνεται ιδαλγός του είναι, κοσμικού και ανθρώπινου, με απώτερο σκοπό την ενδυνάμωση της συνειδητότητάς του.
Η άνω-θρώσκουσα αυτή ροπή ως τάση ιεράρχησης του εσωτερικού και εξωτερικού χάους, ως αμεσότητα του πρωτοσυλαμβάνειν κι ως εγγύτητα, ως Σοφία, ως αγήρω κάλλος, ως νόστος και ως αλήθεια αποτελεί μια επιτακτικά αναγκαία πραγματικότητα για την ψυχή μας. Διότι οδηγεί στο αυτοσυλλαμβάνεσθαι και αυτοσυνειδέναι σαν κάτι που πραγματώνεται διαρκώς μέσα στη ζωή μας και καθορίζει τις πράξεις μας ως προς το συνυπάρχειν. Όπως το φαίνεσθαι αποτελεί την άλλη όψη του είναι, έτσι και το συνειδέναι και μάλιστα το αυτοσυνειδέναι αποτελεί την άλλη όψη του συνυπάρχειν καταλήγει.
Η μυστική μέθεξη στο αιώνιο ισχυροποιεί το συνειδέναι, έτσι ώστε αυτό να αυτοπραγματώνεται διαρκώς βιωματικά οδηγώντας την ύπαρξη στη συνύπαρξη. Αυτό επιτυγχάνεται όπως λέγει με τη συναντιληπτική ενσυναίσθηση που είναι ακριβώς η μυστική μέθεξη στα κοσμικώς δρώμενα που οδηγεί από την ύπαρξη στη συνύπαρξη.
Η εν σιωπή, λοιπόν, διαισθητική μέθεξη στα δρώμενα, ως μια συμμετοχή και κατανυκτική κοινωνία στην περιοχή του εμείς ως Συ, είναι το συναντιληπτικώς ενσυναισθάνεσθαι. Είτε μετέχουμε σε ένα μυστήριο, είτε σε ένα τελεστικό δρώμενο, είτε σε μια σκηνική αναπαράσταση της ζωής, είτε βλέπουμε ένα έργο τέχνης, είτε ένα ιερό αντικείμενο συνεισερχόμεθα, με άλλα λόγια, μυούμεθα στην περιοχή αυτή του ξυν (συν) –όντος, σε μια περιοχή που αποτελεί μια πραγματικότητα της ψυχής –επιτακτικά- απαραίτητη για τη ζωή του πνεύματος στον πολιτισμό μας.
Κατ’ ακολουθία, το σώμα μου δεν είναι απλά και μόνο ένα όργανο αλλά και ένα κρυφό μυστήριο κατά το οποίο ο κόσμος συναντιέται και συνυπάρχει με τον άνθρωπο. Όμως ο άνθρωπος, ως φορέας του αιώνιου, είναι επιθυμούμενη και όχι επιθυμούσα επιθυμία. Με άλλα λόγια είναι θνήσκων και όχι θνητός. Ζει τον εν ζωή θάνατο και έτσι μεταβαίνει από το θάνατο ( δια του θνήσκειν εν τω ζειν που είναι ταυτόσημο με το ζειν του θνήσκειν)[31] σε νέα ζωή. Δίδοντας τη φθαρτότητά του στο αιώνιο καθιστά τον θάνατο διαρκώς παρόντα, επομένως τον αναιρεί διαρκώς με την ίδια του τη ζωή, την ίδια του τη φθαρτότητα. Η αναίρεση είναι ακριβώς το διαρκώς πρωτοσυλλαμβάνειν, η διαρκής δηλαδή ανοιχτότητα προς την αποκάλυψη της πρωτο- πληροφορίας, ως αποκάλυψη του πνεύματος της παιδικότητας,  της νεότητας ή, όπως λέγει, της  αιώνιας εφηβείας. Το σώμα  και ο κόσμος εν γένει είναι ένας τόπος μυστηριακής και εν κρυπτώ αποκάλυψης του αιωνίου ως φθαρτού. Είναι η λαμπάδα που δίνει την υπόστασή της ως προσάναμα του αιώνιου. Η αφή της λαμπάδας αυτής είναι αυτή η πρωτοσυλλαμβανόμενη μαζί και πρωτοσυλλαμβάνουσα πρωτοπληροφορία,  την οποία με τόση αγωνία σε όλο του το έργο διερευνά.
 Έτσι θεωρούμενη ή αλήθεια δεν  προσεγγίζεται  μόνο με βάση  το τυχαίο, το επιμέρους και το παροδικό αλλά και με άξονα το ιεραρχημένο, την έννοια της ολότητας και το αιώνιο. Γι αυτό και η αλήθεια, στη βαθύτερη ουσία της, είναι οριακή και κατά συνέπεια τραγική, καταλήγει.
Και συνεχίζει. Η αλήθεια προσεγγίζεται με λογικό ειρμό μαζί και με διαισθητικό συνειρμό. Με άλλα λόγια αισθητικά, αντιληπτικά, λογικά αλλά και μυστικά. Μυστική συμμετοχή, ως προς την αλήθεια, είναι η αγωνιώδης προσπάθεια σύλληψης αυτού που είναι άρρητο, άφραστο και άληπτο, σαν ένα ιλιγγιώδες συμβαίνον, η βασική με άλλα λόγια κάτοψη του νοήματος του κόσμου. Είναι μια κίνηση της ψυχής σαν κίνηση περιαγωγής στην περιοχή μεταξύ αιώνιου και πεπερασμένου, ονείρου και πραγματικότητας, παιδικότητας και ενήλικης ζωής, νοείν[32] και λογίζεσθαι. Είναι ένας δρόμος που πραγματώνεται, ως συνύπαρξη ή καλύτερα ως πράξη μέσα στο ευρύτερο πλήρωμα και περιέχον μιας συνύπαρξης. Που πραγματώνεται ως ηθική πλέον πράξη που έχει σαν καθοδηγητική αρχή το συνείναι και συνυπάρχειν με το βαθύτερο εαυτό μας, το συνάνθρωπό μας, αλλά και τον κόσμο.
Η συμπληρωματικότητα αυτής της πληρωματικότητας ως πληρωματικώς παροικείν περί το ξυν- ον ,  την  ολότητα δηλαδή του όντος, σαν την πεμπτουσία του είναι αποτελεί μια βασική οντολογική  αρχή στο έργο του Ν. Μακρή.
Τι εννοεί όμως από φιλοσοφική άποψη όταν λέγει συμπληρωματικό του πληρωματικού;
Ο φιλοσοφικός λόγος ως ορθολογικός ειρμός μαζί και διαισθητικός συνειρμός είναι ένας λόγος ανεπαρκής για να περικαλύψει όλη την αλήθεια, το κάλλος, την αγαθότητα. Αλλιώς δε θα ήταν φιλοσοφικός. Είναι ένας διαρκώς επανατοποθετούμενος περί την αλήθεια λόγος, που καθιστά και τον άνθρωπο ένα αιωνίως φιλοσοφούντα και ένα διαρκώς επαναπατριζόμενο άπατρη, αν με τον όρο «πατρίδα» εννοούμε την αόρατη και όμως άμεσα και πλήρως κατανοητή περιοχή του πρωτονοείν και πρωτοσυλλαμβάνειν υπό το πνεύμα της πρώτης παιδικότητας. Η διαρκής αυτή επανατοποθέτηση, ως προς το είναι,  καθιστά τον άνθρωπο όχι μόνο φιλόσοφο αλλά και ποιητή, με μια φράση, ένα διαρκή νοσταλγό της αλήθειας  που άλλοτε ονομάζει αγήρω κάλλος, άλλοτε αγαθό, άλλοτε νόστο, άλλοτε  μείζονα σιωπή, άλλοτε σοφία ή αμεσότητα ή ακόμα εγγύτητα .
Ο φιλοσοφικός λόγος τείνει  διαρκώς προς όλα αυτά που ο Ρίλκε αποκαλεί με μια λέξη το Ανοιχτό περιγράφοντάς το, ως εξής στις ελεγείες του: … το καθαρό, το ανεπίληπτο που το αναπνέεις που το γνωρίζεις ότι είναι απέραντο χωρίς να το ποθείς. Παιδί σαν είσαι εισδύεις σιωπηλά σ’ αυτό και συγκλονίζεται η ψυχή σου…[33]
Ο ποιητής Τ.  Έλιοτ εξ άλλου το περιγράφει ως εξής στα τέσσερα κουαρτέτα του: … το σημείο το ακλόνητο σημείο… εκεί δεν ήτανε ο χορός και εκεί είναι μόνο ο χορός. Μπορώ να πω εκεί ήμασταν αλλά δεν μπορώ να πω πού. Και δεν μπορώ να πω για πόσο…[34]
Για να κατανοήσουμε το φιλοσοφικό έργο του Ν. Μακρή θα πρέπει να εμβαθύνουμε πολύ στους παραπάνω αυτούς στίχους.
Υπάρχει όμως τέλος στο ταξίδι αυτό της αιώνιας φιλοσοφικής διαπορίας;  Και αν ναι ποιο είναι αυτό διερωτάται.
Ο στόχος, το τέλος αυτού του ταξιδιού καταλήγει, θα είναι και ο αρχικός σκοπός του. Και ο σταθερός αυτός σκοπός του είναι συνεχώς από την αρχή δίπλα μας, σαν τη διαρκή παρουσία μιας απουσίας και σαν τη γνώση μια άγνοιας. Σαν το πνεύμα ή δαιμόνιο μιας διαρκούς ένδειας και ανησυχίας που είναι ανάγκη να κρατά το συνειδητό  μας σε διαρκή εγρήγορση. Όταν λέμε από την αρχή εννοούμε από τότε που αρχίσαμε ( όσοι και αν ποτέ αρχίσαμε) να διερωτώμεθα περί του εαυτού μας, από τότε δηλαδή που περάσαμε (όσοι και αν ποτέ περάσαμε) σε μια δεύτερη γέννηση, πέραν της βιολογικής. 
Ο σταθερός αυτός σκοπός που ‘’θα είναι πάντα εκεί’’ για μας, θα είναι αυτή η ακλόνητη σοφή άγνοια, σαν μια απόλυτη διαθεσιμότητα και ανοιχτότητα προς το εντελώς άλλο, το άληπτο, το άγνωστο κι όμως πιο σημαντικό από το ήδη γνωστό. Αυτή η μη επιδεχόμενη λόγου ανοιχτότητα, ως καθαρότητα του πρωτοσυλλαμβάνειν, όπως λέει, θα είναι η μόνη σταθερή πυξίδα μας προς την αλήθεια, σαν την ολοστρόγγυλη, ατάραχη αλλά και αισθαντική καρδία του παντός, μια καρδιά που κτυπά στο βάθος του είναι μας. Ενός ‘’είναι’’ απροσδιόριστου, αόρατου,  άφραστου και αιώνιου αλλά για την ανθρώπινη ιδιότητα μαζί και ανάγκη μας  περισσότερο από κάθε τι άλλο κατανοητό και πιστευτό. Ενός ‘’είναι’’ που ο Ν.Μ. αναζητά με όλο του το οντολογικό πείσμα.. Ενός  «είναι» του βάθους της ύπαρξης της δικής μας, του συνανθρώπου μας, αλλά και του σύμπαντος κόσμου. Ενός ‘’είναι’’ που πεισματικά τρέφεται από μας μαζί και τρέφει  μια δική μας απρόβλεπτη, αναίτια και ακατανόητη για τα μέτρα και σταθμά αυτού του κόσμου, πέραν πάσης κοινότυπης και συμβατικής λογικής μεταφυσική αγωνία. Την αγωνία του διαρκώς νοσταλγείν, του αιωνίως φιλοσοφείν, του πληρωματικώς παρεπιδημείν, με μια φράση, την έσχατη καθημερινή λυτρωτική αγωνία και μέριμνα όχι προς τον θάνατο, ως οριστική και αμετάκλητη μετάβαση στο επέκεινα, αλλά για τον εν ζωή μυστικό θάνατο[35].
 Παίρνοντας διαρκώς την αγωνία αυτού του «άλλου», (του μυητικού) θανάτου  πάνω μας, οδηγούμε την αυτοσυνειδησία μας, σαν το «συν» του υπάρχειν και το «συν» του πάσχειν, σε μια θριαμβική δικαίωση αυτού του μοναδικού και ανεπανάληπτου που είμαστε μέσα σ’ αυτήν εδώ τη μοναδική και ανεπανάληπτη ζωή μας[36].


















Επίμετρο
                         (επιλογή άλλων κριτικών κειμένων)

Χρήστος Μαλεβίτσης
 Νίκου Μακρή, Η Καταγωγή των Θρησκειών, τ. Α΄και Β΄, Πολιτικά Θέματα/Ίρις, 1993, 1264 σελ.
Ο Νίκος Μακρής, φιλόσοφος αυθεντικός και συγγραφέας γλαφυρός, τα τελευταία χρόνια έχει αποδυθεί σε συγγραφή πολυσέλιδων ιστορικών έργων μεγάλων προοπτικών. Στα 1991 εξέδωσε τα Πολιτικά Συστήματα, έργο συνολικής ιστορικής θεώρησης 600 σελίδων, στα 1993 εδημοσίευσε την Καταγωγή των Θρησκειών, έργο ευρύ περί του καθόλου ιστορικού και πνευματικού φαινομένου της θρησκείας 1200 σελίδων. Ήδη εκτυπώνεται το νέο βιβλίο του Πανόραμα της Σύγχρονης Σκέψης που θα καλύψει 600 μεγάλες σελίδες και προσεχώς θα κυκλοφορήσει η ιστορία της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας του αυτού όγκου.
Κατ’ αρχήν προκαλεί και απορία και θαυμασμό αυτή η εργατικότητα και παραγωγικότητα του συγγραφέα. Είναι σχεδόν ‘’φαινόμενο’’ άξιο ιδιαίτερης μνείας –κάτι που μόνο ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος είχε πραγματοποιήσει στη χώρα μας. Επί του προκειμένου θα πρέπει να σημειώσουμε τα εξής: Ο Νίκος Μακρής, μολονότι γεννημένος το 1947, γι αυτό το πολύπλευρο έργο ήταν έτοιμος από καιρό. Υπό δύο έννοιες. Πρώτα, πρόκειται για πνεύμα ποιητικό, δηλαδή οίκοθεν δημιουργικό και ως εκ τούτου καθολικό. Συνεπώς η ιστορική επίγνωση συνιστά τρόπο υπάρξεώς του. Έτσι ώστε να μην απαιτείται η ειδική προσαγωγή του στο επιστημονικό εργαστήριο, από όπου συνήθως προκύπτει έργο άγονο και αδιάφορο. Αλλά εξαιτείται από τα υπαρξιακά του αιτήματα η μετοχή του στο ιστορικό γίγνεσθαι της ανθρωπότητας. Έτσι, ο Μακρής είναι ιστορικός των διαχρονικών φανερώσεων του πνεύματος, επειδή το πνεύμα από τη φύση του έχει αποστολή τον ιστορικό χρόνο. Γι’  αυτό και πίσω από την ιστορική του μέριμνα κινείται σφύζουσα η μέριμνά του η φιλοσοφική. Έτσι ώστε, Δεύτερον, ο Νίκος Μακρής να είναι έτοιμος και φιλοσοφικώς. Δηλαδή έχει εμπεδώσει μέσα του τις κατηγορίες εκείνες που άνετα θα εισδέχονταν το ιστορικό υλικό ώστε να το φωτίσουν και να το νοηματοδοτήσουν. Εξαιτίας αυτής της διπλής προετοιμασίας μπόρεσε ο συγγραφέας να προσπελάσει το ιστορικό υλικό γρήγορα και δημιουργικά.
Βέβαια, όλα αυτά δεν αποκλείουν ούτε τις επί μέρους ενδεχόμενες αστοχίες ούτε τις ελλείψεις. Όμως το πρόβλημα στον Ν.Μ. δεν είναι η ιστορία του φαινομένου, αλλά η  ιστορικότητά του. Αν επρόκειτο για απλή ιστορία, τότε πράγματι ο αναγνώστης θα είχε επιφυλάξεις. Διότι θα πρέπει κανείς να αναλώσει ολόκληρο το βίο του για να εξιστορήσει μόνο μία ιστορική περίοδο. Γι’ αυτό και στις ημέρες μας, προπαντός έργα συνθετικά, όπως λ.χ. η παγκόσμια ιστορία των θρησκειών, πραγματοποιούνται εγκύρως μόνον από πολλούς ερευνητές, ειδικούς κατά τομείς. Όμως, όταν πρόκειται για την ιστορικότητα του φαινομένου, τότε το έργο θα το πραγματοποιήσει μόνο ένας, μόνο μία ενιαία και βαθιά υποψιασμένη συνείδηση. Διότι η φιλοσοφία δεν είναι επιστημονική έρευνα, είναι διάνοιξη προς τη θέα του όντος, που επιφυλάσσεται μόνο σε ένα πρόσωπο.
Και η διάνοιξη του Νίκου Μακρή προς τη θέα της ιστορίας στην ουσία είναι διάνοιξη προς τη θέα του όντος, καθώς τούτο έλκει την ιστορία ή έλκεται από αυτήν. Πρόκειται για προσωπική μαρτυρία και τούτο είναι αναντικατάστατο, δηλαδή διαθέτει τη μοναδικότητα του δημιουργήματος. Γι’ αυτό το ιστορικό έργο του Νίκου Μακρή κρίνεται στην κατηγορική του συγκρότηση, στη φιλοσοφική σύλληψη και αξιοποίηση της ιστορική ύλης. Και εδώ έγκειται όλη η δύναμη του εγχειρήματος του συγγραφέα μας, καθόσον οικοδομεί με σχέδιο το οποίο είναι ύψιστα διδακτικό, πέρα από τις κύριες αξιολογήσεις και παρατηρήσεις του, οι οποίες είναι εγκατεσπαρμένες σαν μαργαριτάρια κατά μήκος της ιστορικής διηγήσεως. Αλήθεια θα μπορούσε να σχηματισθεί μία εξαίσια ανθολογία αυτών των πνευματικών εκτιμήσεων. Εν τέλει το ζήτημα κρίνεται στην ικανότητα του νου να συλλαμβάνει το ουσιώδες. Και ο Μακρής διαθέτει αυτή την ικανότητα, όχι μόνο εξαιτίας της εκτεταμένης φιλοσοφικής του παιδείας, αλλά προπαντός εξαιτίας της φιλοσοφικής ιδιοσυγκρασίας του πνεύματός του. Και τα ιστορικά έργα του Μακρή στο βάθος τους είναι φιλοσοφικά και εν τέλει ως τέτοια πρέπει να εκτιμηθούν. Πολλοί ασχολούνται με τη φιλοσοφία, όμως η ίδια η φιλοσοφία το χρυσό κλειδί της το έχει χαρίσει σε πολύ λίγους, ανάμεσα σε αυτούς τους χαρισματούχους είναι και ο Νίκος Μακρής. Με το χρυσό κλειδί ανοίγει διαμερίσματα που είναι απροσπέλαστα στη μέση συνείδηση, έστω κι αν τούτη μελετάει φιλοσοφία δια βίου. Αυτό το κλειδί του δίνει τη δυνατότητα να ξεπερνάει τις παραπλανητικές παγίδες της επιστήμης και να τρέπεται προς το ουσιώδες. Το οποίο δεν εμφανίζει τη στερεότητα του επιστημονικού εγχειρήματος και το ίδιο είναι εκκρεμές. Όμως το επιστημονικό επιχείρημα εξαντλείται στα όριά του ενώ το ουσιώδες οδηγεί την ανθρώπινη συνείδηση πέραν των ορίων της ενθαδικότητας. Και στο πνευματικό εγχείρημα περί αυτού πρόκειται. Αυτό το ξέρει πολύ καλά ο συγγραφέας μας. Γι’ αυτό λ.χ. όταν αναφέρεται στη θρησκευτική άσκηση γράφει ως γι’ αυτήν δεν θα επικαλεσθούμε τις απόψεις των γνωστών εθνολόγων, αρχαιολόγων, κοινωνιολόγων, ψυχαναλυτών και θρησκειολόγων…Αποδεικνύονται άσχετες προς την πραγματικότητα, ιδεολογικές και υποκειμενιστικές, που τρέπονται σε φυγή μπροστά στη δύναμη των πηγών και των εμπειριών. (σελ. 379) Ακριβώς. Προηγούνται της επιστημοσύνης οι πηγές και οι εμπειρίες. Κάτι που το έχει λησμονήσει ο άνθρωπος του αιώνα μας. Γι’ αυτό πλούσιος σε γνώσεις, κατάντησε πνευματικώς ενδεής –ο πλέον ενδεής της ιστορίας. Ένα από τα πλεονεκτήματα αυτού του βιβλίου είναι που μας εκθέτει τον ανιστορικό πνευματικό πλούτο της ιστορικής ανθρωπότητας. Με λησμονημένο αυτόν τον πλούτο το μέλλον της ανθρωπότητας καθίσταται όχι μόνο σκοτεινό, αλλά και προ-βληματικό. Ο Νίκος Μακρής δεν κάνει απλώς ιστορία, κάνει έκκληση για τη διάσωση των πνευματικών ουσιών που μέσα στο ζώο φανέρωσαν την πνευματική και υπερβατική διάστασή του. Και που δε μπορούμε να στερηθούμε αυτή τη διάσταση αν θέλουμε να παραμείνουμε άνθρωποι. Γι’  αυτό ο Μακρής δεν κρίνεται ως ιστοριοδίφης, επειδή τα αιτήματά του είναι πνευματικά και αυτά αγωνίζεται να εμπεδώσει στις συνειδήσεις των αναγνωστών του, στις σύγχρονες συνειδήσεις τις χαμένες μέσα στην απνευμάτιστη αμφιβολία, τη ρηχή και απορριπτέα. Έτσι, όταν ο συγγραφέας μας μιλάει για την ‘’καταγωγή’’ των θρησκειών, δεν εννοεί τις ιστορικές ρίζες τους, αλλά τις πνευματικές. Και αυτό έχει κρίσιμη σημασία. Διότι έχουμε μάθει να ικανοποιούμαστε από τα ιστορικά και υλικά αίτια και να νομίζουμε πως με τη γνώση των ιστορικών αφετηριών εξαντλούμε το θέμα. Αυτό είναι από τις χειρότερες πλάνες που μαστίζουν τον άνθρωπο της επιστημονικής εποχής και η αιτία της πνευματικής ακμής της ανθρωπότητας.
Είναι πασιφανής η αλήθεια πως, όπως λέει ο συγγραφέας στον πρόλογό του, η θρησκεία υπήρξε δημιουργική μήτρα μεγάλων ιδεών οι οποίες κατέθελξαν τη φιλοσοφία, την ποίηση, τη μουσική, την τέχνη, την παιδεία, το κοινωνικό είναι του ανθρώπου, την έρευνα, την επιστήμη. Είναι πασιφανής τούτη η αλήθεια. Και όμως την παραβλέπει ο σύγχρονος άνθρωπος. Γι’ αυτό η συναναστροφή μας με τις ιδέες και τις εμπειρίες τις θρησκευτικές δεν είναι μόνο μάθημα θρησκείας, αλλά καθολικής παιδείας του ανθρώπου. Γι’ αυτό άλλωστε και ο ίδιος τονίζει στον πρόλογό του πως η θρησκεία δεν αφορά μόνο τους πιστούς. Και έχει δίκιο. Διότι όπως λέει στην εναρκτήρια φράση του βιβλίου του σπουδή του θρησκευτικού φαινομένου σημαίνει αναμέτρηση με τα έγκατα της ανθρώπινης συνείδησης. Αυτές τις αφετηρίες πρέπει να αναγνωρίσει ο αναγνώστης, ώστε να αντιληφθεί πως τα μεγάλα θέματα της θρησκευτικής συνείδησης εξυπακούουν τη δική μας εμπλοκή. Τότε μόνο τα πράγματα ζουν τη ζωή του πνεύματος. Αλλιώς είναι νεκρά και προκαλούν την περιέργεια του επιστήμονα και την αδιαφορία του ανεπιστήμονα. Έτσι, συνεχίζει ο συγγραφέας στην εισαγωγή του, σελ. 11, η θρησκεία ως πανανθρώπινο φαινόμενο διαφεύγει τη χειρουργική μάχαιρα της καθαρής επιστήμης γιατί συνιστά έκφραση της ανθρώπινης αμεσότητας και της σχέσης της με το χωροχρόνο. Τα λίγα αυτά παραθέματα από το παρουσιαζόμενο έργο είναι αρκετά για να δείξουν τον τρόπο προσέγγισης του θρησκευτικού φαινομένου από τον Νίκο Μακρή. Πρόκειται για μια συνολική πνευματική ματιά και μια υπαρξιακή συνόραση.
Για να κατανοήσουμε το εγχείρημα του Μακρή πρέπει να γνωρίζουμε τον πυρήνα της φιλοσοφικής του ενόρασης. Αυτή διατυπώνεται σε προγενέστερα βιβλία του, όπως λ.χ. είναι το Αμεσότητα και Εξωτερικότητα (1987). Αλλά πυκνή και γενναία σύνοψή της θα βρει ο αναγνώστης του κρινόμενου βιβλίου στην εκτεταμένη, εβδομήκοντα και πλέον σελίδων εισαγωγή του, ειδικότερα δε στις  σελ. 32-38, όπου θεμελιώνεται φιλοσοφικώς η κρίσιμη θέση του, πως η θρησκεία ως αναζήτηση του απόλυτου, έξω απ’ τις μορφές και τα σχήματα του κόσμου μας, είναι συμφυής με την ανθρώπινη φύση (σελ.34). Επίσης βαθυνούστατες είναι οι σελίδες 46-53 και 69-75 οι οποίες βέβαια δεν συνοψίζονται, διότι οι ίδιες είναι αδαμάντινες συνόψεις. Όμως θα μνημονεύσουμε ένα καταληκτικό συμπέρασμά του. Στη σελ. 70 λέει πως ποτέ δεν αναιρούνται επιστημονικά ούτε η φιλοσοφία ούτε η θρησκεία.
Η προκείμενη εισαγωγή είναι προϊόν όχι μόνο επιστημονικής γνώσης και φιλοσοφικής επίγνωσης, αλλά και ισορροπημένης θεώρησης των πραγμάτων, δηλαδή σοφίας. Διότι είναι και σοφία τούτη η διαπίστωσή του της σελ. 74: Αυτή η τραγική κατάσταση του ανθρώπου, η μείξη του άσπιλου, του παρθενικού, του άρρητου με το θετικό, με το εμπαθές και εγωιστικό, συνθέτει και το είναι του θρησκευτικού περιεχομένου. Βέβαια, αν δεν κατανοήσει κανείς την αρχή της αμεσότητας της ανθρώπινης συνείδησης όπως τόσο εύστοχα την εκθέτει ο συγγραφέας, θα χάσει την υψηλή παιδεία του έργου του Νίκου Μακρή. Διότι θα είναι τραγικό λάθος αν νομίσει πως πρόκειται απλώς για ιστορία των θρησκειών. Κάθε γνήσιος φιλόσοφος ξεκινάει από ένα μυστικό, το οποίο με όση σαφήνεια και να το εκθέσει, δεν χάνει τον χαρακτήρα του μυστικού. Καθόσον πολύ λίγοι είναι εκείνοι που συλλαμβάνουν το μυστικό άμεσα και αδιαμεσολάβητα. Μεταξύ αυτών καταλέγεται και ο Νίκος Μακρής. Γι’  αυτό το έργο του είναι στην ουσία του παιδευτικό. Από παντού μας κατακλύσει η λησμονιά. Η οποία όμως ξεκινάει από τα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Τα οποία από αυτή την άποψη είναι πνευματοκτόνα. Το έργο του Νίκου Μακρή μας φέρνει προς τη μεγάλη ανάμνηση. Παγίδες που έχουν σχηματίζει ορμαθούς από παγιδευμένους, που κάνουν το σοφό. Ακριβώς και αυτή η αποπαγίδευση που προσφέρει ο Μακρής στο σύγχρονο διανοούμενο είναι έργο παντάπασι σημαντικό. Ο Νίκος Μακρής είναι από τους ελαχίστους στη χώρα μας που το νερό του λόγου του ρέει από τις καθαρές πηγές των αυθεντικών επιγνώσεων και συνειδητοποιήσεων.
Με το σημείωμα τούτο απλώς χαιρετίζουμε το έργο του Μακρή και χαίρουμε ιδιαιτέρως για την ύπαρξή του στη γλώσσα μας, και δεν το ερμηνεύουμε, διότι το ίδιο είναι διατυπωμένο με κρυστάλλινη σαφήνεια. Η δύναμη του πνεύματος του Νίκου Μακρή έγκειται στο ότι εκ δωρεάς αντιλαμβάνεται το ουσιώδες, εκεί που αυτό υπάρχει, και εκεί που δεν υπάρχει. Και εδώ έγκειται η υψηλή παιδαγωγία της παρουσίας του[37].
                                                       
Δημήτριος Δ. Μούκανος:
Νίκου Μακρή, Τα Μεταφυσικά Θεμέλια της Μυστικής, Συντροφιά, Αθήνα, 1979,179 σελ.
Στον πρόλογο τονίζει ο συγγραφέας ότι αντικείμενο της μελέτης του είναι η μύηση στο ιερό εγώ, στο μυστικό προσωπικό μας στοιχείο και στις μυστικές παρθενικές του απαρχές. Στη σελ. 47 χαρακτηρίζει το μυστικό στοιχείο ως αμεσότητα ενώ τη λογική πρόσβαση ως εμμεσότητα ή εξαντικειμενίκευση. Η έμμεση γνώση, η λογική δηλαδή γνώση, είναι κατά το Ν. Μακρή ομαλή συνέχεια της άμεσης (σελ. 48). Η διάκριση δύο πραγμάτων προϋποθέτει τις λογικές αρχές της ταυτότητας και της ετερότητας. Διαπιστώνοντας το έτερο βασιζόμαστε στη συνειδητοποίηση της σταθερότητας και αλήθειας του ταυτού. (σελ. 49).
Πριν μπει στην στην εξέταση του θέματός του ο συγγραφέας ορθώς διακρίνει στις σελ. 17-18 την ομογένεια του χώρου ως ποσοτικό μέγεθος  από την ετερογένεια της κίνησης που είναι ποιοτικό μέγεθος. Η ποσότητα ορίζεται με στατικό μέγεθος, ενώ η ποιότητα είναι δυναμικής φοράς̇ ο συγγραφέας στηρίζεται γι’  αυτό στην άποψη του Bergson κατά την οποία ο χώρος και ο χρόνος είναι ετερογενείς αλήθειες: Ο χρόνος ως αμεσότητα στιγμής είναι ασύλληπτος, ο χώρος ‘όμως τμητός και καθορισμένος (σελ. 20).
Εκεί όμως που ο Νίκος Μακρής διαπρέπει πραγματικά στο φιλοσοφικό στοχασμό είναι το δεύτερο μέρος του βιβλίου που επιγράφεται Το πνεύμα των  καταγωγών. Κατά τον συγγραφέα η αμείωτη φορά του άμεσου, του μυστικού στοιχείου της ζωής, ως βίωση των απαρχών μας εμψυχώνει κάθε αλλαγή και μεταμορφώνει το άτομο σε πρόσωπο. Οι αναλύσεις που κάνει ο συγγραφέας στο δεύτερο αυτό μέρος, ειδικά στη σφαίρα που προηγείται του cogito, δηλαδή στη σφαίρα των προλογικών καταστάσεων (σελ. 73-133) είναι βαρυσήμαντες και κατά τη γνώμη μου   ουσιωδέστερες και βαθύτερες από τις αναλύσεις  του Sartre πάνω στο prareflexives cogito το οποίο ο Sartre χαρακτηρίζει ως ελλειμματικό σε είναι, ότι το κάνει δυνατό η ύπαρξη του άλλου και ως τρίτο συστατικό του στοιχείο έχει την ελευθερία. Πρέπει όμως συγχρόνως να επισημανθεί εδώ ότι ο Sartre υπήρξε μία συνείδηση για την οποία το θρησκευτικό βίωμα ήταν άγνωστη γη, η δε χώρα της χριστιανικής αγάπης και της χάριτος ήταν κλειστή̇ κινήθηκε επομένως σε εντελώς διαφορετικά για από τον Ν. Μακρή kontexte σκέψεων στο συγκεκριμένο αυτό πρόβλημα που αναφέραμε παραπάνω.
Ο συγγραφέας μας παρουσιάζει στο δεύτερο μέρος του βιβλίου ένα φιλοσοφικό καθρέπτη γεμάτο από αναδρομές και αναδομήσεις των παιδικών αισθημάτων και βιωμάτων ο οποίος καθρέπτης ως υλικό αμεσότητας γίνεται στη μέση ηλικία αντικείμενο φιλοσοφικής έρευνας. Τη διαδικασία αυτή ονομάζει πολύ ορθά νοσταλγική συγκίνηση δυναμικής φοράς για την ανακάλυψη της παρθενικής μας υπόστασης, του μυχιότατου στοιχείου της ύπαρξής μας (σελ.74). Και στη σελ. 75 τονίζει φιλοσοφικότατα ότι δεν υπάρχει χρονική απόσταση μεταξύ του ‘’τώρα’’ και του ‘’τότε όταν πρόκειται για ανάμνηση ενός γεγονότος της παιδικότητας το οποίο συγκινεί βαθιά. Στη συνέχεια (σελ. 75 κ. εξ.) ο Ν. Μακρής αναπτύσσει εξαίρετη και λεπτεπίλεπτη συλλογιστική για να διακρίνει την απόλυτη καθαρότητα της προλογικής αυτής σφαίρας από τους ‘’επιμερισμούς’’ της εμπειρίας (εύστοχη φράση). Η πρώτη κατάσταση στην οποία στέκεται είναι το ‘’χάρμα’’: Το παιδί που είναι γεμάτο χάρμα καλεί στη χαρά του όσους το αντικρίζουν, κοινωνεί μυστικά με τα θαυμαστικά στοιχεία των υπάρξεων που το συντροφεύουν…Το χάρμα είναι η πρώτη μορφή, η πρώτη χρονική φανέρωση της ομορφιάς, κάτι το οποίο η τραγικότητα, αλίμονο, αναμένει (σελ. 77-78). Το χάρμα ακολουθεί ο θαυμασμός και η έκπληξη η οποία ενέχει ταυτόχρονα θετικότητα και αρνητικότητα, ενώ ο θαυμασμός κρύβει ένα μυστικό δεσμό μεταξύ του εγώ και του συ (σελ. 79-80). Έκπληξη είναι ο αστραπιαίος και αποκαλυπτικός υπαινιγμός του είναι των όντων (σελ. 81). Στην κατάσταση της έκπληξης συνυπάρχει το λογικό και το αλογικό. Το πνεύμα της αγνότητας που αναπτύσσεται στη συνέχεια μας παραπέμπει στο άσπιλο της παιδικής μορφής, ενώ το αρνητικό ως αρχή στηρίζει τις καταβολές της ατομικότητας, είναι η αρνητικότητα που κοσμείται με την παρθενική χάρη της θηλυκότητας (σελ. 98-99). Ο χαρακτήρας της αμφιβολίας βρίσκεται κατά τον συγγραφέα στην καρδιά της αγνότητας σπερματικά, παρόλο που είναι αφανής (σελ.101).
Μεγάλος και συγκινητικός είναι ο αγώνας του συγγραφέα να εξάρει μέσα από τον πλούτο των λέξεων και των φράσεων που χρησιμοποιεί την επιστροφή του ανθρώπου στις προλογικές πηγές και αφετηρίες του. Στις αφετηρίες αυτές αναδύεται ένας υπερπραγματικός κόσμος τον οποίο ο συγγραφέας μας παρουσιάζει με περίτεχνο λυρισμό και με ρέουσα γλώσσα αξιοθαύμαστη και το αξιοσημείωτο είναι ότι μας παρουσιάζει τον υπερπραγματικό αυτό κόσμο χωρίς μαγική διάθεση και νοοτροπία…Ο Ν. Μακρής δεν κατατάσσει τη μυστική εμπειρία στη σφαίρα του αποκρύφου (σελ. 173), αν και δέχεται ότι υπάρχουν μυστικοί οι οποίοι δεν έχουν σχέση με καμιά θρησκεία̇ αυτοί κάνουν ‘’απελπισμένη ιεραποδημία χωρίς ιερό, εκστατική αναζήτηση της ιερής πηγής του κόσμου που καταφεύγει σε διάφορα υποκατάστατα (σελ. 170). Ορθώς χαρακτηρίζει το Διονυσιασμό ως μορφή τραγικότητας, ως χωρίς τέρμα βιταλιστική διάπτυξη της ατομικής φοράς κατά τρόπο αλογικό (σελ.107). Στις σελ. 137-141 ασχολούμενος ο συγγραφέας με την προλογική φαντασία, αναπτύσσει την πρωτόγονη διανόηση, κατάσταση η οποία δεν γνωρίζει νοητά όρια μεταξύ εγκοσμιότητας και υπερβατικότητας, και όπου θεοί, άνθρωποι, ημίθεοι έρχονται σε άμεση επικοινωνία και μας θυμίζει έτσι τις αναλύσεις του  Lévy-Bruhl πάνω στην πρωτόγονη διανόηση και μυθολογία, τη μυστική εμπειρία και τα σύμβολα των πρωτογόνων, όπου η μυθική πορεία είναι κατά την ουσία της αλληγορική.
Το μυστικό στοιχείο θεωρεί ο συγγραφέας και ως βαθύτερη πηγή κοινωνίας του αρσενικού και του θηλυκού, στην οποία το αίσθημα μεταβάλλεται σε συναίσθημα μέσα στην κοινή σιγή (σελ. 124). Μου αρέσει πολύ η διάκριση που κάνει ο συγγραφέας μεταξύ του έρωτα και της αγάπης: Ο έρωτας αγγέλλει την αγάπη χωρίς να φθάνει να την ορίσει̇ αντίθετα, πολλές φορές παίρνει αρνητική φορά. Η αγάπη όμως τελειώνει τον έρωτα, τον φωτίζει (σελ. 125)…’’Η ερωτική κοινωνία είναι συμπορεία, διαρκής μαθητεία, αποκρυπτογράφηση ίσως των πιο μυστικών διαστάσεων του προσώπου, γιατί οφείλει να ανθεί σε αγάπη, ο έρωτας ανθεί σε αγάπη (P. Evdokimov)…Η αγάπη τελειώνει τον έρωτα, γιατί υπερβαίνει την αισθητική ή διανοητική συμπάθεια ή αντιπάθεια, γιατί γίνεται προσφορά χωρίς να περιμένει ανταπόδοση, κοινωνία χωρίς όρους και περιορισμούς. Δεν υπάρχει λογικό πέρασμα  στο περιεχόμενο της αγάπης  (σελ. 126-129, 131). Η μαγνητική και υποβλητική έλξη του θηλυκού είναι κατά το συγγραφέα ο μακρινός πόλος αναδίπλωσης του αρσενικού και αντίστροφα.
Ο Ν. Μακρής προσπαθεί στο βιβλίο του να μας αναλύσει το αχρονικό, υπεριστορικό ασυνείδητο το οποίο επιβάλλει τους σταθερούς αμετάλλακτους νόμους του στη συμβολική λειτουργία του ανθρωπίνου πνεύματος. Το πρωταρχικό είναι για τον Ν. Μακρή είναι η δομή του πνεύματος των καταγωγών η οποία μένει σταθερή. Έτσι, από την οπτική αυτή γωνία συγγενεύει με τον πατέρα του στρουκτουραλισμού, τον Claude Lévi-Strauss ο οποίος στη διαμάχη του με τον Sartre ετόνισε την προτεραιότητα της δομής του πνεύματος ως προς την πράξη (κατά τον Sartre η συνείδηση αποκαλύπτεται μέσα στην πράξη).[38]

Παναγιώτης Βρετάκος
Νίκου Μακρή, Αμεσότητα και Εξωτερικότητα, εκδόσεις Συντροφιά, 1987, σελ. 141, Αθήνα.
Αυτά τα περίσκεπτα μελετήματα τα οποία ο Νίκος Μακρής στεγάζει στην διπολική επωνυμία ΑΜΕΣΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΤΗΤΑ μπορεί να θεωρηθούν –υπερβαίνοντας ίσως τις προθέσεις του συγγραφέα τους- ένα είδος Νέων προλεγομένων σε κάθε μελλοντική μεταφυσική, για να θυμηθούμε έναν περίδοξο επίτιτλο. Δημιουργούν δηλαδή ένα δεσμευτικό προηγούμενο, ώστε κάθε αναψηλάφιση του ίδιου θέματος να τα προϋποθέτει, είτε πρόκειται να συμπλεύσει κανείς με το συγγραφέα, είτε όχι. Άλλωστε ο ίδιος ο Νίκος Μακρής, συνεπής στη δεοντολογία της ανοικτότητας του φιλοσοφικού ορίζοντα δηλώνει ότι οι απόψεις του μπορούν να αμφισβητηθούν ή και να απορριφθούν. Το ουσιώδες, προσθέτει, βρίσκεται στη θέρμη της αναζήτησης, στο άοκνο οδοιπορικό προς τη σοφία.
Αυτή η αρχέγονη παρόρμηση του θαυμάζειν και του ειδέναι, αυτός ο γνωστικός ίμερος ου μας παροξύνει να αναπλεύσουμε τον κόσμο, αποτελεί την αυθεντική σφραγίδα των χαρισματικών συνειδήσεων. Χιλιάδες χρόνια τώρα άνω στα τείχη της εγκοσμιότητας και με τα μάτια στους στραμμένα στην έρευνα του κοσμικού μυστηρίου, οι φρυκτωροί του πνεύματος συνδαυλίζουν την εγερσιμότητα της ψυχής. Αυτή άλλωστε είναι και η προνομία των εταστικών συνειδήσεων. Να παραμένουν δια βίου αλύτρωτοι. Να μην εφησυχάζουν δηλαδή πίσω από τα κυκλώπεια τείχη των μεγάλων φιλοσοφικών συστημάτων. Να διατρέχουν ερασικίνδυνοι τους ασύνορους δρόμους της οικουμένης αναζητώντας την τραγική ευτυχία του πεπρωμένου τους.
Στην ΑΜΕΣΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΤΗΤΑ επιχειρείται μία οντολογική ψηλάφηση της γνωστικής συνείδησης. Ένα είδος αυτογνωσίας με τη μέθοδο της διέλευσης μέσα από τις στιβάδες του πνεύματος –μια και το πνεύμα μοιάζει με το τρεχούμενο νερό που σκάβει μόνο του το αυλάκι του. Πρόκειται για ένα επικό οδοιπορικό φιλοσοφικής ανθρωπολογίας, στη μέγιστη περίμετρο του οποίου ο συγγραφέας επιχειρεί να εγκυκλώσει τον κόσμο. Έτσι ανακαλύπτει στο μυθικό λόγο την σπερματικότητα του επιστημονικού νου. Ανιχνεύει στους μεγάλους μυστικούς την εγγενή φιλοσοφικότητα του πνεύματος. Συναιρεί τον κόσμο σε μία ενότητα που ξεκινάει από την υλική του βάση και φθάνει στο ιδεατό του εποικοδόμημα. Η υπερβατικότητα, γράφει, συνάδει με την εγκοσμιότητα. Το μυθικό πνεύμα βρίσκεται στα ριζώματα της συνείδησης και αποτελεί τροφή της ψυχής. Οι οντολογικές ρίζες βρίσκονται σε ασύλληπτες διαστάσεις της ζωής. Γι’ αυτό και ορθολογική ερμηνεία του κόσμου αποτελεί αναπόφευκτο θετικό βήμα το οποίο όμως δεν ανατρέπει άρδην τη μυθική αντίληψη της ζωής.
Ο Νίκος Μακρής ἀμάρτυρον οὐδέν ἀείδει. Δεν είναι δηλαδή φίλος της αναπαυτικής λογικής. Γι’  αυτό μνημονεύει επιλεκτικά όλους τους κώδικες και τα σύμβολα των μύθων. Αποκρυπτογραφεί την παρασημαντική της αστρολογίας και της θεοσοφίας. Αποθησαυρίζει τη φιλοσοφική πολυφωνία και καταγράφει τις παραμετρικές εξηγήσεις της επιστήμης. Αναπλέει το ρεύμα του χρόνου για να προσπελάσει στις αρχέγονες πηγές, όπου το θεωρείν αποτελεί πρωταρχικό στοιχείο της ανθρώπινης προσπάθειας και  υποκρύβει μια ανεξερεύνητη αρχή. Ανεξερεύνητη, διότι πέρα από κάθε όριο κυριαρχεί ο υπέρτατος νόμος του ανεξήγητου. Η εκκωφαντική σιωπή της άγνοιας.
Αλλά οι ηλικίες της διάνοιας είναι πολλές. Η επιστημονική ηλικία αποτελεί την διαλεκτική υπέρβαση του μύθου. Όχι όμως και την εκθεμελίωσή του. Διότι ο κριτικός συμβολισμός δεν κατάγεται από άλλο γένος. Ανήκει κι αυτός στην ίδια σχολή σκέψεως. Ο πολυμαθίης νοῦς της επιστήμης αποτελεί έκπτυξη της αρχέγονης μαγγανείας του πνεύματος για την άλωση του όντως όντος. Για την φαουστική δηλ. ιχνηλασία του κοσμικού νοήματος ως τις παρυφές του οντολογικού μηδενός. Το επιστημονικό πνεύμα, γράφει, είναι η έσχατη επέκταση του μυθικού. Η επιστημονική συνείδηση ωριμάζει αργά και σταθερά αλλά δεν καταφέρνει να ακυρώσει ούτε τις απαρχές του μυθικού πνεύματος, ούτε τις μεταφυσικές προεκτάσεις. Άλλωστε οι μεγάλοι φυσικοί παίρνουν μεταφυσικές θέσεις και ομολογούν πως η φυσική καθεαυτή δεν αρκεί για την ερμηνεία της πραγματικότητας.
Έτσι ο συγγραφέας, μέσα από την μυστηριακή διαπλοκή της επιφάνειας και του βάθους, μέσα από τη δυναμική τους αλληλεπίδραση βλέπει να ξεκινούν οι ορίζοντες του μέλλοντος. Μέσα από την ζεύξη φυσικής και μεταφυσικής, από την αντίστιξη του έκδηλου με το λανθάνον αναζητεί την παγκόσμια σταθερά του πνεύματος. Ιχνηλατεί τη διαπερατότητα του κόσμου. Παύει το σχέδιο που ακολούθησε ο Θεός στη δημιουργία του ανθρώπινου νου.
Και η μεν επιστήμη γεννά ιδέες, αλλά η φιλοσοφία γεννά ιδεώδη. Αυτό αποτελεί ένα άλλο είδος θελγήτρου. Μία μαρμαρυγή που εξακτινώνεται από την ίδια πολυμέριμνη ψυχή. Από το έκπαγλο αντίκρισμα του θαύματος του υπάρχειν στον κόσμο. Η φιλοσοφία είναι η συνέπεια όλων των προηγουμένων συνεπειών. Είναι η σαγήνη του στοχασμού μέσα στην οποία ασπαίρουν αθάνατα ερωτήματα. Είναι η επιστήμη του καθ΄όλου η οποία, ενώ επίμονα αναζητεί τον ‘’πόρο’’, εν τούτοις σταθερά αναπαράγει την ‘’πενία’’ της. Μία ευλογημένη όμως πενία που ξεκινάει από τη μυθική ψυχή για να αναδυθεί στο φως του λόγου. Ο Ν.Μ. γράφει: Οι όροι αγαθόν, εν, θείον, άμεση σύλληψη της ιδέας του απείρου, ενόραση, ύπαρξη, αποτελούν εκφράσεις της φιλοσοφικής πρωταρχής και προσφέρουν στο λόγο τη δυνατότητα του συλλογίζεσθαι.
Ο λόγος του συγγραφέα είναι εμποτισμένος από ένα ουμανιστικό μήνυμα. Αδογμάτιστος αλλά και βαθύνους αναζητεί διαχρονικά την αρμονία και τη μεγαλοπρέπεια του πνεύματος. Ανακαλύπτει τους συντελεστές της επιτάχυνσής του. Τα οντολογικά δηλ. κριτήρια της εντέλειας που υφέρπουν τόσο στη ρέμβη του αρχέγονου μύθου, όσο και στο γεωμετρικό λογισμό. Αν όμως, γράφει, οι θέσεις οι οποίες αναπτύχθηκαν δε στεγάζουν κανένα σύστημα κλειστών οριζόντων, υποκρούουν όμως σαφώς ορισμένες αρχές στις οποίες εδράζεται η πορεία του ανθρωπίνου πνεύματος οι οποίες κυριότερα τρέφουν το φιλοσοφικό λόγο. Πρόκειται για τη ‘’διάσταση’’ του μυστικού, ανεξερεύνητη καθεαυτή, αλλά παρούσα στις κυριότερες σκεπτικές και φιλοσοφικές ειδικότερα κατηγορίες.
Η ΑΜΕΣΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΤΗΤΑ είναι μια υγιής φιλοσοφική γραφή. Διότι διαθέτει την εποπτεία του ιστορικού ορίζοντα σε μεγάλο βάθος. Την εικαστική αντίληψη για την ανασύνθεση της συνείδησης από την αυγή του κόσμου. Μοιάζει με πορεία για μια συνάντηση με τον ξένο εαυτό μας. Διότι όπως πατρίδα μας είναι οι γεύσεις της παιδικής ηλικίας, έτσι και ο φιλοσοφικός λογισμός έχει τις ρίζες του στον φανταστικό κόσμο του μύθου. Τα υψίπεδα πάντα ξεκινούν από τα βαθύπεδα.
Ο Ν.Μ. κατέχεται από τον μανικό έρωτα να προσπελάσει το Mysterium Magnum. Μάλα τοῦ φιλοσόφου τοῦτο τ’ο πάθος, τό θαυμάζειν. Οὐ γάρ ἂλλη ἀρχή φιλοσοφίας ἤ αὕτη, για να θυμηθούμε τον πλατωνικό Θεαίτητο. Έχει όμως την πνευματική εντιμότητα να το επιχειρεί χωρίς γνωστική οίηση. Με επίγνωση δηλ. των ορίων μια και ασπάζεται την αρχή ότι στον κόσμο μας δεν υπάρχουν απόλυτες απαντήσεις παρά μόνο απόλυτα ερωτήματα.
 Το μελέτημα στις 136 σελίδες του κατορθώνει να μεταφέρει το μέγιστο με το ελάχιστο. Αυτό όμως που προσδίδει μια αναγκαστική πυκνότητα η οποία επιβραδύνει τον αναγνωστικό ρυθμό. Αν προστεθεί δε και η εννοιολογική φόρτιση κάποιων φιλοσοφικών όρων με εξειδικευμένο περιεχόμενο –δικαίωμα βέβαια του στοχαστή αλλά αμηχανία του αναγνώστη- το κείμενο ενίοτε παραδίνει τα θέλγητρά του μόνο στην επανάληψη. Ο λόγος πάντως του συγγραφέα καίριος και χυμώδης, διαθέτει την πλησμονή της καλλιέπειας και του δυναμισμού ενός γυμνασμένου εκφραστικού οργάνου.
Ο κραταιός κόσμος δεν άρχισε με μας, κι ούτε θα τελειώσει μαζί μας. Ο βραχύβιος άνθρωπος βιώνοντας το γνόφο του κοσμικού μυστηρίου αναζητεί ένα νόημα. Θέλει να συνθέσει σ’ ένα σύνολο τα σημαίνοντα και τα σημαινόμενα του βίου. Ν’ απαντήσει στο σπαρακτικό ερώτημα της υπάρξεως, που είναι όχι το πώς αλλά το πότε  και το γιατί. Προσφεύγει λοιπόν σε όλα τα μέσα. Μετέρχεται κάθε μηχανή για την άλωση των αιτίων. Ποιητικών και τελικών. Μυθοπλάστης και γητευτής, ιεροφάντης και φιλόσοφος, επιστήμων και καλλιτέχνης, αποτελεί παραλλαγή της αρχέγονης απορίας μπροστά στο δίσημο μήνυμα του κόσμου. Δίσημο διότι εκπέμπεται άλλοτε από το ον και άλλοτε από το μηδέν. Η αγωνιστικότητα όμως της συνείδησης είναι μια πρόκληση στη χαλεπότητα της μοίρας της. Διότι, ανεξάρτητα από τις εσχατολογικές εκβάσεις, η πτέρωση του πνεύματος δικαιώνει την εφήμερη παρουσία του στον κόσμο.
Το πανόραμα αυτού του διαχρονικού παραδαρμού για την ανακάλυψη νοήματος ή έστω για τη χάλκευση μιας υπέροχης παρεξήγησης, μας προσφέρει ο Ν.Μ. μέσα από τη μνημειώδη του τοιχογραφία. Ίδε, λοιπόν, ο άνθρωπος ως τεχνουργός και ως ρέκτης του πνεύματος. Στη μελέτη του όλα συγκλίνουν στην απόδειξη ότι η αλουργίδα μας έχει πανάρχαια ύφανση. Κανένας, συνεπώς, μονισμός δεν καταργεί το ωκεάνειο βάθοςτου πνεύματος. Φτασμένες οι προλήψεις μας σε μια καθαρότητα μαθηματική, θα μας βοηθούσαν να κατανοήσουμε τη βαθύτερη δομή του κόσμου. Το φιλοσοφικό αυτό φθογγόσημο του Οδυσσέα Ελύτη ακούγεται σα γλυκειά μουσική που φθάνει από το μέλλον[39].


Ελένη Χωρεάνθη:
Το κάλλος, ο έρωτας, η φιλοσοφία
Νίκος Μακρής: Έρως και φιλοσοφία, Λογοσοφία, 2001, σελ. 157.
Ο Νίκος Μακρής, δοκιμιογράφος, αρθρογράφος και πεζογράφος, σε όλα τα έργα του επιχειρεί να ανακαλύψει τη φιλοσοφική σταθερά κινήσεως του πνεύματος στη διαποιλιτισμική του πορεία και ιδιαίτερα στη ν ελληνοευρωπαϊκή. Σκοπός είναι, μέσα από την προοπτική του μέλλοντος να οδηγήσει το αναγνωστικό κοινό του στο χώρο της philosophia perennis, της αιώνιας φιλοσοφίας.
Ο φιλοσοφικός ορίζοντας του συγγραφέα είναι ευρύς. Ο λόγος τολμηρά περίπλοκος και εν πολλοίς βαρύς. Το ύφος εξαιρετικά περίτεχνο. Η ανίχνευση των σχέσεων Έρωτα και Φιλοσοφίας είναι μαγικά ζοφώδης, όπως είναι και αυτό καθεαυτό το φιλοσοφικό τοπίο. Και αυτός ακριβώς είναι ο αγώνας και η αγωνία του φιλόσοφου εισηγητή/συγγραφέα: Να ανιχνεύσει και να μας αποκαλύψει το ζητούμενο, αναλύοντας και συνθέτοντας τα φιλοσοφικά δεδομένα σε πανευρωπαϊκό επίπεδο και όχι μόνο, μέσα από έναν ευρύ φιλοσοφικό διάλογο με το κοινό του.
Οι εισηγήσεις που περιλαμβάνονται στο βιβλίο του εντάσσονται σε τρεις ενότητες: Στις Προκείμενες μελετάται ο έγχρονος-έγκοσμος βίος του όντος, η αίσθηση και η αντίληψη, η πρωτογένεια και η επιθυμία, η αισθητική του προσώπου, οι απαρχές και η έκσταση, το ερωτικό στοιχείο.
Ξεκινάει από το γεγονός ότι ο άνθρωπος είναι δέσμιος του πεπρωμένου του. Έτσι δεν είναι σε θέση να συνειδητοποιήσει την ύπαρξή του έξω από την έγχρονη/έγκοσμη κατάστασή του. Τα όρια του ανθρώπου είναι δεδομένα. Η διάρκεια της ζωής του είναι μεν δεδομένη, όχι όμως σαφώς καθορισμένη. Ορίζεται από τη γέννηση που συμβαίνει σε ορισμένο χρόνο και χώρο και   από το θάνατο που έρχεται απρόσμενα και απροειδοποίητα. Ο κύκλος της ζωής, το ‘’φιλοσοφείν’’, κατά την άποψη του Ν.Μ., ο κύκλος του έρωτα και του θανάτου είναι φαύλος. Στην αρχή μου είναι το τέλος μου. Στο τέλος μου είναι η αρχή μου. Και η αρχή μου είναι το τέλος μου, όπως λέει ο Τ. Σ. Έλιοτ σε ένα από τα Τέσσερα κουαρτέτα. Ο συγγραφέας καταλήγει στη διαπίστωση πως αυτό που απομένει στον άνθρωπο ύστερα από την αέναη αναζήτηση της ουσίας στις δαιδαλώδεις ατραπούς της σκέψης είναι το πλήρωμα του έρωτα…η αγαθότητα-αγάπη.
Αντικείμενο της δεύτερης ενότητας είναι ο έρωτας και το κάλλος και  διερευνά τα εξής θέματα: Προμυθικές κι μυθικές αφετηρίες. Πλατωνική και υπερερωτική κοινωνία. Το νόημα του πλατωνικού έρωτα. Έρως και Κάλλος. Πλωτίνος. Έρως και φιλοσοφία. Έρως και χρόνος. Έρως και αγάπη.
Όσον αφορά τις προμυθικές και μυθικές κοινωνίες, ο έρωτας βρίσκεται εκτός, γράφει, είναι συμπαντική θεότητα που αιχμαλωτίζει την ανθρώπινη φύση με υποβλητική δυναμική και αναγκαιότητα. Επομένως, η Μεγάλη Μητέρα-Θεά, η Σελήνη, η Anima ορίζουν σημαντικά το ανθρώπινο και το κοσμικό πεπρωμένο. Με τη διαφορά ότι ο άνθρωπος έχει τη δυνατότητα να αυτοπροσδιορίζεται σε σχέση με το όντως ον και να μορφώνει σύμβολα. Και διατείνεται ότι η πλατωνική φιλοσοφία είναι η μεγαλύτερη επανάσταση του ανθρωπίνου πνεύματος.
Στην Τρίτη ενότητα αναλύει τα θέματα: Ουρανία και Πάνδημος Αφροδίτη –Έρως και έρωτες. Αναφέρεται στις απόψεις του Πλάτωνα και του νεοπλατωνικού φιλοσόφου Πλωτίνου και καταλήγει πως το κάλλος, η αγαθότητα, το αθάνατο πλήρωμα του θνητού όντος, είναι η αρχή της ομορφιάς, η αρχή του έρωτα και της επιθυμίας.
Ακανθώδες κάποτε το οδοιπορικό στα φιλοσοφικά μελετήματα του Νίκου Μακρή για το μέσο, ακόμα και για τον επαρκή αναγνώστη. Για τον ακροατή που έχει άμεση πρόσβαση στο ζωντανό λόγο ίσως όχι. Ωστόσο, με την αναστροφή οικειώνεται, ανοίγει ο δρόμος για κοινωνία με τη φιλοσοφική του σκέψη και συνειδητοποιείται ότι ο χρόνος του παρόντος και ο χρόνος ο αιώνος, συγχωνεύονται και διαλύονται στο ερωτικό γεγονός[40].

Παναγιώτης Βρετάκος:
Ίμερος αθανασίας
Νίκου Μακρή, Μελέτη Θανάτου,
εκδόσεις Δωδώνη, 1988, 194 σελ.
Η φιλοσοφική εργασία του Νίκου Μακρή Μελέτη Θανάτου αναψηλαφίζει το αρχέγονο υπαρξιακό ερώτημα της προσωπικής αθανασίας. Επιχειρεί ν’ ανέβει σ’  αυτό το μυστηριακό κάστρο του οποίου η κορυφή χάνεται στα σύννεφα της μεταφυσικής. Ν’ απαντήσει σ’ ένα αγωνιώδες ερώτημα που η φιλοσοφία όλο το ξετυλίγει, αλλά ουδέποτε το ξεμπερδεύει. Διότι πρόκειται εξ’ ορισμού άλυτη απορία, αφού και ο πιο αιχμηρός συλλογισμός αμηχανεί μπροστά στο ωκεάνειο βάθος της. Πολλά γάρ  κωλύοντα εδέναι, ἣ τε αδηλότης και βραχύς ὤν ὁ βίος το νθρώπου. Εντούτοις το ερώτημα παραμένει αήττητο. Αν κρίνουμε τουλάχιστον από την προσπάθεια των φιλοσόφων που επιχειρούν, αδιαφορώντας για το κόστος, να περάσουν το χάος πάνω στο τεντωμένο σχοινί της μεταφυσικής. Αλλά αυτός ο αγώνας ‘’περί του εσχάτου’’ είναι ατελέσφορος, κι ενώ η μάχη χάνεται, εν τούτοις ο πόλεμος συνεχίζεται. Και τούτο διότι στη φιλοσοφία δεν υπάρχουν αθάνατες απαντήσεις παρά μόνο αθάνατα ερωτήματα. Αυτά τα ερωτήματα είναι τα αιώνια ζώπυρα του πνεύματος που συντηρούν το μεγαλείο της φιλοσοφίας. Που αναπαράγουν τα θέλγητρά της. Που εξάπτουν την υπέροχη ουτοπία ότι θα μπορέσουμε κάποτε να δούμε τι γίνεται πίσω από τις πανύψηλες κορυφές της μεταφυσικής. Επέκεινα της εγκόσμιας ουσίας.
Μια τέτοια εκζήτηση ο Νίκος Μακρής την καθιστά αξιόπιστη στη Μελέτη Θανάτου. Πρόκειται για ένα περίσκεπτο έργο που γράφτηκε ‘’με λογισμό και μ’ όνειρο’’. Για μια νέα ανίχνευση του φιλοσοφικού εδάφους, αλλά και για μια άλλη κατάστρωση του προβλήματος.
                                                *
Ιδού η συλλογιστική του! Ο άνθρωπος είναι ένα ον που προορίζεται για το θάνατο. Ένα έγχρονο ον που τρέχει προς το πεπρωμένο του. Διότι ο χρόνος είναι ο ορίζοντας του μηδενός. Η προσωπική σύλληψη του χρόνο’, γράφει, προϋποθέτει το θνήσκον στοιχείο της ύπαρξης. Αυτή είναι η εξωτερικότητα του όντος. Ταυτόχρονα όμως έχουμε και μια εσωτερικότητα. Μια άμεση πληροφόρηση για τη ζωή η οποία δεν είναι εμπειρική, αλλά περιέχει ‘’υπερβατικά στοιχεία’’. Πρόκειται για την απαρχή του ανθρώπινου είναι. Ο θάνατος βέβαια αποτελεί θεμελιακή συνιστώσα του βίου. Αλλά και μια παρόρμηση για την υπέρβασή του. Μια υπέρβαση που κερδίζεται ‘’με την εμβάθυνση στην οντολογική, στην ηθική και στην αισθητική αλήθεια’’. Δεν υπάρχουν, γράφει, αντικειμενικές αποδείξεις. Η αθανασία του προσώπου δεν προκύπτει από σειρά συλλογισμών. Είναι ορθότερο να μιλάμε για a priori βεβαιότητα. Ωστόσο, η θνήσκουσα συνείδηση αυτοϋπερβαίνεται με το πάθος το οποίο τη σφραγίζει. Η αισθητική συγκίνηση μαρτυρεί περισσότερο από οτιδήποτε άλλο την Πρωταρχή, γιατί αποκαλύπτει και τους οντολογικούς και τους ηθικούς θησαυρούς του προσώπου. Η τέχνη αποτελεί ρωγμή στη σκιά του θανάτου. Για την προσωπική αθανασία δεν υπάρχουν αντικειμενικές αποδείξεις, αλλά αέναη προσωπική μαρτυρία που αναβλαστάνει, που αναδύεται, που αναβλύζει απ’ την προσπάθειά μας να συλλάβουμε τα έγκατα του είναι μας. Και η οντολογική και η ηθική και η αισθητική θεώρηση της αθανασίας αυτό μας πληροφορούν.
                                                *
Με όλα αυτά η εγρήγορη συνείδηση του φιλοσόφου επιχειρεί να συλλάβει το κρυπτικό νόημα του αιτήματος της αθανασίας. Ανιχνεύει το κίνητρο των εξαιρέτων πράξεων και των μνημειακών έργων. Τον οίστρο της υστεροφημίας και το αίτημα της υπέρβασης.
Η προβληματική του θανάτου αφορά την ίδια τη ζωή. Διότι τιθεμένου του ενός αίρεται η άλλη. Και διότι μία αρνητική απάντηση στο αίτημα της προσωπικής αθανασίας ακυρώνει τη μεταφυσική διάσταση της ύπαρξης. Αλίμονο αν πιστέψουμε ότι όλα τελειώνουν με το θάνατο. Πρόκειται συνεπώς για την οντολογία του βίου. Για το αρχέγονο ερώτημα του όντως όντος. Για την υπαρξιακή διάσωση ή τη συντριβή μας.
Κατά τούτο η Μελέτη Θανάτου του Νίκου Μακρή είναι μια αναζήτηση των ορίων. Είναι ένας εύτολμος λόγος για το μέγα αίνιγμα. Μια κινδυνώδης αναρρίχηση στις κλιτύες του μυστηρίου. Το τίμιο κέρδος από μια τέτοια αποκοτιά είναι η ενδυνάμωση της φιλοσοφικής ευψυχίας. Είναι η αγωνιστικότητα του φιλοσοφικού πνεύματος που δεν προσφέρει μεν εσχατολογική παραμυθία θρησκευτικού τύπου, αλλά που κομίζει το μήνυμα του μαχόμενου ουμανισμού. Μια και η φιλοσοφία ουδέποτε εγκαταλείπει την προσπάθεια κατανόησης της ανθρώπινης μοίρας.
Ο Νίκος Μακρής διαθέτει τον οπλισμό της φιλοσοφικής παιδείας αλλά και την πτητική ικανότητα απογείωσης. Τό γε φιλομαθές καί φιλόσοφον ταυτόν. Διαθέτει τη ρεαλιστικότητα αλλά και την ποίηση. Την περίσκεψη αλλά και την αισιόδοξη ματιά. Στοιχεία που συνθέτουν έναν ελληνικού τύπου περσοναλισμό ανοιχτών οριζόντων[41].

Κώστας Παπαπάνος:
Νίκου Μακρή, Ο Διαμελισμός του Ιππότη, ηρωική τραγωδία, εκδόσεις συντροφιά, 1988.
Η λαχτάρα κι ο αγώνας της ψυχής –λόγος αυτο αὒξων, κατά τον Ηράκλειτο- που, κυριαρχώντας πάνω στο σκήνωμά της, -άχθος βαρύ των στεναγμών της, ταφόπετρα των μύχιων λογισμών της- ν’ αναβεί ψηλά, στου Υπερίωνα τη χώρα, είναι η θεματική του βιβλίου αυτού του κ. Μακρή. Εμφανίζοντάς την ως Ιππότη που γεμάτος πάθος και περηφάνια ξεκινάει με άτι και με ηνίοχο το νου –που είναι ικανός να διαφεντεύει με παλμό/ ψυχή και σκέψη/ στην ανεμόσκαλα, στο δύσβατο γκρεμό…, περιγράφει και καταγράφει όλες τις συντυχιές της σ’ αυτή την άνοδό της. Πρώτη τη συνάντησή του με τους Σάτυρους και τους Σειληνούς, που του είπαν να πισωγυρίσει, μ’ αν αποφάσιζε να ‘μενε μαζί τους άγρια ομορφιά, σκληρή απόλαυση/ χαρά και λύπη τον προσμένουν, αφήνοντάς τον με τη δήλωση ότι θα γύριζαν ύστερ’  από δύο μέρες για την απόφασή του. Απόκοντα με την Αυγή, το πρώτο και το τελευταίο χάδι της ημέρας, που τον οδήγησε στην Ημέρα, που οι καρποί είναι γλυκύτεροι από την Αμβροσία, κι απόκοντα στη Σοφία, όψη Θεού, που του ζήτησε να μην επιμείνει να προκαθήσει στο θρόνο της τον ιερό, γιατί της θείας τελειότητας η χαρμονή/δεν είναι των θνητών ημέρα/δεν τους δόθηκε να πάνε παραπέρα/εκεί που το μηδέν γίνεται άβυσσος/ανέκφραστο μυστήριο του πατέρα…Στη συνέχεια, αφού πέρασε από τα δώματα της Αρετής, με τον Προμηθέα που, ξεψυχώντας πάνω στο βράχο, του ζήτησε να γίνει βοηθός του, λέγοντάς του χθόνιος ας είμαι, μα το βασίλειο των θνητών δε λέει να λυγίσει δείχνοντάς του σύγκαιρα το Ζαρατούστρα –των ακρωρειών δραγάτη –που πρόβαλε απ’ την απόκρυμνη κορφή/ωραίος την όψη, αγέρωχος,/νέος και μεθυσμένος που με πολλά που του είπε, του μίλησε και για τη ‘’σκληρότητα’’ που θέλει η ζωή. Ακόμα, με τον Ιάσονα, που οδηγούσε την Αργώ/στις χάρες των αφρών και που ζητώντας του να πισωγυρίσει, γιατί κινδύνευε να πνιγεί, ο Ιάσονας του απάντησε πως η ‘’κρηπίδα’’ της πόλης και του πολιτισμού βρίσκεται στους ισχυρούς της γης. Και απόκοντα με τον Οδυσσέα που, ξέμπαρκος σε κήπο Εσπερίδων/καθότανε κατάκοπος και του είπε λόγια σοφά, σκέψεις βαθιές, σοφίας λογισμό, αφήνοντάς τον με την απόφαση να γύριζε στην πόλη του, στο σπίτι του…για να ζήσει αγνά, απλά σαν της Σοφίας τέκνο. Όμως, περνώντας το δρυμό, έπεσε πάνω στο Σάτυρο και το Σειληνό, που μη έχοντας λησμονήσει το λόγο που τους έδωσε πριν στα ύψη περάσει, βάλθηκαν να τον κατηγορούν ότι η έκσταση των ουρανών δεν είναι αληθινή/γιατί ξεχνάει της γης το φως/τη δύναμη της σάρκας/το σθένος των αισθήσεων,/τη μέθη των μελών και πως η Σοφία της ψυχής είναι το θερμομέτρι. Στη συνέχεια με το Διόνυσο, σ’ ένα μεγάλο γλεντοκόπι που ‘καναν μασκαράδες ντυμένοι δέρματα αρκούδας/και διαλαλητάδες… που τραβολογώντας τον σε μιαν ακρογιαλιά αφού του τραγούδησε τόσο όμορφα, που η μελωδία του ημέρευε, το δάσος το απάτητο, του είπε και αυτός πως η Αυγίτσα, η Ημέρα και η Σοφία που είχε συναντήσει είναι της άυλης της σάρκας τους φαντάσματα σεπτά/που αρνήθηκαν τη φύση τους/πάμπτωχες Εστιάδες… ζητώντας του σύγκαιρα να στοχαστεί, ύστερ’ από όσα είδε, μοναχός του και ν’ αποφασίσει αν θα ‘μενε κοντά του, αλλιώτικα να ‘παιρνε το δρόμο της φυγής. Όμως, ως αποτραβήχτηκε να στοχαστεί τον πήρε ο ύπνος με πλήθος όνειρα κι όταν ξύπνησε είδε δίπλα του τον Σειληνό, που θυμίζοντάς του ότι τον περίμεναν για να δώσει την απάντησή του, τον τράβηξε κατά ‘κει. Ως πορεύονταν θυμήθηκε  την Αυγή, την άπεφθη Ημέρα/αγκάλιασε αδιάστατα του κόσμου τη Σοφία που μ’ άλλα πολλά του είπε: Τήξη και πήξη είμ’ εγώ/πύκνωση κι αραίωση της άυλης ουσίας…Όμως, δεν κάνω τις αισθήσεις/Είμαι η αιώνια τάξη του. Απόκοντα βρέθηκε στους ώμους του Διόνυσου που άρχισε να χορεύει, ενώ οι ‘’όμοιροί’’ του, του υπόσχονταν γιορτές, τραγούδια, κίνηση, εκστατική μαγεία. Κι ενώ το πνεύμα του ανέβαινε, η σάρκα του κρατιόταν/ακολουθώντας το ρυθμό του άπληστου Διονύσου, ώσπου έστησε κι αυτός χορό με μια μουσίτσα λυγερή, γυμνή, πανώριας θέας, γλιστρώντας μαζί της στης ηδονής το μέγα ωκεανό. Θέλησε κάποια στιγμή να θυμηθεί της Σοφίας τα δώματα, την άσπιλη χαρά. Όμως, ήταν μακριά, πολύ μακριά, δεν έφτανε ο νους του, επαληθεύοντας το λόγο του Πλάτωνα, ότι λίγες φορές και για λίγες στιγμές η ανθρώπινη ψυχή κατορθώνει να ανυψωθεί στην ‘’ενόραση’’, στη ‘’θεία έλλαμψη’’.
Ηρωική τραγωδία χαρακτηρίζει τούτο το έργο του ο κ. Μακρής. Κι είναι σίγουρα, αφού εμφανίζεται σύγκρουση του ήρωα-ψυχής με το πεπρωμένο του. Το πεπρωμένο κάθε θνητού που έχει αδράξει τη συνείδησή του και τον οδηγεί στην καταστροφή, παρόλο που το υποσυνείδητό του, με τις σκέψεις, τις ιδέες, αισθήματα μιας ολόκληρης ζωής, προσπαθεί μάταια να φέρει αντίσταση. Όπως και με τον ήρωά μας, που στην προσπάθειά του να ξεφύγει από του Διόνυσου τη χώρα και ‘’να ‘φτανε αγέρωχα στο θείο ουρανό’’ τον πρόφτασαν οι Σάτυροι και οι Σειλινοί και τον κατακομμάτιασαν. Άρπαξαν τα ποδάρια του διαμέλισαν το σώμα/νέκρωσαν το κεφάλι του νέκρωσαν την καρδιά/καθώς ακούστηκε… η κραυγή του ζητώντας βοήθεια από τον Ουρανό και η θεία Σοφία: Θεία Σοφία, ουρανοί, απλώστε την καρδιά σας,/πάρτε του έρμου του θνητού τη δύστηχη ψυχή… Η  ίδια αιώνια επίκληση του κάθε θνητού την ώρα την κρίσιμη και μεγάλη.
Ακόμα και προσπάθεια ποιητικής έκφρασης πνευματικών ενορμήσεων. Κ’ ειν’ έτσι. Αλλά και μια έκρηξη, μια εκτίναξη, θα ‘λεγε κανείς, μιας φαντασίας πυροδοτημένης μ’ αποστάγματα από βαθιές και πλατιές μελέτες της αρχαιοελληνικής γραμματείας και ξέχωρα της φιλοσοφίας καθώς και της νεώτερης –μαζί κι αυτής του Νίτσε, παρόλο που πολλοί δεν τον παραδέχονται ως φιλόσοφο- καθώς και προσεκτικής μελέτης της επίγειας ζωής και της στάσης της ψυχής. Πέρα και πάνω απόλα πρόκειται για έναν ακεραιωμένο ποιητικό λόγο, άπεφθης μουσικότητας και ρυθμού λέξεων, που λάμπουν από πληρότητα και νοηματική καθαρότητα, φθάνοντας στον δυσμένο λόγο, που θέλει ο Αριστοτέλης για την τραγωδία που τη θεωρεί ως την τελειότερη μορφή του ποιητικού λόγου. Ευθύβολοι στοχασμοί για την αγάπη και την αλήθεια, την αλητεία και την περιπέτεια, την πρόοδο, τον πολιτισμό και τη δύναμη και καίριες επισημάνσεις για τη βάσανο της ψυχής απ’ του κορμιού τα πάθη, που ανταποκρίνονται στο βέλτιστον  μιμεῖσθαι βούλεται τῶν νῦν, που κατά τον Αριστοτέλη πάλι πρέπει ν’ αποβλέπει η τραγωδία. Πλήθος και οι παραστατικές εικόνες κι εξαίσιες οι περιγραφές και οι παρομοιώσεις: Η Δύση ολοπόρφυρη/σκόρπαγε τους σαπφείρους/αλάφρωνε τα σύννεφα/τα ‘καν χαρωπά/των λόφων οι πλατιές κορφές/στολίζονταν χρυσάφι/οι άσπρες χαίτες λίκνιζαν την κυανή βροχή. Κι ακόμα: ……ώσπου η σελήνη η αργυρή υψώνονταν ατόφια/σκουραίνοντας ολόστοργα το απαλό της φως/χρυσώνονταν τα πέλαγα, λίκνιζαν οι κορφούλες/το ποταμάκι δεξιά φωτίζονταν κι αυτό/μούσες, νεράιδες κι όμορφες κοπέλες ξεντυμένες/έμπαιναν κι έβγαιναν απλά σαν ίσκιοι του φωτός. Κοντολογίς ένα βιβλίο που τέρπει, συγκινεί και προβληματίζει για τον αγώνα και την αγωνία της ψυχής ν’ αποκτήσει εκείνη την ‘’έλλαμψη’’ που την αποκτά με την απάρνηση της χυδαίας χλιδής των παθών του σώματος και των ψευδαισθήσεων[42].


Ορέστης Αλεξάκης:
Νίκου Μακρή, Το άσπιλο του θανάτου, δοκίμιο, Οι Εκδόσεις των Φίλων, 1996, 114 σελ.
Δεν είχα σκοπό να σχολιάσω αυτό το βιβλίο, όταν, δύο ολόκληρα χρόνια μετά την έκδοσή του, ξεκίνησα να το διαβάζω. Απλώς, ο τίτλος του αρχικά και μια ματιά που έδωσα, αμέσως μετά, στα περιεχόμενά του, τράβηξαν την προσοχή μου. Ο Θάνατος, ως το αυτονόητο παραπλήρωμα της Ζωής, τροφοδοτούσε πάντοτε τους φιλοσοφικούς προβληματισμούς μου. Θυμάμαι με συγκίνηση, το ενδιαφέρον που μου είχε προκαλέσει, στα χρόνια της εφηβείας μου, ένα εκτενές κείμενο με τα ίδιο θέμα, του γνωστού Βέλγου θεατρικού συγγραφέα, Μωρίς Μέτερλιγκ. Το γεγονός όμως, ότι γράφω σήμερα, έστω δηλ. τόσο καθυστερημένα, τούτο το σχόλιο, ας ερμηνευθεί ως εκδήλωση συμπάθειας μα και συμπαράστασης προς τον έφηβο –μικρό ή μεγάλο- που, όπως εγώ άλλοτε, διακατέχεται από ανάλογες ανησυχίες. Στον οποίο συνιστώ αυτό το βιβλίο.
Στην πραγματικότητα πρόκειται, όχι για ένα δοκίμιο, αλλά για ένα μικρό συρμό αλληλοσυνδεομένων δοκιμίων. Ένα συρμό που προσεγγίζει κυκλοτερώς το μυστήριο του θανάτου. Τι εννοώ λέγοντας κυκλοτερώς; Εννοώ ότι ο συγγραφέας δεν διαπράττει το σφάλμα να θέτει ως στόχο της μελέτης του την ευθεία και εις βάθος προσπέλαση του μυστηρίου του θανάτου, την διερεύνηση δηλ. με φιλοσοφικούς όρους, του εκείθεν της ζωής ανεξερεύνητου πάντοτε πεδίου. Εξετάζει το φαινόμενο εκ των έξω, ως κατέναντι ιστάμενο, ως ορώμενο δηλαδή από την πλευρά της ζωής, της μόνης περιοχής όπου μετά βεβαιότητος φύεται και αναπτύσσεται ο γνήσιος φιλοσοφικός στοχασμός. Η υπέρβαση των ορίων της ζωής δεν πραγματοποιείται με την αμιγή φιλοσοφική σκέψη, όπως μας διδάσκει μεταξύ άλλων ο μέγας Καντ, αλλά με το μεταφυσικό βίωμα. Όμως ο κ. Μακρής, αν και θιασώτης του μυστικισμού, στην προκείμενη περίπτωση φιλοσοφεί. Και φιλοσοφεί όχι μόνον εν-συνείδητα, αλλά και ευ-συνείδητα, με συναίσθηση ευθύνης. Τα δέκα συνολικά δοκίμιά του –ή έστω δέκα κεφάλαια του δοκιμίου του-  από τα οποία το τελευταίο αποτελεί την κατακλείδα των προηγουμένων, συνιστούν αναβαθμούς μιας κλίμακας, στην κορυφή της οποίας αναμένει, ως περίπου λογικό επακόλουθο, η μεγάλη αποκάλυψη. Μια αποκάλυψη όμως που, όντας υπερβατική, θα προετοιμασθεί μεν κατάλληλα από τον φιλοσοφούντα συγγραφέα, η τελειωτική της όμως βιωματική πλέον κατάκτηση, θα αφεθεί στον ώριμο αναγνώστη. Εξάλλου, όπως ο ίδιος μας διαβεβαιώνει ο θάνατος δεν προσεγγίζεται μυστικά αν η ζωή η ίδια η ζωή μας δεν προσεγγισθεί μυστικά…
Το θνήσκειν, ως διαδικασία που συνυφαίνεται απόλυτα με την διαδικασία της ζωής, το πεπερασμένο σε αντιδιαστολή με το άπειρο αλλά και ως ο μόνος έγκυρος κατοπτρισμός του, ο ηθικός κανόνας και η αισθητική συγκίνηση (το καλόν και το κάλλος), ως η εμφάνεια της ιερότητας, η απόσταση, ως η αυτοσύλληψη του Εγώ κατέναντι στο Εσύ και παράλληλα η εγγύτητα, δηλ. η αναγνώριση του συμ-μετέχοντος στο άπειρο Εσύ, ως του προσφιλούς ή ερωτικού Πλησίον, το μηδέν ή το άπειρο, σε αντιπαραβολή με το πεπερασμένο αλλά και ταυτόχρονα ως πηγή και μήτρα του πεπερασμένου και ως η περιεχοντική του έννοια, κατά την διατύπωση του Γιάσπερς, αυτά και άλλα φιλοδοξούν να μας οδηγήσουν σταδιακά σε μια διεύρυνση των αντιληπτικών και συλλογιστικών μας δυνατοτήτων, μια διαπλάτυνση και εμβάθυνση του οπτικού μας πεδίου, έτσι ώστε, να σκιαγραφηθεί τελικά στο βάθος του, αυτό που πιο πάνω ονομάσαμε μυστική αποκάλυψη. Σκιαγραφείται όμως πραγματικά; Σαν ένα δηλαδή πειστικό συμπέρασμα; Θα έλεγα ότι αυτό εξαρτάται από τον αναγνώστη. Από την δεκτικότητά του, την ιδιοσυστασία του, τις φιλοσοφικές του προδιαθέσεις κυρίως. Σήμερα πλέον, δεν μπορεί να περιμένει κανείς από την φιλοσοφία ούτε μιαν απόλυτη, ούτε μια πρωτότυπη αλήθεια. Όλα ήδη έχουν τεθεί, διατυπωθεί, απαντηθεί. Και ίσως θα έπρεπε να μιλούσαμε για το θάνατο της φιλοσοφίας, όπως ο Κώστας Αξελός, αν μέσα στην ανθρώπινη ψυχή δεν εξακολουθούσε να ζει και να πάλλεται –ακόμη και σ’ αυτήν την αντιπνευματική εποχή στην οποία ζούμε- κάποιο ανεξήγητο κάτι, που επιμένει να ρωτά, έστω κι αν δεν προσδοκά απόκριση. Προσδίδοντας όμως με την δραματική του επιμονή, μίαν οιονεί αισθητική αυταξία στο διαιώνιο φιλοσοφικό ερώτημα και θέτοντας έτσι το θέμα για έναν επαναπροσδιορισμό της φιλοσοφίας ως  τέχνης του λόγου.
Ας μου επιτραπεί να τελειώσω με μίαν ευχή. Που την απευθύνω, με αφορμή το συγκεκριμένο βιβλίο, σε όλους όσοι υπηρετούν στις μέρες μας, αυτό το δύσκολο είδος, δηλ. τον φιλοσοφικό στοχασμό. Ας μην χρησιμοποιούν μίαν αυστηρά ακαδημαϊκή και περίκλειστη γλώσσα. Χωρίς να προβαίνουν βέβαια σε εννοιολογικές παραχωρήσεις, ας προσπαθούν να γίνονται περισσότερο εύληπτοι, περισσότερο προσεγγίσιμοι, θα ‘λεγα περισσότερο ελκυστικοί, από αυτούς προς τους οποίους θα πρέπει να προσβλέπουν κυρίως. Δηλαδή τους νέους[43].


Ε. Ν. Πλατής:
Συμβολή στη φιλοσοφική μας σκέψη και γλώσσα.
Νίκου Μακρή, Αμεσότητα και Εξωτερικότητα, Αθήνα, Συντροφιά, 1987, 141 σελ.
Θα χαρακτήριζα το τρίτο Μέρος το κατεξοχήν σημαντικό του βιβλίου του Νίκου Μακρή Αμεσότητα και Εξωτερικότητα ως σχεδίασμα ή μάλλον όχι ως σχεδίασμα, αλλά ως περίληψη ενός φιλοσοφικού έργου ολοκληρωμένου κατά τις κύριες δομές, που όμως ο συγγραφέας το κρατάει ακόμη μέσα στο νου και την ψυχή του. Ο ασκημένος και προσεκτικός αναγνώστης συλλαμβάνει μέσα σ’  αυτή την περίληψη, αχνά βέβαια, ένα έργο στο οποίο με νηφαλιότητα, απροκαταληψία και υποδειγματική φωτεινότητα νου και ευρύτητα καρδιάς πραγματώνεται μία εκπληκτική, πέρα απ’ τις αντιθέσεις, σύνθεση των γενικών φιλοσοφικών κατακτήσεων του ελληνοευρωπαϊκού πνεύματος, μάλιστα κατά τον αιώνα μας μέσα σε μια ατμόσφαιρα διαιώνιας και με τούτο καθαρμένης απ τις ιδιαιτερότητες μυστικής σοφίας. Μία σύνθεση απλή στη βάση και στην οργάνωση, μεγαλειώδης στην καθολικότητά της, θαυμαστή για την επιβεβαιούμενη αβίαστα στην ενόραση και πειστικότατη, έτσι, έδραση των εννοιών της στα ‘’πράγματα’’, στις γενικότατες γραμμές των ίδιων μας των ανεπεξέργαστων διανοητικά βιωματικών δεδομένων και ακόμη πιο πολύ θαυμαστή για το αδογμάτιστο και μη σχηματικό, το οργανικό της διαλεκτικής της πρόσβασης, πλοκής και ανέλιξης. Τολμώ να πω –κι ας το δεχθεί ως ‘’δαιμονίαν υπερβολήν’’  έστω ο καλοπροαίρετος αναγνώστης- ότι ίσως το διορώμενο αυτό έργο θα είναι, κατά το διαλεκτικό τουλάχιστον στοιχείο του, το αιτούμενο, το αναμενόμενο των καιρών που ανατέλλουν.
                                                *
Από ελάχιστες έννοιες ξεκινά η εμπνευσμένη αυτή οικοδόμηση: Είμαστε υποκειμενικότητες που κοινωνούμε άμεσα με τα πράγματα (μας εγγίζουνε και μας αγγίζουν (αίσθηση) τα οποία παράλληλα αντιλαμβανόμαστε (εξίσου πρωταρχικό δεδομένο) ως ετερογενή  μες τον ομογενή χώρο. Από το διακοινωνείν της αίσθησης και της αντίληψης, από την άμεση, δηλαδή, επαφή του υποκειμένου με το επιστητό, επαφή η οποία δεν οφείλεται ούτε στην αντίληψη αποκλειστικά, ούτε στην αίσθηση, προκύπτει η ενόραση η οποία και εγγράφει την εξωτερικότητα στη συνείδηση του όντος, είναι δηλαδή κάτι σαν ένα πρωτοσυνειδησιακό  νοείν (όλα σελ. 92-93).
Εδώ σταματάω̇  κι αυτή η ελάχιστη παρουσίαση που έκανα είναι παρακινδυνευμένη, επειδή, ως άκρως εξαπλουστευτική, είναι παρανοήσιμη. Έτσι, περιορίζομαι να συστήσω εκθύμως στους φιλοσοφούντες την ανάγνωση του συστηματικού αυτού Μέρους του βιβλίου.
Είναι αλήθεια ότι η κοινωνία μ’ ένα τέτοιο φιλοσοφικό έργο περιληπτικά διατυπωμένο είναι δυσχερέστατη. Κι αν ο αναγνώστης κατορθώνει στην αρχή να το κατέχει –αλλιώς περιττό να προχωρήσει-, βαθμιαία όμως διαρρέουν (το λέγω από προσωπική πείρα) μεσ’ από τις ακρότατα εντεταμένες λαβίδες του πνεύματός του πολύτιμα στοιχεία, όχι τόσο κατά την  κατανόηση των συνειδητοποιήσεων –των εδρασμένων στα πράγματα εννοιών- όσο κατά την εσωτερική παρακολούθησης της διαλεκτικής οικοδόμησης, κατά την κατανοητική αλλά και ελεγκτική συμμετοχή σ’ αυτή. Το Μέρος αυτό δεν ξεπερνά τις 52 σελίδες (57-59 και 88-136). Βέβαια, υπάρχουν στην ιστορία της φιλοσοφίας συνεπτυγμένα φιλοσοφικά έργα̇ όμως είναι ολίγιστα και μόνο με ενδελεχή υπομνηματισμό συμπληρώνεται η ελλείπουσα παραστατικότητα και πληρότητα της εκθέσεως.
                                                          *
Τα δύο πρώτα Μέρη τα συνέταξε ο συγγραφέας ως εισαγωγικά στο Τρίτο, το και κύριο Μέρος. Αποτελούν συνοπτικότατες ιστορικές επισκοπήσεις των προμονοθεϊστικών πραγματώσεων του μυθικού πνεύματος και των επεκτάσεών του (με την αστρολογία, τη μαγεία, την αλχημεία και τη θεοσοφία), του από την ελληνική αρχαιότητα έως σήμερα επιστημονικού πνεύματος, του φιλοσοφικού ελληνοευρωπαϊκού πνεύματος και τέλος του μυστικού, πολυθεϊστικού και μονοθεϊστικού, πνεύματος. Ο συγγραφέας διελαύνει ανήσυχα και εκζητητικά, διαλέγεται με τους μύστες, μαθαίνει και εμπλουτίζετα’, όπως γράφει ο ίδιος, ώστε να μπορέσει τέλος να προχωρήσει στην πτέρωση (όλα σελ. 3), στη δική του δημιουργία. Προσωπικά έχω βαθιά προκατάληψη κατά των ιστορικών επισκοπήσεων και μάλιστα των μη διεξοδικών –πολύ περισσότερο κατά των σύντομων. Μ’  αυτές μπορεί κανένας να οδηγήσει σε όποια συμπεράσματα θέλει. Εξάλλου τα Μέρη αυτά, όπως είναι διατυπωμένα, είναι σε αρκετά σημεία δυσνόητα και μόνο από το κύριο Μέρος μπορούν να διαφωτισθούν. Γι’  αυτό φρονώ ότι έχουν την αξία επιστηριγμάτων μάλλον̇ αν μάλιστα, υπ’ αυτή τη μορφή, διευρύνονταν επάξια ή και συγκροτούνταν σε αυτοτελή έργα, με το κύρος που έτσι θ’ αποκτούσαν της αυτοτελούς πραγματείας θα εκπλήρωναν και αποτελεσματικότερα την επιστηρικτική τους λειτουργία.
                                                *
Το όλο βιβλίο πλουτίζει τη φιλοσοφική μας γλώσσα με μερικούς πολύ αξιόλογους και εσωτερικά δικαιωμένους όρους και εκφράσεις όπως πληρωματική κενότητα, εμμεσοποιημένη πληρωματικότητα, συνειδησιακή πληρότητα-, αλλά και την εν γένει λόγια γλώσσα μας με λέξεις κοινές που χάρη στη σύνθεση με μία πρόταση έχουν αποκτήσει αποχρωσιακούς ιριδισμούς– όπως διακοινωνώ, διάπειρος, αποδιαστέλλομαι, επισκηνώνω, εκζητώ. Τέτοια εμπρόθετα απαντώνται τελευταία και σε μερικούς άλλους συγγραφείς. Ίσως όμως η κατά κανόνα και όχι κατ’ εξαίρεση χρήση τους προκαλεί την αίσθηση μιας εκζήτησης. Υπάρχουν και λάθη γλωσσικά –όπως συρράφω (σελ. 126) (==συρράπτω ή έστω συρράβω), προτυπώθηκε (σελ. 126) (δηλαδη έχει αναγραφεί στο βιβλίο σε προηγούμενη σελίδα), εγκοσμοποιώ (σελ. 113 κ.α.) (κι αν έγινε ανεκτός ο έγκοσμος αντί εγκόσμιος, πάντως όχι το εγκοσμοποιώ- καθώς και κάποιες δημοτικιστικές δογματικότητες αταίριαστες με την όλη καλλιέργεια του λόγου (όπως ‘’κατ’ εξοχή’’, ‘’του υποκείμενου’’). Έχουν παρεμβληθεί και μερικές τυπογραφικές αβλεψίες που δυσκολεύουν το ήδη δυσνόητο κείμενο. Και η υπέρπυκνη στοιχειοθέτηση του βιβλίου το αδικεί απαράδεκτα.
Γενικά ο συγγραφέας εκφράζεται καίρια και όχι παραστατικά̇  εκφράζεται με τέτοια σφριγηλή ισχνότητα ώστε λες και μεταβαίνει από τον ένα στοχασμό στον άλλο βαδίζοντας όχι πάνω στο έδαφος, αλλά πάνω σ’ ένα τεντωμένο σκοινί. Θα έλεγα ότι του αρκεί να είναι το κείμενό του κατανοητό και πειστικό σ’ αυτόν τον ίδιο. Κατά τη γνώμη μου  δικαιούται ένας συγγραφέας –ίσως είναι και το πιο άξιο- να έχει απέναντί του, γράφοντας, μόνο τον εαυτό του, αλλά ως το ALTER EGO του̇  το οποίο έτσι και θα κατανοεί, όπως το εγώ του συγγραφέα, το κείμενο αλλά και, ως ‘’έτερον’’, θα απαιτεί, όπως ένας αναγνώστης, από το κείμενο κατανοητότητα̇  θα λειτουργεί δηλαδή ως ο ιδανικός αναγνώστης[44].

Γιώργος Μαγγιώσης:
Νίκου Μακρή, Είναι και διαθλάσεις του ποιητικού λόγου, Δωδώνη, 1989, 172 σελ.
                   ‘’Η ποίηση εκφράζει τον παλμό του όντος’’
Από τον Πλάτωνα ως τον Χάιντεγγερ η ποίηση κατείχε πάντα εξέχουσα θέση στο στοχασμό των φιλοσόφων. Σ’ αυτήν την παράδοση εγγράφεται και η προσπάθεια του συγγραφέα να πολιορκήσει φιλοσοφικά τις ρητές και τις άρρητες διαστάσεις του ποιητικού λόγου. Στο πρώτο Μέρος του βιβλίου εξετάζονται οι αφετηρίες του ποιητικού λόγου καθώς και η σχέση του με τον μύθο και τα δεδομένα της αίσθησης. Στο δεύτερο Μέρος ιχνηλατούνται οι γενικότερες μεταφυσικές αρχές στις οποίες ερείδεται η ποίηση, ενώ το βιβλίο ολοκληρώνεται με την εκτενή αναφορά του φιλοσόφου στο ποιητικό έργο του Τάκη Αντωνίου.
Από τον πλούτο του βιβλίου αξίζει να επισκοπήσουμε εγγύτερα τις αποκαλυπτικές σελίδες για τη σχέση ποιήσεως, μύθου και μυθικού πνεύματος. Δεν είναι τυχαίο ότι η ποίηση  γεννιέται στα σπλάχνα του μύθου κι ανδρώνεται στον κόσμο του. Ο μύθος είναι προσπάθεια να φωτισθούν οι απαρχές του κόσμου και της ζωής υπό το πνεύμα της θείας επιστασίας. Καθώς ο άνθρωπος φλέγεται από την επιθυμία επίψαυσης του εσχάτου καθιστά τον κόσμο κάτοπτρό του προσπαθώντας να συμβιβάσει κοσμικό και θείο είναι. Εξάλλου το μυθικό πνεύμα αποτελεί προσπάθεια να αυτοερμηνευθεί ο άνθρωπος υπό το φως των απαρχών του και της ιστορικής εμπειρίας. Αυτές τις μυθικές αφετηρίες ο μεγάλος ποιητής τις αναβαπτίζει δυναμικά στον υποκειμενισμό του καθιστώντας έτσι δυνατή, μέσα από το έργο του, την έγχρονη εμβίωση των αρχετυπικών προσφορών του μυθικού πνεύματος. Συχνά βέβαια το μυθικό πνεύμα από το οποίο εμφορείται ο ποιητής καταλήγει στον προμηθεϊσμό, στην τραγική και τιτάνια αναμέτρηση του ανθρώπου με τις απαρχές του, με το θείο (Μπωντλαίρ). Αυτό δεν πρέπει να ξενίσει. Η τέχνη της ποιήσεως είναι απροσμέτρητη, γι’  αυτό και οι απαρχές μπορούν να πάρουν όχι μόνο θετική αλλά και αρνητική τροπή. Και τότε ακόμη η ποιητική μαρτυρία έχει αξία διότι μας αποκαλύπτει το είναι της ιστορικότητας και τον έγχρονο μεταβολισμό του θεϊκού.
Ας επιμείνουμε όμως και σε ένα άλλο σημείο. Λέγει ο συγγραφέας πως η ποίηση είναι εκστατική. Καταλύει βέβαια την αιχμαλωτίζουσα σιωπή και το θάμβος που προσφέρει η στάση, γρήγορα όμως την εγκαταλείπει και επιστρέφει ορμητικά στο κοσμικό κατάλυμα για να περιβληθεί την χλαμύδα των κοσμικών κατηγοριών ως έκφραση ποιητική. Από εδώ αρχίζει η αγωνιώδης και βαρύμοχθη προσπάθεια  του ποιητή να εκφράσει το ανέκφραστο, να διαθλάσει το άρρητο σε ρητές διαστάσεις, να εγκοσμοποιήσει συμβολικά την παρθενική πρωταρχή, ό,τι ο ίδιος έχει εσώτατα εμβιώσει. Αναγκαστικά η ένσαρκη έκφραση του εμβιούμενου, το λέγειν της ποιήσεως θα χρησιμοποιήσει το όχημα των μορφών και των σχημάτων της εξωτερικότητας, όπως η τελευταία συλλαμβάνεται από το άμετρο της αισθητικής εμπειρίας η οποία διαχέεται στην χωρική ομογένεια. Αυτό σημαίνει όμως ότι τόσο τα αισθήματα, όσο και τα συναισθήματα που ερείδονται επί των πρώτων, δεν είναι απολύτως υποκειμενικά, δεν ανήκουν απόλυτα στον ποιητή, αλλά συνιστούν προσωπική έκφραση του είναι της αμεσότητας στη συνάντησή του με τις δυνάμεις και το γίγνεσθαι της εξωτερικότητας.
Υπό αυτό το φιλοσοφικό πρίσμα η ποιητική μαρτυρία του Τάκη Αντωνίου είναι πολύτιμη καθώς όχι μόνο αναχωνεύει μέσα της πλήθος μυστικά, φιλοσοφικά, θεολογικά και μυθολογικά στοιχεία, αλλά και καθώς παίρνει ορισμένες φορές θεουργικές και εωσφορικές διαστάσεις, για να κατακυρωθεί όμως τελικά ως αιώνια προσπάθεια του ανθρώπου να ανταυγάσει το αόρατο στο ορατό[45].


Διονύσιος Κωστίδης
Νίκος Μακρής, Το Τέλος της Νοσταλγίας, Δρόμων, 2002, 287 σελ.
Νοσταλγικές μνήμες, αλλά και ζωηρότατες  απεικονίσεις προσώπων, πραγμάτων, ψυχοσυνθέσεων της καθημερινής ζωής όπως σέρνεται, λιμνάζει ή και απογειούται σε μια παραθαλάσσια κωμόπολη της ακαρνανικής γης, στις γύρω αγροτοποιμενικές περιοχές και στο απέναντι νησί, περιέχονται με αξιοθαύμαστη ζωντάνια και βαθυστόχαστη παρατηρητικότητα στο μυθιστόρημα του πεζογράφου και καθηγητή της φιλοσοφίας Νίκου Μακρή. Και σε μια απρόσμενη κάπως, αλλά πολύ ελκυστική αντίθεση, εμπλέκονται και χαρακτηριστικές μνήμες του κεντρικού ήρωα Φίλιππου, μοναχικού τύπου της περιοχής, κτηματία, ευαίσθητου όμως ψυχικά και φιλάνθρωπου, απ’ τις σπουδές του στο Παρίσι, απ’ όπου και πληροφορείται την τραγική κατάληξη μιας γυναίκας που τον είχε συγκινήσει, αλλ’ η σχέση τους, παρόλα αυτά, δεν είχε διάρκεια. Οι αγριότητες των συμπεριφορών, η βαθύτατα ανθρώπινη διάθεση άλλων και ιδίως των γυναικών, σ’ εκείνες τις γωνιές της λησμονημένης γης του Ξηρομέρου, όπου κι η τελευταία σταγόνα νερού ήταν πολύτιμη, περιγράφονται και εικονογραφούνται σταθερά και με απόλυτη συνέπεια απ’  τον κ. Μακρή.
Χαρακτηριστικοί όμως και οι φιλοσοφημένοι απόηχοι του βιβλίου, η κατάδυση στα έγκατα των ηρώων, στις οσμές και στην αποφορά τους, στις εναντιώσεις και στις απροσποίητες αναζητήσεις τους. Εντυπωσιάζει και η φυσιολατρική διάθεση του συγγραφέα και οι περιγραφές του. Στη σελ. 201 διαβάζω: Δεξιά και αριστερά, κατά μήκος του μονόδρομου, γηρασμένοι ευκάλυπτοι ανάδιναν την ανακουφιστική τους οσμή, ενώ οι στοιχειωμένες δάφνες σκίαζαν δροσερά το τοπίο και δεν άφηναν το μάτι να διακρίνει το χλοερό γρασίδι…Οι αγριομουριές, πλεγμένες με πρασινάδες κάθε απόχρωσης, φιλοξενούσαν αγόγγυστα ανάλαφρα αναρριχητικά με ξωτικούς χρωματισμούς, ενώ εδώ και κει, πανύψηλα σπαράγγια έγερναν και πλέκονταν με αγρανθούς….Τώρα ο κάμπος φαινόταν καθαρότερα με τις θαυμαστές παραλλαγές του πράσινου και σε ζωντανή αντίθεση με τις βραχώδεις πλαγιές…. Συνιστώ ανεπιφύλακτα το μυθιστόρημα για το εξαιρετικά ελκυστικό περιεχόμενό του, την ανθρωπιστική του διάσταση και τη ρέουσα, απλή και ευκολοδιάβαστη γλώσσα του[46].


                             Άλλες κριτικές αναφορές
                                      (επιλογή)
* Κ. Μπουζέας, Νίκου Μακρή, Τα Μεταφυσικά Θεμέλια της Μυστικής, δοκίμιο υπερβατικού ρεαλισμού, Συντροφιά, 1978, 180 σελ., περιοδικό Εποπτεία, αριθ. τεύχ. 60, Σεπτέμβριος 1981, σελ. 754-755. Επίσης, αριθ. τεύχ. 62, σελ. 1058-1059, Νοέμβριος 1981. Επίσης, αριθ. τεύχ. 65, Φεβρουάριος 1982, σελ. 153-154 και αριθ. τεύχ. 63, σελ. 1145-1148. Εκτενέστατος και γόνιμος διάλογος μεταξύ του κριτικού και του συγγραφέα.
* Γιάννης Ζήκας, Νίκου Μακρή, Παιδεία του Μυστηρίου: οντολογία και μυστική στη φιλοσοφία του Gabriel Marcel, 116 σελ., περιοδικό Ελληνική Φιλοσοφική Επιθεώρηση, τόμος Ι, τεύχος 3, Σεπτέμβριος 1984, σελ. 344-345.
Georges Maguiossis, Νίκου Μακρή, Είναι και Διαθλάσεις του Ποιητικού Λόγου, Δωδώνη, Αθήνα, 1989, 172 σελ. Les Etudes philosophiques, Analyses et comptes rendus, No 6, 1991, pp. 127-128.
* Βασ. Σταθάκης, Νίκου Μακρή, Μαρξισμός και Αφετηρίες της Πολιτικής Συνείδησης, Συντροφιά, 1982,  80 σελ.   περιοδικό Ακτίνες, Ιούλιος-Αύγουστος 1983, αριθ. τεύχους 443, σελ. 212-216.
*Αιμίλιος Μπουρατίνος, Ενότητα και κοσμική συνείδηση. Θεώρηση του βιβλίου του Νίκου Μακρή, Αμεσότητα και Εξωτερικότητα, περιοδικό Νέα Εστία, 1η Οκτωβρίου 1987, σελ. 1173-1176.
* Ε.Ν. Πλατής, Νίκου Μακρή, Ο Κρύφιος Λόγος, Δωδώνη, 1990, 242 σελ., περιοδικό Νέα Εστία, τόμος 130, τεύχος 1540, σελ. 1197-1198.
* Δημήτρης Σταμέλος, Απ’ το εφήμερο στο αιώνιο. Κριτική του  Νίκου Μακρή, Ο Κρύφιος Λόγος, Δωδώνη, 1990, 242 σελ. εφημερίδα Ελευθεροτυπία, 15 Μαϊου 1991.
* Δημοσθένης Γεωργοβασίλης, Νίκου Μακρή, Εισαγωγικό Λεξικό Πολιτικών Όρων και Φιλοσοφίας, Πολιτικά Θέματα/Ίρις, 1990, 493 σελ.  Περιοδικό Νέα Παιδεία, τεύχος 58, 1991, σελ. 167-170. Αναδημοσίευση στο περιοδικό Πολιτικά Θέματα, 5-11 Απριλίου 1991, σελ. 37-38.
* Κώστας Παπαπάνος, Νίκου Μακρή, Δον Ζουάν, Δωδώνη 1994, 197 σελ., περιοδικό Πολιτικά Θέματα, 27 Ιανουαρίου 1995, σελ. 46.
* Ελένη Χωρεάνθη, Ο λειμώνας του ανθρώπινου παραλόγου. Κριτική του μυθιστορήματος του Νίκου Μακρή, Το περιδέραιο της Περιστεράς, Εποπτεία, 1988, 208 σελ, εφημερίδα Πρώτη, 29-7-1990.
* Ελένη Χωρεάνθη, Νίκου Μακρή, Δον Ζουάν, μυθιστόρημα, Δωδώνη, 1994, 197 σελ., περιοδικό Νέα Εστία, τόμος 137, τεύχος 1630, σελ. 765-767.
* Γιάννης Πλαχούρης, Φιλοσοφία του χθες, ερμηνεία του σήμερα. Κριτικό κείμενο με αναφορά στο έργο του Νίκου Μακρή Οι Έλληνες Φιλόσοφοι της Αρχαιότητας και η Φιλοσοφία, Σμπίλιας, 1995, τ. Α΄και Β΄, 1001 σελ. Εφημερίδα Δημοκρατικός λόγος, 7 Ιουνίου 1995.
* Dictionnaire des Philosophes,  P.U.F., Paris, 1984, tome 1, p. 1711.
* Parain-Vial Jeanne, Nouvelles Tendances de la Philosophie, Centurion, 1978, p. 250.











                 Σύντομα κριτικά-επιλογή
* Ο σπουδαίος νεοέλληνας στοχαστής Νίκος Μακρής, καύχημα του τόπου μας, υψώνει ένα νέο κρίσιμο βιβλίο φιλοσοφικής και μαζί βιωματικής διερεύνησης με τίτλο Μελέτη θανάτου (εκδόσεις ‘‘Δωδώνη’’). Το μέγα, κατ’ εξοχήν ελληνικό θέμα δέχεται ένα νέο φωτισμό και ένα σύγχρονο έλεγχο. Ευθύνη, Ιούλιος 1989,  σελ. 349.
* Εγγύτητα και  Απόσταση, Δωδώνη, 1998.  Άλλο ένα βιβλίο  του κ. Νίκου Μακρή που κυκλοφόρησε υπό τον τίτλο Εγγύτητα και Απόσταση. Πρόκειται για φιλοσοφική σύνθεση στην οποία επιχειρείται αναδημιουργική ανάγνωση της φιλοσοφικής προβληματικής υπό το πνεύμα της philosophia perennis (της αιώνιας φιλοσοφίας).
* Σοφία και Φιλοσοφία, Ο 61χρονος συγγραφέας είναι διδάκτωρ φιλοσοφίας και το πολύτομο έργο του απαρτίζουν λογοτεχνικά και φιλοσοφικά κείμενα. Βιβλία και μεταφράσεις του έχουν εκδοθεί από διάφορους εκδοτικούς οίκους. Ο ανά χείρας τόμος αποτελεί καρπό των Αθηναϊκών Βραδινών Φιλοσοφικών Συζητήσεων και αναζητήσεων του Φιλοσοφικού Καφενείου. Όπως είναι προφανές και από τον τίτλο, η φιλοσοφική συντροφιά ασχολήθηκε με το πώς ο φιλοσοφικός λόγος, και ιδιαίτερα  η μεταφυσική παράδοση, καταπιάστηκε με το ζήτημα της σοφίας. Ο Νίκος Μακρής σημειώνει στον πρόλογό του ότι προσπαθήσαμε, παρέα με τι φιλοσοφική αγρύπνια φίλων και αναγνωστών να δείξουμε κατά το δυνατό το φιλοσοφείν, η χωρίς ανταλλάγματα και εμμονές αναζήτηση της αλήθειας, αποτελεί το μέγιστο δώρο στην ανθρώπινη φύση. Δρόμων, σελ. 223, Ελευθεροτυπία, 29-2-2008.
* Είναι και Διαθλάσεις του Ποιητικού Λόγου (με αναφορά στην ποίηση του Τάκη Αντωνίου), Δωδώνη, 1988. Το βιβλίο αποτελεί προσπάθεια ζωντανής αναστροφής με το είναι και τις διαθλάσεις του ποιητικού λόγου, με αισθητικές κατ’ εξοχήν αναγωγές και συγκρίσεις που καλούν τον αναγνώστη να συμπορευτεί με τη μαρτυρία των ποιητών και ιδιαίτερα του Τάκη Αντωνίου. Βιβλίο μεστό και στοχαστικό, με γόνιμους προβληματισμούς και ουσιαστικές θέσεις και εκτιμήσεις, αποτελεί σημαντική προσφορά όχι μόνο στην αξιολόγηση της ποίησης του Τάκη Αντωνίου, αλλά και στη γενικότερη θεώρηση προβληματισμού και αισθητικών διαφοροποιήσεων μέσα στη σύγχρονη ποίηση, ως μαρτυρία και έκφραση ιδεών και ζωής. Εκδόσεις Δωδώνη, σελ. 172, Δημήτρης Σταμέλος, Ελευθεροτυπία, 25-5-1989.
* Είναι και Διαθλάσεις του Ποιητικού Λόγου. Ο Νίκος Μακρής, φιλόλογος και φιλόσοφος, είναι πολυγραφότατος συγγραφέας. Τα κυριότερα έργα του είναι φιλοσοφικά δοκίμια γύρω από τη μεταφυσική.  Έχει προσεγγίσει μέχρι σήμερα τα φαινόμενα σε σχέση με την πραγματικότητα, το μυστήριο, τη νοσταλγία, την παιδικότητα, τον κόσμο των ιδεών. Πρόσφατα, σε μια μελέτη θανάτου, ανέλυσε με μεγάλη μαεστρία το σημαντικό αυτό θέμα που ταλανίζει τον άνθρωπο σ’  όλη τη διάρκεια της ζωής του, ίσως μάλιστα περισσότερο ορισμένες οριακές στιγμές. Αυτή τη φορά ο Νίκος Μακρής μας εισάγει  στον ανεξερεύνητο κόσμο της γένεσης του ποιητικού λόγου. Πάντα η ποίηση θεωρούταν η κατ’ εξοχήν τέχνη του γραπτού λόγου, εφόσον είχε το πλεονέκτημα της πλήρους καλλιτεχνικής ανάπλασης της ανθρώπινης ζωής. Οι κανόνες της ποίησης φαίνονται από πρώτη όψη παράξενοι, με την ελευθεριάζουσα συνιστώσα τους. Αλλά η ποιητική άδεια πολιτογραφήθηκε από λογοτεχνικό λεξιλόγιο και θεωρείται πια σαν μια αυτονόητη έννοια, συνυφασμένη με την ιδιαιτερότητα της ποίησης. Από την άλλη μεριά, η ποίηση έγινε συνώνυμη με το πέταγμα της ψυχής , την εξιλέωση από τα καθημερινά βάρη, την ανάταση και ψυχική ευεξία. Η ποίηση είναι κατ’ καλλιτεχνική δημιουργική πνοή, ένθεη κατάσταση η οποία προσλαμβάνει το μυστικό της ανθρώπινης φύσης για να τα διαθλά απειροδιάστατα στο κοσμικό κάτοπτρο Έτσι ορίζει την ποίηση στο νέο του βιβλίο ο κ. Μακρής. Μακεδονία, 28-6-1989.
*Αμεσότητα και Εξωτερικότητα, εκδ. Συντροφιά, 1987, 145 σελ.  Στο νέο του βιβλίο ο συγγραφέας προσπαθεί να θεμελιώσει προσωπικά ορισμένες κύριες θέσεις της φιλοσοφίας. Στο πρώτο μέρος (Από το μυθικό στο επιστημονικό πνεύμα) αποτολμάται κριτικός περίπλους στους κόσμους του μύθου, της αλχημείας,, της θεοσοφίας για να κατανοηθεί η δυναμική του επιστημονικού πνεύματος. Στο Δεύτερο μέρος ανερευνώνται κριτικά οι αφετηρίες της φιλοσοφικής και της μυστικής πρωταρχής με προσφυγή στους μεγάλους φιλοσόφους και μυστικούς. Στο Τρίτο μέρος (Κόσμος και Υπερβατικότητα) εκτίθενται συστηματικά ορισμένες προσωπικές φιλοσοφικές απόψεις και επισημαίνεται η σπουδαιότητα και η αιώνια νεότητα του φιλοσοφείν. Η Καθημερινή, 28-5-1987.
* Αμεσότητα και Εξωτερικότητα. Το βιβλίο του γνωστού αρθρογράφου και συγγραφέα συνιστά προσπάθεια προσωπικής φιλοσοφικής θεμελίωσης κύριων εννοιών του στοχασμού.  Εκδόσεις Συντροφιά, σελ. 142. Τα Νέα, 16-5-1987.
 * Αμεσότητα και  Εξωτερικότητα,  Τρίτο μέρος φιλοσοφικής τριλογίας (προηγήθηκαν: Τα Μεταφυσικά Θεμέλια της Μυστικής και Κατακερματίζεσθαι την Ουσίαν). Απ΄ τον επίλογο: Οι θέσεις οι οποίες αναπτύχθηκαν, δεν στεγάζουν κανένα σύστημα κλειστών οριζόντων, υποκρούουν ωστόσο ορισμένες αρχές στις οποίες εδράζεται η πορεία του ανθρώπινου πνεύματος, οι οποίες, κυριότερα, τρέφουν το φιλοσοφικό λόγο. Πρόκειται για τη ‘‘διάσταση’’ του μυστικούΗ Εβδόμη, 21-6-1987.
* Παιδεία του Μυστηρίου (οντολογία και μυστική στη φιλοσοφία του Gabriel Marcel), Συντροφιά, 1983, σελ. 115. Η φιλοσοφία του αειμνήστου Γάλλου φιλοσόφου της ύπαρξης προσφέρει τις απαρχές στο συγγραφέα για μια γόνιμη αναστροφή με τα αιώνια προβλήματα της ύπαρξης. Πρόκειται για ένα φιλοσοφικό δοκίμιο το οποίο προσεγγίζει άμεσα κάθε αναγνώστη, κομίζοντάς του την πληροφορία της εγγύτητας των μεγάλων μυστηρίων τα οποία νοηματοδοτούν τις ύστατες αναμονές του ανθρώπου. Η Καθημερινή, 22-3-1984.
* Μεταφυσική του Πνεύματος της Παιδικότητας (με αφετηρία κείμενα των Ρουσσώ και Μπερνανός), Δωδώνη, 1983, σελ. 222. Σ’ αυτό το δοκίμιο ο συγγραφέας αποτολμάει μια φιλοσοφική αξιολόγηση του πνεύματος της παιδικότητας παρέα με τους Ρουσσώ και Μπερνανός. Πρόκειται κατά βάθος για ένα προσωπικό μεταφυσικό οδοιπορικό το οποίο καλεί το μουσικό, τον παιδαγωγό, το φιλόσοφο. Τον ποιητή, όπως και κάθε θαυμαστή του χάρματος και της γοητείας, σε ένα συμπόσιο τέρψης και συγκίνησης ταυτόχρονα. Η Καθημερινή, 22-3-1984.
* Μεταφυσική του Πνεύματος της Παιδικότητας. Μια μεταφυσική του πνεύματος της παιδικότητας εντυπωσιάζει το μεταφυσικό, το λογοτέχνη, τον παιδαγωγό, το μουσικό, όπως και κάθε νοσταλγό της άσπιλης ωραιότητας. Παρέα με τους Ρουσσώ και Μπερνανός, ο Νίκος Μακρής επιχειρεί μια περιπέτεια η οποία θα αποκαλύψει στον αναγνώστη τις γοητευτικότερες πλευρές του είναι του. Όσο κι αν το πνεύμα της παιδικότητας κινεί τη σκέψη στις έκπαγλες και χαρμονικές αφετηρίες της ζωής, ο κόσμος του διέχεταιστ5ην ωριμότητα, πλουμισμένος με την άσπιλη χλαμύδα των δώρων. Ο αναγνώστης θα βγει πλουτισμένος όχι τόσο απ’ το κείμενο του δοκιμίου, όσο με το γόνιμο διάλογο με τις συγκλονιστικότερες αλήθειες της ύπαρξής του. Το βιβλίο κυκλοφορεί απ’ τις εκδόσεις  ‘Δωδώνη’’. Μακεδονία, 4-2-1984.
* Μεταφυσική του πνεύματος της παιδικότητας, Δωδώνη, 1983, 222 σελ. Μπορεί να μην υπάρχει φιλοσοφία της παιδικότητας, όμως η παιδικότητα η ίδια είναι φιλοσοφία!  Ενώ όλοι μας έλκουμε την καταγωγή μας από την παιδική μας ηλικία, κανένας μας σχεδόν δεν αναγνωρίζει το μέγα χρέος μας προς τα βιώματα αυτής της ηλικίας. Γινόμαστε εμείς ανώριμοι αν θεωρούμε ως προϊόντα ανωριμότητας τα παιδικά βιώματα. Αντίθετα, τα βιώματα αυτά φέρνουν το αλλότριο φως της μεταφυσικής εγρηγόρσεως και συνειδήσεως. Και όχι απλώς το φως της, αλλά τη γεύση της, τον πόνο της και τη χαρά της, τη γοητεία της, το απρόοπτο θάμβος της, τη σαγηνευτική μουσική της. Αυθεντικοί πνευματικοί άνθρωποι είναι εκείνοι που μεταφέρουν όλο το υπερβατικό ρίγος της παιδικής εμβιώσεως στο έργο της ενηλικιώσεώς τους. Σ’ αυτούς ενηλικίωση δεν σημαίνει απόρριψη της παιδικότητας αλλά απλώς απόκτηση της ικανότητας να εκφρασθεί με τον λόγο ή την τέχνη τούτος ο ατίμητος θησαυρός της παιδικότητας.
Είναι ευτύχημα που επιτέλους για πρώτη φορά παρουσιάστηκε και στη γλώσσα μας συγγραφή για τη σημασία της παιδικότητας. Είναι το βιβλίο του Νίκου Μακρή: Μεταφυσική του πνεύματος της παιδικότητας με αφετηρία κείμενα των Ρουσσώ και Μπερνανός. Και είναι ευτύχημα, πάλι, που το βιβλίο αυτό δεν ανήκει σε εκείνα τα περιγραφικά και ψυχολογικά και επιπόλαια μελετήματα, αλλά παρουσιάζεται με συμπαγή φιλοσοφική σκέψη η οποία αποδεικνύει και καταδεικνύει με συλλογισμό διεισδυτικό και με σκέψη εύστροφη και πολυδιάστατη την σοβαρότητα, την σημαντικότητα και την κρισιμότητα του θέματος.
Μολονότι το βιβλίο αριθμεί τις 215 πυκνογυπωμένες σελίδες, είναι αυστηρά φιλοσοφικό, αιωρείται στην ατμόσφαιρα της γοητείαςτόσο των εννοιών όσο και της ποιητικής εκφραστικής. Διότι και οι έννοιες στον αυθεντικό στοχασμό του Μακρή είναι περισσότερο δυνάμεις πνευματικές παρά λογικές γενικεύσεις. Έτσι, αγγίζει με απαλά δάχτυλα το θαύμα της παιδικότητας για να μη το τραυματίσει. Όχι για να μη χαθεί μία αφελής φαντασμαγορία, αλλά για να μη κλείσει το παράθυρο προς το ίδιο το θαύμα της υπάρξεως που το κρατάει ανοιχτό μόνο η παιδική ψυχή. Κατόπιν κλείνει βάναυσα από τον ενήλικα. Ο ποιητικός στοχασμός του Μακρή αυτό πραγματοποιεί, ανοίγει διακριτικά με τη γνώση το παράθυρο που βλέπει προ το θαυμαστό μυστήριο της υπερβατικότητας του ανθρώπου. Και αυτό το επιτυχαίνει ισορροπώντας τον λόγο και το συναίσθημα, όπου κι τα δύο είναι ισόκυρα σε ό,τι αφορά την οντολογική τους μαρτυρία. Ο λόγος –λέγει ο Μακρής, σελ. 121- δεν μπορεί να νομοθετήσει ηθικά ούτε να πει την έσχατη οντολογική αλήθεια…Ό,τι μαρτυρεί την αλήθεια είναι η ηθική φορά του συναισθήματος, ο λόγος της καρδιάς, όπως έλεγε ο Πασκάλ. Ούτε όμως το συναίσθημα μόνο του φθάνει στην αλήθεια…γνώση και βίωμα συνεκφράζονται αρμονικά. Αυτή είναι η κεντρική αφετηρία της σκέψης του Νίκου Μακρή, από την οποία παράγεται αρίφνητος πλούτος ωραίων και βαθειών συλλογισμών. Περιοδικό Ευθύνη, 1986, τεύχος 180, σελ. 620-621.
* Ντοστογιέφσκυ και Μπερνανός, Γαλάζιο Αιγαίο, Αθήνα 1982, σελ. 85. Οξυδερκές μελέτημα, με αφορμή τα 100 χρόνια από τη θανή του μέγιστου Ντοστογιέφσκι, που διακλαδώνεται σε τρία δοκίμια για  να προσεγγίζει το πνευματικό σύμπαν που άνοιξαν για τις συνειδήσεις μας οι αθάνατες αυτές μορφές του πολιτισμού μας, ενός πολιτισμού που τον νοηματίζουν  με τη χριστιανική πίστη και που επισημαίνουν τα βαθιά αίτια της δεινής του κρίσης. Ευθύνη, Μάιος 1983, σελ. 303.
* Κατακερματίζεσθαι την Ουσίαν, Μήνυμα, 1983, σελ.120. Πέντε δοκίμια που αναπτύσσονται από τον εκλεκτό στοχαστή γύρω από τα αιώνια ερωτήματα του είναι, του ήθους, του κάλλους, με σαφήνεια, πυκνότητα και πύρινη πνευματικότητα- βάσεις για σοβαρούς διαλογισμούς. Ευθύνη, Δεκέμβριος 1983, σελ. 666.
* Αμεσότητα και Εξωτερικότητα. Στο πρώτο μέρος ο συγγραφέας ασχολείται με το μυθικό πνεύμα, με τη Θεοσοφία, με την Αλχημεία και με τους κύριους σταθμούς της επιστημονικής προσπάθειας η οποία προέκυψε απ’ την καρποφόρα εμβάθυνση στις μυθικές, αλχημιστικές και θεοσοφικές αρχές. Στο δεύτερο μέρος γίνεται ένας γοητευτικός περίπλους στο φιλοσοφικό και στο μυστικό πνεύμα (φιλοσοφική και μυστική πρωταρχή) με αναφορά στους κύριους σταθμούς της ιστορίας της φιλοσοφίας και με γόνιμες κριτικές παρατηρήσεις. Στο τρίτο μέρος (Κόσμος και Υπερβατικότητα) εκτίθενται οι προσωπικές απόψεις του συγγραφέα και καταδεικνύεται η εγγύτητα ανάμεσα στη φιλοσοφία και στη μυστική. Η Αμεσότητα και Εξωτερικότητα αποτελεί ζωντανή πρόσκληση και πρόκληση γιατί διαπνέεται από φιλοσοφικό οίστρο και πυροδοτεί νηφάλια και δημιουργικά κάθε συνείδηση η οποία φλέγεται απ’ το ιερί πυρ της φιλοσοφικής διαπορίας. Μεσημβρινή, 12-9-1988.
 * Ο Κρύφιος Λόγος, Δωδώνη,  1990. Κάθε βιβλίο του Νίκου Μακρή είναι πάντα άκουσμα και γεύση πνευματική του υψηλού και ουσιώδους. Έτσι και ο νέος τόμος, που προστίθεται στα πλούσια έργα του με τον εύγλωττο τίτλο Ο Κρύφιος λόγος (εκδ. Δωδώνη) είναι μια ευλογημένη καταγραφή διαλογισμών και εμβιώσεων κρισίμων για τη ζωή του ανθρώπου καταστάσεων, διερευνήσεων και αναβάσεων. Τα θέματα του τόμου αυτού ταξιθετούνται σε τρεις κύκλους/μέρη: την φιλοσοφική αναστροφή, τις λογοτεχνικές θεωρήσεις –που κι αυτές οδηγούνται δε προεκτάσεις φιλοσοφικές- και στα θρησκειφιλοσογικά, για να περιγράψουν  και να φωτίζουν την πολυεδρική φυσιογνωμία του συγγραφέα και να υπογραμμίζουν την σπουδαία παρουσία του στην πνευματική μας ζωή. Ευθύνη, 1992, τεύχος 242.
* Μαρξισμός και αφετηρίες της πολιτικής συνείδησης, Συντροφιά, Αθήνα, 1983, σελ. 68. Ένα αντιουτοπικό δοκίμιο του λαμπρού νέου στοχαστή όπου διερευνούνται οι αρχές της πολιτικής συνείδησης και με γνώση, ακρίβεια και σαφήνεια αντιμετωπίζονται  μέσα στην περιοχή του μαρξισμού για να καταλήξουν στη σύνθεση του τραγικού με το ηρωικό πνεύμα. Ευθύνη,  Ιούλιος 1983, σελ.447.
* Μελέτη Θανάτου, Δωδώνη, 1988. Σπουδή στο θάνατο που προϋποθέτει πως ο άνθρωπος ως θνήσκον ον εμβιώνει το θάνατο στο παρόν, κατά τρόπο που ο θάνατος αποτελεί συνθέτουσα της ζωής. Παρόμοια θέση αναστρέφεται με τη σημαντική του θανάτου, με την οντολογική, ηθική και αισθητική του θεώρηση. Το οδοιπορικό της μελέτης σταθμεύει  σε κορυφαίες φιλοσοφικές μαρτυρίες για να αποτολμήσει τελικά προσωπική θεώρηση στα πλαίσια της οποίας ο ατρεμής λόγος της παράδοσης καθίσταται πρόσκληση και πρόκληση ταυτόχρονα στο μυστηριώδες έρεβος της ζωής. Πολιτικά Θέματα, 13-1-1982, σελ. 35.
 * Μεταφυσική του Πνεύματος της Παιδικότητας, εκδ. Δωδώνη, 1983. Σε προηγούμενα βιβλία του ο Μακρής ασχολείται με ζητήματα παιδείας και ιδεολογίας. (Μαρξισμός και αφετηρίες της πολιτικής συνείδησης, Παιδεία του μυστηρίου, κ.α.) Στην καινούργια μελέτη του –που διακρίνεται για τη βαθιά γνώση  και υψηλή φιλοσοφική διάθεση- αναφέρεται στο πνεύμα της παιδικότητας όπως χρησιμοποιήθηκε από τους Πλάτωνα και Έγελο κι άλλους για  να δώσουν μέτρο σύγκρισης των ηθικών εννοιών τους. Ένα πολύ σοβαρό πόνημα για θέματα που, παρόλο ότι ενδιαφέρουν λίγους, δεν παύουν να είναι συνεισφορές στον ανθρωπιστικό προβληματισμό. Αντί, 16 Μαρτίου 1984.
* Μεταφυσική του Πνεύματος της Παιδικότητας. Ποιο είναι αυτό το πνεύμα; Και τι προσφέρει στον άνθρωπο; Με αφετηρία κείμενα των Ζαν Ζακ Ρουσσώ και του Ζορζ Μπερνανός, ο Νίκος Μακρής κάνει τις δικές του σκέψεις πάνω στο θέμα, σ’ ένα ενδιαφέρον δοκίμιο που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Δωδώνη. Πάνθεον, 13 Μαρτίου 1984.
* Τέχνη και Αισθητική της Λογοτεχνίας, Δρόμων, 2003. Προσπάθεια προσέγγισης του ανθρώπου από τον χώρο της τέχνης και της αισθητικής της λογοτεχνίας αποτελεί η μελέτη του Νίκου Μακρή Τέχνη και αισθητική της λογοτεχνίας, που κυκλοφορεί  από τις εκδόσεις Δρόμων. Σε αυτό η λογοτεχνική δημιουργία αυτοαποκαλύπτεται ως ακατάπαυστη αναζήτηση του κάλλους και αποτελεί τη μαρτυρία η οποία φωτίζει τις ευγενέστερες τάσεις των ανθρώπων όλων των εποχών και όλων των πολιτισμικών παραδόσεων. Το Βήμα της Κυριακής, 25-5 -2003.
* Στις σελίδες του βιβλίου του Φιλοσοφίας του κάλλους (εκδόσεις Δρόμων) ο Νίκος Μακρής ανιχνεύει τα στοιχεία του φιλοσοφικού λόγου που πείθουν πως η πραγματική «διάσταση» του κόσμου μας είναι η ομορφιά. Το Βήμα της Κυριακής, 21 Αυγούστου 2005.
* Πανόραμα της Σύγχρονης Σκέψης (Θέσεις και αναζητήσεις του Αιώνα μας), Πολιτικά Θέματα/Ίρις, Αθήνα, 1994. Περίπλους στις αναζητήσεις του αιώνα μας, στις υπαρξιακές, νεοθετικιστικές, φαινομενολογικές, ανθρωπολογικές, μαρξιστικές, επιστημολογικέες, νεοσχολαστικές, νεορεαλιστικές κ.ο.κ. εκζητήσεις των τελευταίων 100 ετών, επιβάλλει φιλοσοφική αγρύπνια, κριτική ματιά και συνθετική ικανότητα. Αυτή επιχειρείται από την εντυπωσιακή σύνθεση του Νίκου Μακρή ο οποίος στις 250 τελευταίες σελίδες προβαίνει σε γενική θεώρηση της φιλοσοφίας μετά εμπεριστατωμένη αναστροφή με τα φιλοσοφικά ρεύματα του αιώνα μας.. Σύνθεση και ανάπτυξη μετά την κριτική αναστροφή. Βιβλίο με πολλαπλές προκλήσεις προς τους φιλομαθείς και τους φιλοσόφους. Σελ. 576. Δημήτρης Σταμέλος, Ελευθεροτυπία, 27-12-1996.
* Μεταφυσική του πνεύματος της παιδικότητας, εκδόσεις ‘‘Δωδώνη’’, 1983. Ο συγγραφέας, με αφετηρία κείμενα του Ρουσσώ και του Μπερνανός, επιχειρεί να αποκαλύψει τις μυστικές πλευρές του πνεύματος της παιδικότητας που συντροφεύουν την ανθρώπινη ύπαρξη και την ωθούν στις μεγάλες δημιουργίες. Ριζοσπάστης, 12 Φεβρουαρίου 1984.
* Αμεσότητα και Εξωτερικότητα, Συντροφιά, 1987.  Στον τομέα της φιλοσοφίας ο ακούραστος Νίκος Μακρής, φιλόσοφος προικισμένος με βάθος σκέψεως, αλλά και με ευφράδεια, μόλις πέρυσι μας έδωσε την ‘‘Αμεσότητα και Εξωτερικότητα’’, βιβλίο βαθυνούστατο και φέτος μας προσφέρει τη μελέτη για το θάνατο, ένα κεφάλαιο λίγο προσεγμένο στην Ελλάδα. Χρήστος Μαλεβίτσης, Μεσημβρινή, 16-1-1989.
 * Αμεσότητα και εξωτερικότητα, Συντροφιά, 1987,  σελ. 142. Το τρίτο μέρος μιας φιλοσοφικής τριλογίας του χαλκέντερου στοχαστή και κριτικού (τα δύο άλλα: Τα μεταφυσικά θεμέλια της μυστικής δηλ. του μυστικισμού και Κατακερματίζεσθαι την Ουσίαν). Ζωηρός και ζωντανός, υπεύθυνος και υπαρξιακά ειλικρινής διαλογισμός για τον μυθικό και τον επιστημονικό λογο, τον μυστικισμό και την φιλοσοφία, τον κόσμο και την υπερβατικότητα. Θαυμαστή ανθοφορία ενός εκλεκτού νεοελληνικού αναστήματος της φιλοσοφίας. Ευθύνη, Οκτώβριος 1987, τεύχος 190.
Ο κρύφιος λόγος (εκδόσεις Δωδώνη, 1990) του Νίκου Μακρή αποτελεί μια συλλογή δοκιμίων η οποία, όπως επισημαίνει ο συγγραφέας,  ‘‘επιχειρεί μια δημιουργική εισβολή στα οχυρά του φιλοσοφικού λόγου χωρίς φιλοδοξίες εκπόρθησης. Προσπαθεί να επισημάνει την κρυφία αλήθεια, την ενδημούσα στις μεγάλες δημιουργίες πραγματικότητα, υπαινισσόμενος ταυτόχρονα κάποιες ανυποψίαστες διαστάσεις της φιλοσόφου πνοής. Υπό αυτές τις προϋποθέσεις τα δοκίμια που ακολουθούν καλούν και ανακαλούν στον πύρινο και ζείδωρο ταυτόχρονα κόσμο του φιλοσοφείν με μοναδική φιλοδοξία την αφύπνιση και ενεργοποίηση του φιλοσοφικού δαιμονίου το οποίο συνιστά την πεμπτουσία του είναι μας. Το βιβλίο χωρίζεται σε τρεις ενότητες: Φιλοσοφική αναστροφή, Λογοτεχνικές θεωρήσεις και Θρησκειοφιλοσοφικά. Κινούμενο στο χώρο που είθισται να προσδιορίζεται ως ιδεαλιστικό ρεύμα στη φιλοσοφία, τα ερεθίσματα του συγγραφέα προέρχονται κυρίως από το έργο του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη, του Πασκάλ, του Σοπενχάουερ, του Βιτγκενστάιν, του Χαιντέγγερ, του Χούσσερλ του Μπεργκσόν κ.α. Ο πλούτος των ιδεών, η αναμφισβήτητη γνώση και ερμηνευτική δεινότητα του συγγραφέα καθιστούν  τον ‘‘Κρύφιο λόγο’’ μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα συλλογή δοκιμίων που εμπλουτίζουν αναμφισβήτητα το φιλοσοφικό λόγο. Μαρία Ζαφίρη, Επικαιρότητα, 7 Ιουλίου 1991.
 * Παιδεία του Μυστηρίου, Συντροφιά, 1983,115 σελ. Στις αφετηρίες της σκέψης του υπαρξιακού φιλοσόφου Γκαμπριέλ Μαρσέλ (και ειδικότερα στη σύνδεση μυστικής αλήθειας και οντολογικής μαρτυρίας που εξέφρασε ο Μαρσέλ) αναφέρεται το δοκίμιο του Νίκου Μακρή το οποίο αποτέλεσε και τη διδακτορική του διατριβή στη Σορβόννη.  Η μυστική αλήθεια του Μαρσέλ συναντά το χριστιανικό πνεύμα, σε μια σύγχρονη φιλοσοφική θεώρηση της θεολογικής σκοπιάς. Με αποτέλεσμα να επιδεικνύεται στο μελέτημα –με επιστημονικότητα-η οδός προς το υπερβατικό που κατέγραψε ο γάλλος διανοητής. Βάιος Παγκουρέλης, Διαβάζω, 2-5-1984, σελ. 49.
* Η Αιώνια Φιλοσοφία, Δρόμων, 2002. Ο Νίκος Μακρής, διδάκτορας φιλοσοφίας, γεννήθηκε στον Αστακό Αιτωλοακαρνανίας το 1947. Το φιλοσοφικό του οδοιπορικό που διαλαμβάνει πλήθος βιβλίων, άρθρων, κριτικών μελετών και λογοτεχνημάτων, στιγματίζεται απ’ την επίμονη προσπάθειά του να καταδείξει  τη βαθιά ενότητα φιλοσοφίας και στην ανθρώπινη φύση και στις πνευματικές της διεκφράσεις όπως αποκαλύπτονται στη διαπολιτισμική μαρτυρία των λαών και κυρίως στο έργο των μεγάλων δημιουργών τους Αυτή η προσπάθεια φωτίζεται ιδιαίτερα με την ελληνοευρωπαϊκή σκέψη και στέφει την πανανθρώπινη μαρτυρία υπό την αλουργίδα της φιλοσοφικής μέριμνας η οποία ανοίγει συνεχώς ορίζοντες και φωτίζει τα ύστατα του ανθρωπίνου. Ήδη η φιλοσοφική στρατεία του συγγραφέα είναι ανοιχτή και δεκτική, συνιστά εφημερία τείνουσα να αποκαλύψει τη γοητεία της φιλοσοφίας η οποία δεν είναι παρά αποκάλυψη του ανθρωπίνου είναι στο πολυπρισματικό κάτοπτρο του κοσμικού και του ιστορικού φαίνεσθαι, αποκάλυψη της εγγύτητας στον κόσμο της απόστασης. Η παρούσα προσπάθεια, καρπός επίμονης αναστροφής και ταυτόχρονης κοινωνίας και συμπροβληματισμού τείνει να φωτίζει την perennitas του ανθρώπου ως αρχή ζωής και αειγενή μήτρα  οντολογικής, ηθικής κι αισθητικής μαρτυρίας…Εξέδωσε επίσης  μυθιστορήματα και τραγωδίες. Η Σκυτάλη, 18-12-2002.
* Το Τέλος της Νοσταλγίας. Κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Δρόμων το βιβλίο του Νίκου Μακρή με τον τίτλο: Το τέλος της νοσταλγίας. Το ‘‘Τέλος της νοσταλγίας’’ απλώνει το χέρι σε κάθε οδοιπόρο και αναζητητή του ωραίου και υπόσχεται όμορφη περιπέτεια με παλμούς ζωής, αγάπης, αγώνα και αγωνίας, ελπίδας και αναζήτησης. Στις σελίδες του ο αναγνώστης θα συναντήσει ήρωες τους οποίους θα αγαπήσει, μορφές που αγγίζουν ό,τι ομορφότερο κρύβει μέσα του, αλήθειες που μαγνητίζουν και εγείρουν τη φαντασία όλων μας. Τέλος θα ανταμώσει  με ‘‘τοπία’’ ομορφιάς και ιστορίες που ανασταίνουν μαγικούς παραμυθένιους κόσμους όλων των ηλικιών και των αναζητήσεων…Να σας θυμίσουμε φίλοι αναγνώστες, ότι ο κ. Νίκος Μακρής είναι δρ. φιλοσοφίας, και διδάσκει  στην Ιωνίδειο Σχολή (στο Λύκειο). Το φιλοσοφικό του έργο  χαιρετίζεται παντού (και στην Ελλάδα και στο Εξωτερικό) με ιδιαίτερα θετικές κρίσεις, αφού προσπαθεί να προσφέρει  το πνεύμα της διαιώνιας φιλοσοφικής εκζήτησης υπό το φως της philosophia perrenis Παράλληλα, με το λογοτεχνικό του έργο ιχνεύει τα στοιχεία της ωραιότητας που καλλύνουν τον άνθρωπο δια μέσο της μυθιστορηματικής πλοκής, της ποιητικής δημιουργίας και της αισθητικής της λογοτεχνίας. Έτσι το πνεύμα της λογοτεχνίας αποκαλύπτεται εγγύς, ως εγγύτητα που καταθέλγει και φωτίζει ταυτόχρονα τον άνθρωπο, στέφοντάς τον με το περιδέραιο του κάλλους υπό την αλουργίδα της τέχνης…Και μια που αναφερθήκαμε πιο πάνω στο νέο βιβλίο του φίλου κ. Νίκου Μακρή, να σας υπενθυμίσουμε  και μια γνώμη για την ‘‘τέχνη του μυθιστορήματος’’ του Κούντερα: Το μυθιστόρημα δεν εξετάζει την πραγματικότητα, αλλά την ύπαρξη…Οι μυθιστοριογράφοι ιχνογραφούν τον ‘‘χάρτη της ύπαρξης, ανακαλύπτοντας τη μια ή την άλλη δυνατότητα…Ο κόσμος του Κάφκα δεν μοιάζει με καμιά πραγματικότητα, είναι μια ακραία και μη πραγματοποιημένη δυνατότητα του ανθρώπινου κόσμου …Στην οπτική του Μπροχ, η λέξη ‘‘πολυιστορικό’’ θέλει λοιπόν να πει: Κινητοποιώ όλες τις δυνάμεις της διανόησης κι όλες τις μορφές της ποίησης για να φωτίσω ό,τι μόνο το μυθιστόρημα μπορεί ν’ αποκαλύψει: -το ανθρώπινο είναι. Χρήστος Αδαμόμουλος,  Η Φωνή του Πειραιά, Τρίτη, 11 Φεβρουαρίου 2003.
 *Tα Μεταφυσικά Θεμέλια της Μυστικής. Ένα νέο βιβλίο στις εκδόσεις ‘‘Συντροφιά’’ έρχεται να προστεθεί , ως μαρτυρία βάθους και πάθους πνευματικού, στη νεοελληνική βιβλιογραφία.  Πρόκειται για το παραπάνω βιβλίο που αντιμετωπίζει θαρραλέα και χριστιανικά τα πιο όμορφα και γοητευτικά θέματα της φιλοσοφίας και της μυστικής. Γραμμένο με τρόπο άμεσο αποτολμάει ουσιαστικά ένα σπουδαίο διάλογο με τον ειλικρινή αναγνώστη. Είναι αλήθεια πως για την κατανόησή του απαιτείται  σχετική γνώση των βασικών φιλοσοφικών θεωριών. Στο βάθος όμως , το εγχείρημα είναι άμεσο και ο αναγνώστης συναντιέται με τον συγγραφέα πολύ συχνά μέσα σε ατμόσφαιρα συγκινήσεως και οσμής πνευματικής.. Τα βιώματα, η δημιουργική αγάπη, η ζωή συμπορεύονται μαζί με μια προσέγγιση σε αξίες και έννοιες που ανάγονται  στη σφαίρα του υπερβατικού ρεαλισμού. Σκοπός τούτου του βιβλίου, γράφει στον πρόλογό του ο κ. Μακρής, δεν είναι η πρωτοτυπία, αλλ’ η υπόμνηση αληθειών οι οποίες συνιστούν την πηγή της ανθρώπινης δράσης και δικαιώνουν εξαίρετα ό,τι τιμά κάθε δημιουργία. Δημήτρης Φερούσης, Εφημέριος, Ιούνιος 1980, σελ. 127.
* Τέχνη και Αισθητική της Λογοτεχνίας, Εκδ. ‘‘Δρόμων’’, Αθήνα 2003, 240 σελίδες.  Η λογοτεχνική δημιουργία είναι παντοτινή μαρτυρία των προοπτικών του ανθρώπου, των δυνατοτήτων του, του πεπρωμένου του και αποτελεί αψευδή κατάθεση  των υψηλών επιτεύξεων της ανθρώπινης διαπορίας υπό την αλουργίδα της τέχνης. Το λέγειν της διαλέγεται με το σύμπαν της, η αισθητική της φανέρωση αποκαλύπτει τους ‘‘πειρασμούς’’ της ωραιότητας και τις νύξεις του κάλλους, το είναι της άδεται και σιωπάται απ’ τους εραστές του ερωτικού φαινομένου. Οι σελίδες αυτού του βιβλίου υπόσχονται  στον αναγνώστη ένα γοητευτικό περίπλου στον οποίο η παγκόσμια μούσα καταθέτει το περιδέραιό της υπό τη δαψίλεια των χαρισμάτων της, υπό την επιστασία του φιλοσόφου βλέμματος το οποίο, παρέα με την καλλιτεχνική και ιδιαίτερα τη λογοτεχνική εμπνοή, προσφέρει στον αναγνώστη δυνατότητες πραγματικής συνάντησης με το μέγιστο συμβαίνον της ζωής. Σύγχρονη Σκέψη, Ιούλιος 2003.
Το Δαχτυλίδι της Επιστροφής, Μυθιστόρημα, Εκδοτικός Οίκος Σ. Ι. Ζαχαρόπουλος, Α. Ε. Σειρά ‘‘Ελληνική Λογοτεχνία 15’’, Αθήνα, σελ. 504.  Το Δαχτυλίδι της Επιστροφής αποκαλύπτει τα μυστικά του μέσα από μια πλοκή όπου τρυφερότητα και ομορφιά αναμειγνύονται με τη σκληρότητα και τους καθημερινούς εγκλωβισμούς της ζωής. Ο τόπος και οι χώροι όπου εξελίσσεται η ιστορία αναδύουν ένα διαρκές άρωμα νοσταλγίας, αλλά και μια διάχυτη επιθυμία για το σήμερα και για το τώρα. Η επιστροφή πραγματώνεται μέσα από  τα δεσμά –το ‘‘Δαχτυλίδι’’- της μνήμης αφήνοντας στον αναγνώστη να διακρίνει  στον καθρέφτη της συμπεριφοράς των ηρώων  τους ίσκιους από τον δικό τους εσωτερικό κόσμο. Σύγχρονη Σκέψη,  Ιούλιος 2003.
* Κατακερματίζεσθαι την Ουσίαν (το είναι, το ήθος, το κάλλος), εκδ. Μήνυμα, 1982, σελ. 120. Μεταφυσικό δοκίμιο στο οποίο εξετάζονται κριτικά κύριες μεταφυσικές και οντολογικές απόψεις κορυφαίων Ελλήνων και Ευρωπαίων φιλοσόφων με κριτικό και  δημιουργικό πνεύμα (Α΄, Β΄ κεφάλαια).  Στη συνέχεια (Γ΄, Δ΄, και Ε΄ κεφάλαια) γίνεται προσπάθεια προσωπικής συνέχειας με κύρια βάση τις οντολογικές, ηθικές κι αισθητικές κατηγορίες. Πρόκειται για μελέτη με ενδιαφέροντα και σαγηνευτικά θέματα η οποία ενδιαφέρει κάθε ‘‘εραστή του κάλλους’’. Η Καθημερινή, 5-7-1984.
* ‘‘Μεταφυσική του πνεύματος της παιδικότητας’’, Δωδώνη, Αθήνα, 1983, σελ. 224.  Με αφετηρία κείμενα των Ρουσσώ και Μπερνανός, ένα επιβλητικό μελέτημα του διαπρεπούς νέου στοχαστή. Έξαρση της παιδικότητας του ανθρώπου ως έξαρσης  σοφίας και αγιότητας, καταγραφή του πνευματικού αγώνα που απαιτείται για να την κερδίσει, αποτίμηση του αγώνα αυτού και σημασιολόγηση του πνευματικού βιώματος που φιλοδωρεί μέσα σ’ ένα φως υψηλά χριστιανικά που αποκαλύπτει το μυστικό βάθος του όντος. Ευθύνη,  Ιούλιος 1984, σελ. 372.
  * Έρως και Φιλοσοφία. Ο πρόλογος του συγγραφέα και το εξώφυλλο με έργο του ζωγράφου Τάκη Καλάβρια. Εκδόσεις Λογοσοφία, 2001, Πειραιάς, σελ. 157.  Σελίδες γραπτής αποτύπωσης εισηγήσεων-αναζητήσεων που πραγματοποιήθηκαν  κατά τα  ‘‘αθηναϊκά φιλοσοφικά βραδινά στο πατάρι του ‘‘Καφέ Διάνα’’. Πρόκειται για εναύσματα ουσιαστικής-πνευματικής συν-βίωσης, ‘‘σε πραγματικότερους απ’ την καθημερινότητα κόσμους’’ κατά την έκφραση του συγγραφέα μας και μόνιμου συνεργάτη της ‘‘Σύγχρονη Σκέψη’’ (Μάιος-Ιούνιος 2001).
 *  Η Αιώνια Φιλοσοφία, Δρόμων. Μια περιπλάνηση στους χώρους της αιώνιας φιλοσοφίας η οποία διαλαμβάνει τις μεγάλες στιγμές της μεταφυσικής και μάλιστα σε συνεχή διάλογο με τις αντιμεταφυσικές θέσεις και αντιθέσεις. Το βιβλίο εμπλουτίζεται με πίνακες ανάπτυξης της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας και της νεώτερης ευρωπαϊκής. Ελεύθερος Τύπος, 26-5-2002.
* Νεοελληνική Λογοτεχνία, Αναστασάκης, 2000. Πρόκειται για βαθυνούστατο έργο. Αλλά κι αν ακόμη η ευσύνοπτη κατάθεση του θεωρητικού λόγου φαίνεται να συγκροτεί σελίδες ‘‘εγχειριδίου’’, εμείς θα το δεχθούμε και σαν τέτοιο με τον χαρακτηρισμό ως μοναδικού στο είδος του, χάρη στα στοχαστικά του κεντρίσματα. Στις 172 σελίδες του βιβλίου γίνεται ουσιαστική αναφορά στην προσφορά κορυφαίων πνευματικών μας ανθρώπων. Οι κεντρικοί άξονες της προκείμενης συγγραφής είναι δύο.  Ο ένας ως ‘‘έμπνευση και δημιουργία’’  με τους: Κάλβο, Μακρυγιάννη, Σολωμό, Βιζυηνό, Παπαδιαμάντη, Παλαμά, Καβάφη, Θεοτόκη, Μυριβήλη, Καζαντζάκη, Σικελιανό, Κόντογλου, Σεφέρη, Θεοτοκά, Ταρζάκη, Βαφόπουλο, Πίτσο, Παπαδίτσα. Ο άλλος ως ‘‘δοκίμιο’’ εμφανίζεται με τους: Ε. Παπανούτσο, ¨ Τερζάκη, Αιμ. Χουρμούζιο, Π. Κανελλόπουλο, Ι. Ν. Θεοδωρακόπουλο, Κ. Τσάτσο, Χ. Μαλεβίτση. Το εισαγωγικό του πονήματος από την Τρίτη (τελευταία) κιόλας παράγραφό του, μας προϊδεάζει ευθύβολα: Αναστρεφόμενοι όμως  με καταξιωμένους λογοτέχνες, διαπιστώνουμε πως το έργο τους επιζεί όχι επειδή δοκιμάστηκε στο χρόνο, αλλά επειδή δοκιμάζει το χρόνο της καθημερινότητας, προσφέροντάς του νέες διαστάσεις και εισβάλλοντας σε ανυποψίαστες πτυχές του. Ιδού η πρόκληση των κειμένων τα οποία ακολουθούν: Προσφέροντας ζωηφόρα μηνύματα μεγάλων λογοτεχνών, προκαλούν τις πνευματικές μας δυνατότητες και μας καλούν στους δρόμους της πνευματικής οδοιπορίας και αναθέας του Ωραίου.  Ο Νἰκος Μακρής, εκλεκτός και μόνιμος συνεργάτης της Σύγχρονης Σκέψης, είναι διδάκτορας της φιλοσοφίας κι έχει στο ενεργητικό του πλούσιο έργο φιλοσοφικό –κυρίως-και λογοτεχνικό. Επιφυλασσόμαστε ν’ ασχοληθούμε  με τη σύνολη συγκρότηση του δημιουργικού του λόγου η οποία προσφέρεται και ως δυναμική παρουσία πνευματικών ερεθισμάτων. Γιώργος Παπαγεωργίου, Σύγχρονη Σκέψη, Σεπτέμβριος 2000.
* Μεταφυσική του πνεύματος της παιδικότητας : Με τον τίτλο ‘‘Μεταφυσική του Πνεύματος της Παιδικότητας’’ κυκλοφόρησε απ’ τις εκδόσεις ‘‘Δωδώνη’’ το βιβλίο του Νίκου Μακρή που αποτελεί μια ψυχογραφική ανάλυση του πνεύματος της παιδικής ψυχής. Το βιβλίο κινείται στους ωραίους χώρους των παιδικών διαδοχικών εξελίξεων και στις αφετηρίες της ζωής με βαθύτερη αίσθηση των προβλημάτων και διεργασιών της παιδικότητας ως την ωριμότητα. Η Βραδυνή, 14 Φεβρουαρίου 1984.
* Φιλοσοφία του Κάλλους (Αγήρω Κάλλος), επιμέλεια έκδοσης Ζώης Μπενάρδος, εκδόσεις Δρόμων, Αθήνα, σ.227.  Ο πολυγραφότατος συγγραφέας του φιλοσοφικού στοχασμού (40 περίπου τα βιβλία του), αλλά και λογοτέχνης, έχει επίσης στο ε νεργητικό του για έκτη συνεχή χρονιά και το ‘ ‘Φιλοσοφικό Καφενείο’’ (Αθηναϊκά βραδινά φιλοσοφικών συζητήσεων-αναζητήσεων). Εκεί αναπτύσσονται διάφορα θέματα τα οποία εισηγείται και διευθύνει τις συζητήσεις ο ίδιος. Πρόκειται, ουσιαστικά, για σύγχρονη (συλλογική) και διαλογική έκφραση συνδημοιουργίας. Τα περισσότερα έργα του Νίκου Μακρή στην τελευταία εξαετία, εστιάζονται σ’ αυτές τις συζητήσεις-αναζητήσεις. Η εν λόγω πρόσφατη εργασία του εδράζεται στη μεταφυσική παράδοση (όχι στον κριτικό φιλοσοφικό στοχασμό). Και η παράδοση αυτή καταδεικνύει  -κατά τον συγγραφέα- ότι το κάλλος είναι η πραγματική διάσταση της ζωής.. Πρόκειται για βιβλίο με γοητευτική/συναρπαστική γραφή ιδεαλιστικής σε βάθος θέασης των πραγμάτων.  Επιφυλλασσόμαστε να επανέλθουμε στη σύνολη δημιουργία του εκλεκτού συνεργάτη της Σύγχρονης Σκέψης, στο ευρύτερο πλαίσιο της αναφοράς μας γύρω από τη νεοελληνική φιλοσοφική σκέψη της τελευταίας 30ετίας. Γιώργος Παπαγεωργίου, Σύγχρονη Σκέψη,  Αύγουστος 2005.
* Γνώση και Αλήθεια, Δρόμων, Αθήνα, σελ. 218. Επιμέλεια έκδοσης Ζώης Μπενάρδος, Εικαστικό εξώφυλλο: Ρενέ Μαγκρίτ.- Απ’ το οπισθόφυλλο: ‘‘ Η διανθρώπινη μέριμνα και μάλιστα ως φιλοσοφική προσπάθεια αποτόλμησε και αποτολμάει με αιώνιο σφρίγος και αδιάπτωτη εμμονή να διακαθορίσει τους όρους γνώση και αλήθεια για να τους συσχετίσει στη συνέχεια…Μέγας αγών, όπως θα έλεγε ο θείος Πλάτων, μεγάλο πεπρωμένο και μέγιστη τιμή για το ανθρώπινο. Στις σελίδες αυτού του βιβλίου ο συγγραφέας προσπαθεί να δείξει τις μεγάλες πανανθρώπινες και διαπολιτισμικές σταθερές οι οποίες καταστέφθηκαν απ’ το φιλοσοφικό μόχθο και φωτίζουν με το ιλαρό τους φως το μέγα πρόβλημα και μάλιστα υπό το φως της philosophia perrenis.  ναγνώστης και συγγραφέας αισθάνονται έτσι εγγύς, γιατί αγγίζουν τα τίμια και τα μέγιστα που συνθέτουν το ανθρωπίνως υπάρχειν στον κόσμο…’’ Σύγχρονη Σκέψη.
* Μελέτη Θανάτου. Ένα βιβλίου του Νίκου Μακρή από τις εκδόσεις  ‘‘Δωδώνη’’. Η ιδιότητα του ‘‘στοχαστή’’ του συγγραφέως και η προηγούμενη σειρά των κειμένων του γύρω από το μυστήριο και τη μεταφυσική, μας προετοιμάζουν για το περιεχόμενο του νέο του βιβλίου. Πρόκειται για μια φιλοσοφική θεώρηση θανάτου όχι μόνο σαν του τέλους της ζωής, αλλά και σαν ουσιαστικό της θνήσκουσας συνείδησης του ανθρώπου. Σύμφωνα με τις απόψεις του συγγραφέως ο θάνατος ενυπάρχει στην ίδια την υπόστασή μας. Το φαινόμενο αυτό εξετάζεται σε τρεις ενότητες: Η πρώτη αναλύει το ΕΙΝΑΙ της χρονικότητας όπου ο χρόνος και η έγχρονη συνείδηση δίνουν συνθετικά το θάνατο σε σχέση με την ύπαρξη. Το δεύτερο μέρος καταλαμβάνει η σημαντική του θανάτου, με ιδιαίτερη θεώρηση της οντολογίας, της ηθικής και της αισθητικής του.  Στην Τρίτη και τελευταία ενότητα, ο θάνατος αντιδιαστέλλεται προς την αθανασία. Στο σημείο αυτό ο θάνατος αναπτύσσεται στα πλαίσια της θρησκευτικής αποκάλυψης. Σε ιδιαίτερο κεφάλαιο, παρουσιάζεται μια φιλοσοφική προσέγγιση του προβλήματος της αθανασίας, όπου η μυστική σύλληψη συμπληρώνεται από τη μαρτυρία της παρουσίας. Ημερησία, 10 Σεπτεμβρίου 1989.
* Είναι και διαθλάσεις του Ποιητικού Λόγου. Ένα ακόμη βιβλίο του Νίκου Μακρή από τη ‘‘Δωδώνη’’. Πρόκειται για μια ζωντανή γραφή που αναφέρεται στην ποίηση του Τάκη Αντωνίου. Μετά την Μελέτη Θανάτου για το πρωτότυπο πόνημα του συγγραφέως, που αναφερθήκαμε σε προηγούμενο σχόλιό μας, διαβάσαμε με πολύ ενδιαφέρον τις φιλοσοφικές σελίδες του νέου αυτού βιβλίου που αναλύει έμπειρα το θέμα που τον απασχόλησε. Πιστεύει ότι η έκσταση συνιστά δυναμική επέκταση της στάσης, εξόρμηση του ‘‘είναι’’ του ποιητή στο κοσμικό κατάλυμα, εμπνευσμένη ένδυση των κοσμικών κατηγοριών  με την οποία εκφράζεται κυρίως το συναίσθημα, η αισθητική και ηθική διάσταση της ζωής, ντυμένης με τις ύστατες κατηγορίες της στάσης, με την οντολογική δηλαδή μαρτυρία. Σελίδες άψογα γραμμένες που διατυπώνουν με καθαρές φράσεις τις απόψεις του συγγραφέα, διαβάζονται με αδιάπτωτο ενδιαφέρον. Ημερησία, 3 Σεπτεμβρίου 1989.
* Απ’ τη Νοσταλγία στην Πραγματικότητα, δοκίμιο του κ. Ν. Α. Μακρή, εκδόσεις ‘‘Τήνος’’, Αθήναι, 1972. Μια προσφορά σ’ όσους δεν μπορούν να ζήσουν μόνο με τον άρτον της καθημερινότητας κι αποζητούν τη θεία πληρότητα, αληθινοί νοσταλγοί των πραγματικών κόσμων. Όπως γράφει: Η διαδρομή που επιχειρείται προσπαθεί να προσφέρει πραγματικότητες ιερές, μαρτυρημένες από προσπάθειες ασυμβίβαστες με τη χοάνη της αφομοιώσεως…και που κατορθώνουν ν’ αναχαιτίσουν τον κλοιό του καθιερωμένου… (Η ‘‘διαδρομή’’ αυτή περιλαμβάνει βαθυστόχαστες αναλύσεις της Διονυσιακής Θρησκείας, της Αρχαίας Τραγωδίας, των Ελευσινίων Μυστηρίων, του στοχασμού του Πλάτωνα και Πλωτίνου). Στο δεύτερο μέρος εκθέτει ό,τι προσφέρει ο χριστιανισμός στις διψασμένες και πεινασμένες ψυχές: Η διά θανάτου ζωή· Το ακατάληπτο του Θεού, αφετηρία γνώσεως· Η δημιουργία· Η θεία λειτουργία της δημιουργία·………. Σκέψεις κι επιχειρήματα αντλημένα από τους μεγάλους πατέρες και μυστικούς της Ορθοδοξίας, με βαθιά γνώση τους που εντυπωσιάζει. Ελεύθερος Κόσμος, Ο Σοφιστής, 5 Ιανουαρίου 1973.
Μεταφυσική του Πνεύματος της Παιδικότητας. Ένα βιβλίου διαφορετικής υφής από τα άλλα, εκυκλοφόρησε η ‘‘Δωδώνη’’ με συγγραφέα τον Νίκο Μακρή. Στις διακόσιες είκοσι σελίδες του ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται πως υπάρχει ένα δοκίμιο αξιόλογο, γραμμένο με σαφήνεια από ώριμο πνεύμα. Το μελέτημα αυτό χωρίζεται πρόλογο, τέσσερα κεφάλαια, επίλογο και σημειώσεις. Ο Νίκος Μακρής εντυπωσιάζει με την καθαρή γραφή και τη σύλληψη του θέματός του. Η μεταφυσική του πνεύματος της παιδικότητας εντυπωσιάζει –πιστεύει- τον μεταφυσικό, τον λογοτέχνη, τον παιδαγωγό, τον μουσικό, όπως και κάθε νοσταλγό της άσπιλης ωραιότητας. Ο συγγραφέας με συντροφιά τον Ρουσσώ και τον Μπερνανός, επιχειρεί μια περιπέτεια, που θα αποκαλύψει τις γοητευτικότερες πλευρές του είναι του. Όσο κι αν το πνεύμα της παιδικότητας κινεί τη σκέψη στις αρμονικές αφετηρίες της ζωής, ο κόσμος του διαχέεται στην ωριμότητα, στολισμένος με την λαμπρότατη χλαμύδα των δώρων Ο σοφός διάλογος με τις συγκλονιστικότερες αλήθειες της ανθρώπινης ύπαρξης ξαφνιάζει τον αναγνώστη αυτού του βιβλίου, που τον απομακρύνει άθελά του από τα κοινότυπα της ζωής. Περσεύς Αθηναίος, Ημερησία, 10-2-1984.


    Πίνακας Περιεχομένων
Προλογικό…………………………………………………….Σελ….
Λευτέρης Γκίκας:
Θυσία ή Προμηθέας και Ατλαντίδα
Ερμηνευτική προσέγγιση και αξιολόγηση……………….Σελ…
Λεωνίδας Κοβάτσης:
Το Τέλος της  της Νσταλγίας……………………………………………………...Σελ...
Λεωνίδας Κοβάτσης:
Στοιχείωση βασικών αρχών φιλοσοφίας
       στο δοκιμιακό έργο του Νίκου Μακρή………………..  Σελ…
Επίμετρο  (επιλογή άλλων κριτικών κειμένων:
 Χ Μαλεβίτσης, Δ. Μούκανος,  Π. Βρετάκος,
 Ε. Χωρεάνθη,  Κ. Παπαπάνος, Ο. Αλεξάκης, Ε. Ν. Πλατής,
Γ. Μαγγιώσης, Δ. Κωστίδης)…………………………………Σελ…
Άλλες κριτικές αναφορές (επιλογή)……………………….Σελ…
Σύντομα κριτικά………………………………………………Σελ…
 

         



Οπισθόφυλλο:
 Οι ‘’σχέσεις’’ φιλοσοφίας και λογοτεχνίας είναι όντως γοητευτικές. Το ‘’οδοιπορικό’’ αυτού του βιβλίου, πέρα απ’ το συγκεκριμένο του χαρακτήρα, δημιουργεί εναύσματα προσωπικών αναβλέψεων και εξακοντισμών, δεδομένης της θεματικής του προοπτικής η οποία δεν αναφέρεται αποκλειστικά σε ένα συγκεκριμένο έργο. Αγκαλιάζει πολυφωνικά και με οντολογική τρυφερότητα εκζητήσεις οι οποίες υπερβαίνουν τις προοπτικές της καθημερινότητας ανοίγοντας ταυτόχρονα ορίζοντες δημιουργικού στοχασμού που προσβλέπει στο κάλλος.


ΤΙΤΛΟΣ:

Λευτέρη Γκίκα και Λεωνίδα Κοβάτση

 Λογοτεχνία και Φιλοσοφία
(με αναφορά στο έργο του Νίκου Μακρή)

Με κείμενα, επιπλέον, των Χ Μαλεβίτση, Δ. Μούκανου,  Π. Βρετάκος, Ε. Χωρεάνθη,  Κ. Παπαπάνου, Ο. Αλεξάκη, Ε. Ν. Πλατή, Γ. Μαγγιώση, Δ. Κωστίδη.
                                
                                      ΔΡΟΜΩΝ



[1] Εκδόσεις Δρόμων, 2013, 132 σελ.
[2] Προμηθέας… σελ.11.
[3] Προμηθέας…σελ. 17.
[4] Προμηθέας, σελ. 22.
[5] Προμηθέας, σελ. 24, 25.
[6] Προμηθέας…, σελ. 40
[7] Προμηθέας…, σελ. 41, 44.
[8] Προμηθέας…, σελ. 32.
             [9]  Προμηθέας,…, σελ. 37.
            [10] Προμηθέας…., σελ. 37
[11] Προμηθέας…σελ. 86.
[12] Προμηθέας…, σελ. 84.
[13] Προμηθέας…σελ. 109
[14] Προμηθέας…, σελ. 109.
[15] Προμηθέας…, σελ. 132.
[16] Δρόμων, 2014.
[17] Δρόμων, 2015.
[18] Προμηθέας…σελ. 42.
[19] Εκδόσεις Δρόμων, 2003.
[20] Επίσης, σελ. 230 κ. εξ.
[21] Το τέλος…, σελ. 45.
[22] Επίσης, σελ. 230.
[23] Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα προβληματική που κορυφώνεται διαδοχικά, ιδίως απ’ τις σελίδες 95 κ. εξ.
[24] Το τέλος…, σελ. 116.
[25]  Το Τέλος…, σελ. 147.
[26] Το Τέλος…, σελ. 110.
[27] Το Τέλος…, σελ. 227.
[28] Το Τέλος…, σελ. 283.
30. Ομιλία που εκφωνήθηκε  στο Κτήριο Κωστή Παλαμά, Ακαδημίας 48, στις 26 Μαρτίου 2008 κατά την τελετή απονομής  στον Νίκο Μακρή του βραβείου δοκιμίου απ’ το ελληνικό P. E. N. CLUB.

[31] Πρβλ.  Ηράκλειτος Απόσπ.  62   θάνατοι θνητοί, θνητοί ἀθάνατοι, ζντες τν κείνων θάνατον τόν δε  κείνων βίον τεθνετες.
[32] Το νοείν εδώ θα το εννοήσουμε ως το «συν» του λογίζεσθαι, το μυστικώς ή και ονειρικώς λογίζεσθαι.
[33] Ρ.Μ Ρίλκε , Ελεγείες του Ντουίνο- VIII (18- 21)
[34] T.S Eliot, Τέσσερα Κουαρτέτα -Burnt Norton (II)
[35] Πρβλ Σοφοκλέους Ηλέκτρα απ. Γ. Χειμωνά στ. 768: …Λύπη παράξενη. Να σώζω τη ζωή μου πενθώντας…. Εδώ μιλάμε όχι για το πεισιθάνατο αλλά για το βιοκαταφατικό πένθος. Το πένθος αυτό, το οντολογικό , που αρνείται το θάνατο με πείσμα σχεδόν Δον- Κιχωτικό.
[36] Το κείμενο της ομιλίας δημοσιεύθηκε στο περιοδικό θεα (Θέματα Επιστημών του Ανθρώπου), Σεπτέμβριος 2009, τεύχος 7, σελ. 52-58.
[37] Το κείμενο δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Νέα Εστία, τόμος 136, τεύχος 1614, 1η Οκτωβρίου 1994, σελ. 1315-1317. Αναδημοσιεύθηκε στο περιοδικό Πολιτικά Θέματα, 28 Οκτωβρίου 1994, σελ. 44-45.
[38] Το κείμενο δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Τομές, Απρίλης 1981, τεύχος71, σελ. 55-56.
[39] Το κείμενο δημοσιεύθηκε στην Ελληνική Φιλοσοφική Επιθεώρηση, 5(1988), σελ. 74-76.
[40] Το κείμενο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Η Καθημερινή, στις 17 Δεκεμβρίου 2002.
[41] Το κείμενο δημοσιεύθηκε στο υπ’ αριθμό 138 τεύχος του περιοδικού Διαβάζω  (1988).
[42] Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Πολιτικά Θέματα, 16 Φεβρουαρίου 1996.
[43] Το κείμενο δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Ευθύνη, τεύχος 325, Ιανουάριος 1999, σελ. 37, 38.
[44] Το κείμενο δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Διαβάζω, αριθ.197, 31-8-88, σελ. 74-76.
[45] Το κείμενο δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Πολιτικά Θέματα, αρ. φύλλου 790, 20-26 Ιουλίου 1990, σελ. 48.
[46] Το κείμενο δημοσιεύθηκε στη Σύγχρονη Σκέψη, Ιούλιος-Αύγουστος 2003.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου