βιβλία του νίκου μακρή

βιβλία του νίκου μακρή
The School of Athens-Raphael (Apostolic Palace, Vatican City)

Τετάρτη 28 Μαρτίου 2018

ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ (Αναγκαιότητα και Ελευθερία)

Κυκλοφορεί το νέο βιβλίο του Νίκου Μακρή ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ (Δρόμων, 2018, 480 σελ. τηλ. 2102617648). Δημοσιεύουμε τον Πρόλογο,  την Εισαγωγή και τον πίνακα περιεχομένων. Το βιβλίο είναι διαθέσιμο στα κεντρικά βιβλιοπωλεία.

Π ρ ό λ ο γ ο ς

Στην παρούσα σπουδή γίνεται προσπάθεια θεώρησης των σχέσεων ιστορίας και πολιτισμού και όχι ιστόρησης, κάτι που θα απαιτούσε και πολύ χρόνο και πολλούς συνεργάτες.
Διαβάζοντας την ιστορία μας απ’ τις πρωτινές ανθρώπινες παρουσίες, και αυτό στο μέτρο του δυνατού, δεδομένων των προβλημάτων τα οποία αντιμετωπίζουμε, μέχρι τις μέρες μας, και, ταυτόχρονα, απολαμβάνοντας τις προσφορές του πολιτισμού, όλων δηλαδή των πολιτισμικών επιτεύξεων, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με αντιφατικά συναισθήματα, με συναισθήματα αποτιμητικά αλλά και τιμητικά, καθόσον μετέχοντας του ανθρωπίνου είμαστε περισσότερο ή λιγότερο συνταυτουργοί όσων συνέβησαν και συμβαίνουν σε όλες ανεξαίρετα τις ανθρώπινες περιπέτειες, πάθη, μίση, έπη, θριάμβους κ.ο.κ.
Γαλουχούμαστε από στιγμές που μας αθανατίζουν και απογοητευόμαστε από άλλες οι οποίες μας προσβάλλουν. Αυτά τα συναισθήματα με τα οποία τρέφεται και ο λογισμός μας ενεργούν ως εναύσματα ουσιαστικής αναστροφής με το θέμα μας και όχι απλής ανάγνωσης των γεγονότων. Δεν είμαστε παρατηρητές, αλλά συνακροατές-συνταυτουργοί και αυτό αναδύει ό,τι πιο πολύτιμο μπορούμε να δρέψουμε: Τα βάθη της ίδιας της έγκοσμης-έγχρονης φύσης μας μακριά από προκαταλήψεις, στο βάθος του συμβαίνοντος.
Δεν είναι εύκολη αυτή η προσπάθεια, αλλά ως ειλικρινής αναστροφή, όσες πλάνες και αν είναι δυνατό να εγκλείει, συμβάλλει στην αυτοαναγνώριση, όσο και στην ανά-γνωση του ανθρωποκοσμικού. Η ιστορία και ο πολιτισμός μάς αποκαλύπτουν το κρύφιο είναι μας, τις δυνατότητές του, την πηγή κάθε δημιουργίας εν μέσω σκότους και συγχύσεων, τη διαφάνεια του αληθεύοντος ενάντια στο ψευδές και στο ειδωλικό.
Αναστρεφόμενοι κατά βάση με τις δυνατότητες αλλά και κλήσεις της φύσης μας, είναι βέβαιο πως γινόμαστε λιγότερο άσοφοι, λιγότερο ανώριμοι.

                            



Εισαγωγικό


Είναι γνωστός ο αγώνας ανθρωπολόγων, αρχαιολόγων, ιστορικών και επιστημόνων για ευρύτερη προσέγγιση των απαρχών του ανθρώπου, για την ανάδυση δηλαδή του ανθρωπίνου είδους στον κόσμο μας. Ήδη γινόταν και γίνεται λόγος για ανώτερα θηλαστικά, για ανθρωποειδή, για ανθρωπίδες, για τον άνθρωπο του Νεάτερνταλ, του Πεκίνου, κ.ο.κ., για υπολογισμούς που ανάγονται από τα 1.000.000 μέχρι τα 100.000 χρόνια. Περίοδοι και γεωλογικοί αιώνες (Παλαιοζωικός, Μεσοζωικός, Καινοζωικός) που αρχίζουν από τα 2.000 εκατομμύρια χρόνια (αν η γη σχηματίστηκε πριν 4.000 εκατομμύρια χρόνια), οδηγούν σε στάδια: Γεωλογικοί αιώνες, πανίδα, χλωρίδα, είδη, γένη, ανθρωποειδή, ανθρωπίδες, πρώτες μορφές ανθρωποειδών, όπως οι προσήμιοι, (ταρσίμορφα, λορισίμορφα, λεμουρίμορφα,  τα ‘’καθαρά’’ ανθρωποειδή, όπως τα κυβοειδή, τα κερκοπιθηκοειδή) που οδηγούν σε περαιτέρω υποδιαιρέσεις με ιλιγγιώδεις χρονολογικούς πίνακες που καθιστούν την ιστορική περίοδο της ανθρωπότητας λευκή επιφάνεια, ως απάνθισμα ενός απροσμέτρητου βάθους. Παρεμβαίνει επίσης το μεγάλο πρόβλημα που θέτει πολλά νέα προβλήματα και το οποίο οφείλει να αντιμετωπίσει το ερώτημα: Μονογένεση ή πολυγένεση;
Οι προβληματισμοί πολλαπλασιάζονται δεδομένης της προόδου της Χημείας, της Μοριακής Βιολογίας, της Βιοχημείας κ.ο.κ., αλλά ποιο σύστημα είναι πλήρως αποκρίσιμο; Δε θα υπεισέλθουμε στην ευρύτατη προβληματική η οποία εξάλλου δε σχετίζεται άμεσα με τη θεματική μας.
Βέβαια, η όντως επιστήμη που έχει απαλλαγεί από την παιδική αφέλεια, νόσο, θα ‘πρεπε να πούμε, του επιστημονισμού, είναι όντως αναστρέψιμη και οι εκάστοτε θεωρήσεις της είναι πάντοτε επιδεκτικές βελτιώσεων ή και αναθεωρήσεων. Δεν υπάρχει ποτέ τελεία και παύλα στην επιστημονική θεώρηση.
Υπάρχουν όμως και άλλες παράμετροι χωρίς τις οποίες η αμιγής επιστημονική προσέγγιση είναι ανεπαρκής. Όσο απαραίτητη είναι η επίκληση των επιστημονικών προσεγγίσεων, εξίσου επιβεβλημένη είναι και η είσδυση, και δε μπορεί παρά να είναι φιλοσοφική, στην ουσιαστική φύση του ανθρώπου, σε θεμελιώσεις δηλαδή καταστάσεις, χωρίς τις οποίες είναι αδιανόητη και η ίδια η επιστημονική προσέγγιση.
Αναδύεται έτσι μια όσο το δυνατό ευρύτερη και ουσιαστικότερη θεώρηση και ιδού τι εννοούμε: Ναι μεν ο αναζητούμενος ‘’εντοπισμός ‘’ της εμφάνισης του ανθρώπου μπορεί να καταστεί εφικτός, της έγκοσμης δηλαδή ανάδυσης, η ουσία όμως της φύσης του ανθρώπου παραμένει αλώβητη, καθόσον τα μέγιστα προβλήματα και οι προκλητικές ερωτήσεις συνιστούν ορίζουσες γόνιμης προσέγγισης.
Συγκεκριμένα: Τι είναι αίσθηση, αντίληψη, κοσμικό συμβαίνον, έγχρονος βίος, ανθρωποκοσμική πραγματικότητα, συνυπάρχειν ανθρώπου και κόσμου, φαντασιακή χρονικότητα, κ.ο.κ; Παρόμοια ερωτήματα οδηγούν πάραυτα στη φιλοσοφική παράδοση, στο μόχθο των Σχολών και των φιλοσόφων και, με την πρώτη ματιά, απαμβλύνουν την κύρια προβληματική αυτής της σπουδής.

                                                *
Προσεκτικότερη όμως θεώρηση, πάντα συνδεδεμένη με το θέμα μας, ανοίγει δημιουργικούς ορίζοντες πραγματικής προσέγγισης και μας εντάσσει σε δημιουργικότερο πλαίσιο.
Εννοούμε το εξής: Δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε το πνεύμα της ιστορίας και του πολιτισμού χωρίς να έχουμε αναστραφεί με προσοχή με το ανθρωποκοσμικό συμβαίνον, με την αρχέγονη και δημιουργική πρωτοπληροφορία του κοινωνείν του ανθρώπου με τον κόσμο, με τα κοινά στοιχεία που συνέχουν το ζην και το υπάρχειν όλων των αισθητών μεγεθών (τμητά, φθαρτά, κινητά, κ.ο.κ.), κάτι που συμπροσδιορίζει αδήριτα άνθρωπο και κόσμο, χωρίς την εννόηση του φθαρτού χαρακτήρα της αισθητής πραγματικότητας στην οποία και μετέχουμε ως φθαρτά όντα, ως κινούμενες, μεταβαλλόμενες, θνήσκουσες υπάρξεις και χωρίς την προϋπόθεση εννόησης του φθαρτού, κινητού κ.ο.κ. χαρακτήρα του ανθρώπου-κόσμου, χωρίς  δηλαδή τη συνειδητοποίηση του ό,τι οδηγεί στην εν-νόηση (αντίληψη), στη δημιουργική ενθέα του λεγόμενου εξωτερικού κόσμου, του ‘’χώρου’’ που δεν είναι παρά  φαντασιακός, χωρίς τη φαντασιακή χρονικότητα αντί της καθιερωμένης χωροχρονικότητας.
Οδηγούμαστε έτσι σε κάτι το οποίο υποβόσκει και το οποίο αναδύεται διαρκώς ως αειγενής αφετηρία. Εννοούμε το συν-υπάρχειν κάθε μορφής ζωής, ενστικτώδους και συνειδητοποιημένης.
Ήδη, τα ερωτήματα γίνονται γονιμότερα στο βαθμό που ο προβληματισμός προχωρεί: Το συνυπάρχειν αποτελεί αποκαλύπτουσα αλήθεια η οποία είναι και προϋπόθεση ορθής κατά το δυνατό θεώρησης τόσο της ιστορίας, όσο και του πολιτισμού. Φθάνουμε με αυτόν τον τρόπο σε κάτι το ποίο προαγγέλλεται, αλλά θα απαιτηθεί δρόμος: Αν η ιστορία μηνύει το βασίλειο της αναγκαιότητας με βασικό παράγοντα το έστω και προχωρημένο ένστικτο, ο πολιτισμός στις πολυποίκιλτες φάσεις του αναδύει τη φορά προς την ελευθερία, την εσαεί δηλαδή προσπάθεια αυτοσυνειδητοποποίησης και δημιουργίας. Δεν είναι εύκολη αυτή η προσέγγιση, παρά το ότι αυτοαποκαλύπτεται, γιατί συχνά ο πειρασμός της εθελοδουλίας διεκδικεί δικαιώματα.
                                                *
Πιο συγκεκριμένα, διαβλέπουμε κάτι αντιφατικό, τουλάχιστον με την πρώτη ματιά: Χωρίς το ένστικτο δεν προχωράμε στη συνειδητοποίηση-ελευθερία, χωρίς τον κλοιό της αναγκαιότητας δεν υπάρχει ελευθερία ως δημιουργική υπέρβαση, χωρίς, για να είμαστε πιο κοντά στη θεματική μας, ιστορία δεν υπάρχει πολιτισμός και τανάπαλιν. Ας πούμε εδώ πως ο όρος αναγκαιότητα δεν αναφέρεται στο φυσικό συμβαίνον, αλλά στην ανθρώπινη φύση και αυτό θα καταφανεί.
Αυτό θα προσπαθήσουμε να προσεγγίσουμε στο μέτρο των δυνατοτήτων μας, αλλά ήδη αγγέλλεται και μία συναφετηριακή αλήθεια. Ο άνθρωπος, εμείς δηλαδή και όχι γενικά και αόριστα, συνυπάρχει με το έγκοσμο φαίνεσθαι, ο κόσμος δεν είναι μία ‘’αντικειμενική’’ πραγματικότητα για τον άνθρωπο, αλλά το συνενεργείν με όλες τις θετικές και τις αρνητικές εκφάνσεις που προσφέρουν δυνατότητες μεγαλείου ή φθοράς.
Επιπλέον, ο όρος άνθρωπος στη γενικότητα και αοριστία του δε λέει σχεδόν τίποτε, αλλά αντίθετα αποπροσανατολίζει οδηγώντας σε εξαντικειμενικεύοντα σχήματα και ολίζουσες καταστάσεις, μακριά απ’ τη φορά του συγκεκριμένου. Για να κατανοήσουμε αυτήν την αλήθεια οφείλουμε να συνειδητοποιήσουμε πως το εγώ είναι αδιανόητο χωρίς το συ, χωρίς το εμείς, είναι condition sine qua non, είναι ἀνυπόθετον. Δε θα υπήρχε άνθρωπος χωρίς το συνάνθρωπο, όχι γενικά και αόριστα, αλλά συγκεκριμένα. Χωρίς δηλαδή το συ, χωρίς το εμείς, χωρίς την πληθυντική ενότητα η οποία ως μυστικός ιστός συνέχει το ανθρώπινο και κατ’ επέκταση το ανθρωποκοσμικό. Αυτό διαφαίνεται σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής μας, σε όλα τα βήματα του ανθρώπου, αλλά, δυστυχώς παραγνωρίζεται, καταπίπτει και οδηγεί στην κόλαση των παθών.
Αν η συνειδητοποίηση αυτού του συμβαίνοντος ελευθερώνει και ανοίγει δημιουργικούς ορίζοντες, η καταπάτησή της που συχνά κομπάζει ως ελευθερία, υποδουλώνει, επιστρέφει στο ένστικτο που στα νοήμoνα όντα δεν είναι παρά εγωισμός με απροσμέτρητες και αρνητικές ταυτόχρονα εκφάνσεις.
                                                *
Αν όμως αφετηρία ουσιαστικής προσέγγισης του ανθρωπίνου είναι το συν-υπάρχειν, είναι βέβαιο πως αποτελεί και αφετηρία πραγματικής θέας της ιστορίας και του πολιτισμού.
Διαβάζουμε συνήθως ιστοριογραφίες ως παθητικοί αναγνώστες και κρίνουμε τα γεγονότα άλλων εποχών ως θεατές ή, περίπου, ως απόντες. Η ιστορία μάς παρουσιάζεται ως διαπλούμενη παράσταση και τείνουμε να αγνοούμε πως μάς αφορά ριζικά, αφού αναφέρεται σε πράξεις, σε τρόπο ζωής και δημιουργίας συνανθρώπων μας.
Παράλληλα, οι πολιτισμικές ιδέες άλλων εποχών και λαών ηχούν ως ξεπερασμένα στάδια και ακολουθούν σχηματοποιήσεις, βαθμίδες εξέλιξης, νέες ιδέες κ.ο.κ. που δε μηνύουν παρά κάτι το οποίο μάς είναι αδιάφορο ή προϊόν άλλων συνθηκών και παραγόντων, απορριπτέο ή και καταδικαστέο.
Κινδυνεύουμε έτσι να χάνουμε τη μύχια κοινωνία μας με το πανανθρωπίνως συνυπάρχειν και να αγνοούμε σε μεγάλο βαθμό  το πραγματικό νόημα της ιστορίας και του πολιτισμού, να παραγνωρίζουμε δηλαδή την ίδια μας τη φύση.
Δεν εξιδανικεύουμε άλλες εποχές, αλλά συχνά μυθοποιούμε τη δική μας, κατά τρόπο που οι όροι πρόοδος, εξέλιξη και άλλοι συναφείς είναι πλαστά νομίσματα το οποία θεωρούμε χρυσά. Έπονται όροι όπως βάρβαροι, βαρβαρότητα, πρωτογονισμός, σκληρότητα κ.ο.κ. οι οποίοι εξαποστέλλονται άκοπα στο παρελθόν, παρά το ότι ζουν και βασιλεύουν και σε μεταγενέστερες εποχές και στη δική μας.

                                                *
Υπάρχει λοιπόν τρόπος ορθής θεώρησης της ιστορίας και του πολιτισμού, ορθής ανάγνωσης της αντιφατικότητάς τους, παρά την αναμφισβήτητη συνύπαρξή τους;
Είναι βέβαιο πως δεν υπάρχει κανένα κλειστό σύστημα ολίζουσας θεώρησης, παρά το ότι κάποιες συστηματικές-κλειστές δογματικές θέσεις μεγαλοσχημόνων ‘’σοφών’’ και θεραπευτών της ανθρωπότητας ήχησαν και ηχούν μεγαλοπρεπώς ως καμπάνες σωτήριων ιδεών. Δεν είναι άχρηστα τα συστήματα, ενέχουν αποσπασματικές αλήθειες, αλλά συνολικά θεωρούμενα δεν αποτελούν παρά εξαπλουστευμένες θέσεις οι οποίες ανατρέπονται άρδην απ’ την ίδια την ιστορία.
                                                *
Η παρούσα σπουδή, μακριά από κάθε φιλοδοξία πρότασης ολικής θεώρησης και συστηματικής απόφανσης η οποία θα πρόσφερε ό,τι απουσιάζει απ’ τις μεγάλες και γνωστές θεωρήσεις της ιστορίας και του πολιτισμού, προσπαθεί να αναδείξει εκείνα τα στοιχεία που βρίσκονται στην αφετηρία, στοιχεία τα οποία αγνοούνται ή υποβαθμίζονται.
Γνωρίζουμε πως δεν είναι δυνατό να υπάρξει ουσιαστική προσέγγιση των πολύμοχθων, των τραγικών, των πολιποίκιλτων προσπαθειών του ανθρώπου όπως καταγράφονται στην ιστορία και στον πολιτισμό χωρίς την πραγματική γνώση του ανθρωπίνου.
Συνήθως κρίνουμε, αποφαινόμαστε, δογματίζουμε, δοκησισοφούμε αγνοώντας την ίδια μας τη φύση, τις θετικές και τις αρνητικές της πλευρές. Μια αλήθεια δυσδιάκριτη αλλά παρούσα είναι η ακόλουθη: Αν η ιστορία αγγέλλει το βασίλειο της αναγκαιότητας και ο πολιτισμός τον αγώνα για ελευθερία, αυτή η αλήθεια αγγέλλεται στην ίδια την ανθρώπινη φύση.
Ένας παραλληλισμός είναι άκρως βοηθητικός και προεξαγγελτικός  και θα μας βοηθήσει να κατανοήσουμε τις αφετηρίες της πολιτισμικής δημιουργίας στο πλαίσιο της ιστορικής δράσης. Γνωρίζουμε πως το αισθητό, ο αισθητός κόσμος, κοινωνεί με το πνεύμα μας διαμέσου της αίσθησης. Βέβαια, η αίσθηση δεν είναι μέσο ή όργανο κοινωνίας μας με τον κόσμο, αλλά άμεσος ορίζοντας ο οποίος προσφέρει τη δυνατότητα αντιληπτικής διεργασίας και γνώσης. Δε θα υπεισέλθουμε στο πρόβλημα των σχέσεων αίσθησης και αντίληψης, πρόβλημα ουσιώδες και απ’ το οποίο προέρχονται οι τρεις μεγάλες φιλοσοφικές Σχολές (Ιδεαλισμός, Ρεαλισμός στις εμπειριστικές του εκδοχές και Πανθεϊσμός), πρόβλημα το οποίο θα παραμένει ανοιχτό για να συνέχεται η φιλοσοφική αναζήτηση. Θεωρούμε απλά πως ο όρος αντιληπτική αίσθηση είναι ικανοποιητικός, αν μάλιστα διευρυνθεί ως συναντιληπτική ενσυναίσθηση.
Συμβαίνει επομένως το εξής:  Η αίσθηση προϋποθέτει τον αισθητό κόσμο ο οποίος είναι γενικά ασύνειδος ή δεν έχει φθάσει στη συνειδητοποίηση, όντας κόσμος του ενστίκτου και των λεγομένων φυσικών νόμων οι οποίοι συνεχώς ανερευνώνται και αναθεωρούνται. Σκοπούμενη όμως κατά βάθος η αίσθηση είναι αντίληψη και αυτή η πρόοδος η οποία παρουσιάζεται καταρχήν στον άνθρωπο, τον οδηγεί στη συνειδητοποίηση, στη γνώση, σε ένα άλλο επίπεδο  από εκείνο του αισθητού κόσμου, στην παιδεία σε όλα της τα στάδια, στον πολιτισμό. Όπως χωρίς την αίσθηση δεν είναι δυνατό να εκφρασθεί η αντίληψη, κατά παράλληλο τρόπο χωρίς την ιστορία δεν είναι δυνατό να υπάρξει πολιτισμός.
Ένα άλλο παράλληλο εν τάχει. Χωρίς τη γραμματική δεν υπάρχει συντακτικό, χωρίς το συντακτικό δεν είναι διανοητή η γραμματική. Γραμματική και συντακτικό αδελφώνονται στον κόσμο της γλώσσας και αυτό είναι πασιφανές. Το ίδιο θα μπορούσαμε να παρατηρήσουμε σε όλες τις μορφές συμβολικής έκφρασης δεδομένου ότι κάθε εκφραστό είναι συμβολικό.
Υποκρούεται εδώ κάτι σημαντικό το οποίο, για να μην ξεφύγουμε απ’ τη θεματική μας, αναφέρουμε με συντομία. Τι είναι όντως ο αισθητός κόσμος χωρίς τον οποίο δε θα υπήρχε ούτε κίνηση, ούτε αλλαγή, ούτε μεταβολή, ούτε φθορά (βλέπουμε, οι όροι είναι ταυτογενείς); Τι είναι οι ήχοι, τα χρώματα, οι μύροι, οι γεύσεις, το νερό, οι τροφές κ.ο.κ. χωρίς τα οποία είναι αδιανόητη η ζωή μας; Τι είναι οι ήχοι, απ’ τους υποβλητικότερους μέχρι τους εντονότερους, χωρίς τους οποίους δε θα είχαμε φωνήματα, συντάγματα, λέξεις, μουσική; Πώς γίνεται προσληπτός αυτός ο κόσμος, κόσμος του οποίου το μυστήριο αντιμετωπίζει έκπληκτη η κβαντική φυσική, αλλά και άλλοι επιστήμονες και διανοητές; Το πρόβλημα όμως δεν είναι επιστημονικό, αλλά μεταφυσικό ή, αν θέλετε, ευρύτερα φιλοσοφικό και εδώ οφείλουμε να διαπιστώσουμε τα εξής: Δεν είναι δυνατή οποιαδήποτε πρόσληψη, αν δεν υπάρχει κοινός ‘’τόπος’’, μύχια, απόλυτη και άχρονη κοινωνία μεταξύ τους. Ταυτίζεται επομένως το είναι του κόσμου με το είναι του ανθρώπου; Έχουμε πει σε άλλες ευκαιρίες πως η κοινωνία μας με τον κόσμο δεν προκύπτει, πως είναι άμεση, απόλυτη, πως αναδύεται έξω από κάθε χρονικό όριο, έξω από κάθε προϋπόθεση. Είναι αυτή η κοινωνία άμεση και απόλυτη και γι’ αυτό δεν εκφράζεται με διανοητικούς όρους, αλλά αυτό συνιστά την αρχή κάθε εκφραστού. Προκύπτει έτσι πως κάθε αισθητό, πεπερασμένο κ.ο.κ. είναι εκφραστό με εκφραστή τον ανθρώπινο λόγο, το λέγειν. Το λέγειν μας όμως δεν είναι παρά συμβολικό, γιατί ορθώνει και το λέγειν του κόσμου, ένα λέγειν το οποίο δεν είναι  ο κόσμος, αλλά το ιστορείν του κόσμου που είναι αδιανόητο χωρίς τον άνθρωπο.

                                                *
Να γιατί η ιστορία δε μπορεί να είναι διανοητή χωρίς τον άνθρωπο, ούτε η λεγόμενη φυσική ιστορία. Ας προσέξουμε όμως κάτι πριν προχωρήσουμε. Όταν λέμε πως κάθε έκφραση είναι συμβολική, εννοούμε πως παραπέμπει στο νόημα του εκφραζόμενου, σε ό,τι εκφράζει ο άνθρωπος. Η ανθρώπινη έκφραση επομένως, κοινωνώντας αισθησιοαντιληπτικά  με τον κόσμο, αντιλαμβανόμενη την κίνηση, τη μεταβολή, τη φθορά κ.ο.κ. των αισθητών μεγεθών, τα ανακοινώνει με τη γλώσσα ορθώνοντας σύμβολα, συμβολικές δηλαδή μορφές έκφρασης, που αποκαλύπτουν το πώς (επιστήμη), αλλά προϋποτίθεται το τι, το είναι τους. Ήδη με την έκφραση, το είναι, το τι των πραγμάτων, αποκαλύπτεται με το πώς και εδώ έχουμε μια σιγηλή αποκάλυψη της οποίας φορέας είναι το ανθρώπινο πνεύμα: Ιστορεί το πώς επειδή γνωρίζει το τι, το είναι, το κοινωνείν ανθρώπου και κόσμου.
Η συμβολική έκφραση αποτελεί τη βασική προϋπόθεση θέας, εμβίωσης και εκτίμησης της ιστορίας και οδηγεί στη θέση κατά την οποία ο κόσμος, τα αισθητά μεγέθη, είναι πνευματικός.
Εδώ όμως τίθεται κάτι σημαντικότερο για την προσπάθειά μας: Ο κόσμος μας μηνύει την αναγκαιότητα, το αναγκαίον το οποίο μηνύεται στους τρόπους και στις προϋποθέσεις του συνέχεσθαι, του αυξάνεσθαι κ.ο.κ. των αισθητών μεγεθών, αλλά και της έγκοσμης ανθρώπινης ύπαρξης. Η αναγκαιότητα επομένως δεν είναι φυσική κατηγορία, αλλά ανθρώπινη εκτίμηση η οποία μπορεί να διαποικίλλει κατά τις γνώσεις και τις εκτιμήσεις μας. Λαβυρινθώδεις είναι οι συζητήσεις οι σχετικές με την αναγκαιότητα, τόσο κατά την αρχαιότητα, όσο και κατά το Μεσαίωνα και τους Νέους χρόνους συμπεριλαμβανομένης και της εποχής μας κατά την οποία στη συζήτηση  περιλαμβάνονται και κορυφαίοι επιστήμονες. Δε θα υπεισέλθουμε επί του παρόντος, σε επόμενες σελίδες θα αντιμετωπισθεί το θέμα.
Υπάρχει, φαίνεται, με την πρώτη ματιά σε κάθε ιστορείν μία αφετηριακή αναγκαιότητα η οποία εκφράζει το ανθρωποκοσμικό. Παράλληλα όμως, η συνειδητοποίηση του αναγκαίου, του λεγόμενου αναγκαίου για να κυριολεκτούμε, ανοίγει το δρόμο σε ποικίλες διαβαθμίσεις του, αφού με την έκφραση τόσων φυσικών νόμων, υποκρούεται πλήθος άλλων δυνατοτήτων οι οποίες γίνονται πραγματικότητα με την εφαρμοσμένη επιστήμη, ασχέτως ευεργετικού ή αρνητικού αποτελέσματος. Και πριν από την ανάπτυξη της επιστήμης οι πρώτες τεχνικές μηνύουν την ίδια αλήθεια. Θα δούμε όμως κάτι όντως ουσιαστικό: Αναγκαιότητα στην κυριολεξία είναι η υποταγή στα ανθρώπινα πάθη.
                                                *
Μήπως όμως η συνειδητοποίηση του αναγκαίου χαρακτήρα του ανθρωποκοσμικού συμβαίνοντος διαμηνύει το ελεύθερον;  Εννοούμε άλλους τρόπους οι οποίοι υπερβαίνουν το φυσικό απρόσωπο που συνειδητοποιείται προσωπικά απ’ τον άνθρωπο.
Για να κατανοήσουμε τη φορά του ερωτήματος οφείλουμε να στραφούμε στην ίδια την ανθρώπινη ιστορία η οποία είναι υπέρβαση του φυσικού συμβαίνοντος, συνειδητή του υπέρβαση, υπέρβαση όμως που τελείται στην καρδιά του αισθητού.
Η υπέρβαση του απρόσωπου δηλώνει και ανθρωποκεντρική προσωποποίησή του και να το μέγα παράδοξο το οποίο καμιά νατουραλιστική επαγωγή δε μπορεί να αναιρέσει. Ανθρωποκεντρική όμως υπέρβαση μιας αλήθειας η οποία δεν έχει συνείδηση του εαυτού της οδηγεί στο ανθρωποκοσμικό που είναι οικουμενικής φοράς, είναι πνευματική εκτόπιση και εδώ ακριβώς το ιστορείν, η ιστορική αναγκαιότητα, γίνεται ελεύθερη πνευματική δημιουργία.
                                                *
Είναι ο πολιτισμός έκφραση ελευθερίας που δημιουργεί ρωγμή στον κόσμο των φαινομένων; Πανοραμική του θέα την οποία επεχείρησαν πολλοί ιστορικοί του μετά εντρύφηση ετών και πολυετιών δεν οδηγεί  ‘’αναγκαστικά’’ σε πιστοποίηση του ελεύθερου το οποίο, υποτίθεται, προσφέρει η διαπολιτισμική δημιουργία.
Θα εξετάσουμε επιμέρους βαθμίδες αυτής της ανάπτυξης χωρίς εξαπλουστευτικά σχήματα και εδώ οφείλουμε να δούμε αν υπάρχει οικουμενικά πασίδηλη αλήθεια που διασυνδέει αναγκαιότητα και ελευθερία, ιστορία και πολιτισμό, γιατί δεν είναι δυνατό να ‘’αντιτάσσουμε’’ τον πολιτισμό στην ιστορία, την ελευθερία στην αναγκαιότητα αγνοώντας την κοινή τους φύση, τη συμπληρωματικότητά τους, αν θέλετε.
                                                          *
Πολλοί ισχυρίζονται πως το ανθρώπινο φαινόμενο αποτελεί πραγματική υπέρβαση σε σχέση με τη φυσική απροσωπία και εκείθεν αρχίζουν οι συγκρούσεις σχολών, οι ιδεοληψίες, οι εξαπλουστεύσεις, τα ‘’συμπεράσματα’’, άλλες φορές, και συχνότερα, φυσιοκρατικής, εμπειριστικής, ματεριαλιστικής φοράς, και άλλοτε ιδεοκρατικά και πνευματοκρατικά.
Απέραντος ο μόχθος, σημαντικές επιμέρους θεωρήσεις ιστορικών, κοινωνιολόγων, ανθρωπολόγων, φιλοσόφων, μόχθος και θεωρήσεις που δε θα οδηγήσουν ποτέ σε ενιαία θεώρηση, δεδομένης της πολυπλοκότητας και των εσωτερικών αντιφάσεων των θεωρήσεων.
Υπάρχει ωστόσο κάτι το οποίο θα ήταν δυνατό να θεωρηθεί κοινή αφετηρία που θα καθιστούσε ευχερέστερη την όσο πιο ισορροπημένη φιλοσοφική θεώρηση.
Εννοούμε κυρίως εκείνα τα στοιχεία τα οποία ενώνουν το ανθρώπινο πριν εκσκήψουν οι μάστιγες  οι οποίες και το χαρακτηρίζουν διιστορικά. Η γλώσσα, οι μυθικές εξάρσεις, η θρησκεία, οι, έστω και πρωτογενείς, θεσμοί, που οδηγούν στην οργάνωση, για να ακολουθούν οι πόλεμοι, οι κατακτήσεις, οι επιδρομές. Εννοούμε επίσης τις τέχνες, τις πρώτες τέχνες που οδήγησαν αργά και σταθερά στην επιστημονική θεώρηση και στη σύζευξη επιστήμης και τεχνικής που γιγαντώθηκε τα τελευταία χρόνια με άγνωστες συνέπειες ως προς την πορεία του ανθρώπου και του πολιτισμού.
Όλα αυτά τα αφετηριακά προδεδομένα τα οποία κανένας δε μπορεί να αμφισβητήσει διαδηλώνουν την υπέρβαση του φυσικού γίγνεσθαι αφομοιώνοντάς το αργά και σταθερά, και τη ‘’βασιλεία’’ του ανθρώπου. Δε θα αναφέρουμε τις προσπάθειες ερμηνείας του γλωσσικού λ.χ. φαινομένου όπου οι σχολές, αντιμετωπίζοντας το ίδιο φαινόμενο, εκφράζουν διαφορετικές και συχνά αντικρουόμενες θέσεις, παρά το ότι  η γνήσια επιστημονική προσπάθεια προάγεται με το λόγο και με τον αντίλογο. Δε θα μας απασχολήσουν επίσης οι θεωρήσεις, γνωστές εξάλλου,   κοινωνιολόγων, ανθρωπολόγων, ιστορικών ως προς τα αίτια ή την προέλευση των μύθων, των δοξασιών, των θεσμών, των τεχνών. Και εδώ το απέραντο πεδίο είναι πρόσφορο και στις αντιφατικότερες μεταξύ τους θεωρήσεις.
Θα αναζητήσουμε το είναι αυτού του διαρκούς προχωρήματος το οποίο είναι οικουμενικό και το οποίο συντροφεύει τη διαπολιτισμική δημιουργία στο ρου της ιστορίας υπό ποικιλία μορφών εξέλιξης και δυναμικής.
Θα διαπιστώσουμε έτσι πως η ιστορία είναι αδιανόητη χωρίς τον πολιτισμό, κάτι το οποίο μαρτυρεί και το αντίστροφο. Επιπλέον, ιστορία και πολιτισμός είναι αδιανόητα χωρίς τον αισθητό κόσμο και την πολυμορφία του. Και η ιστορία και ο πολιτισμός ως διαλληλιζόμενα παράδοξα εκφράζονται με τον αισθητό κόσμο, εκεί προσφεύγουν όχι ως ξένιες και φιλοξενούμενες δημιουργίες, αλλά ως η νοητή, συνειδητή και λογική έκφρασή του.
Ήδη, διαπιστώνουμε το εξής παράδοξο, αν η φιλοσοφική έρευνα φωτίζει παραδοξότητες, αλήθειες δηλαδή οι οποίες διαλανθάνουν και καλύπτονται απ’ την άγνοια της δοξασίας, της δόξας, της αβασάνιστης δηλαδή θεώρησης. Το παρά τήν δόξαν είναι ό,τι ακριβώς αμφισβητεί την κοινή δοξασία και συμβαίνει το εξής: Η αμφισβήτηση της δοξασίας δε σημαίνει απόρριψή της, αλλά εμβάθυνση στο λέγειν της, διάνοιξη οδού η οποία φθάνει στην πυρήνα της, στο τῆς φιλοσοφίας γένος, για να χρησιμοποιήσω έναν πλατωνικό όρο, κατά τρόπο που το μυθολογικό λ.χ. γίνεται συμβολική μυθική έκφραση. Ήδη, και η γλώσσα και οι μύθοι και οι θεσμοί κ.ο.κ., ανάγονται σε αυτήν την αλήθεια κατά την οποία ό,τι εκφραστό είναι αυτόχρημα συμβολικό, ό,τι συμβολικό είναι εκφραστό, πάντα συμβολικά, είναι συγκεκριμένο, φθαρτό, κινητό, μεταβλητό, τμητό. Ακόμη περισσότερο: ‘Ο,τι είναι μεταβλητό, είναι φθαρτό, κινητό κ.ο.κ., κατά τρόπο που τίποτε στον αισθητό κόσμο, στον αισθητό μας κόσμος που είναι ενιαίος στην πολυμορφία του, τίποτε να μην ταυτίζεται με οποιοδήποτε άλλο  μέγεθος.
Οδηγούμαστε στο εξής: Δεν υπάρχουν όρια στον αισθητό κόσμο, κάθε ‘’ελαχίστη’’ έκφρασή του είναι οντολογικά ‘’μεγίστη’’ (οι όροι ελάχιστο και μέγιστο δεν έχουν καμιά φιλοσοφική σπουδαιότητα). Αν ο άνθρωπος είναι κοινωνός του κοσμικού είναι, το τελευταίο δεν είναι αντικείμενο παράστασης, δεν είναι παραστατό.
                                                *
Ιδού τι αναδύεται: Οποιαδήποτε θεώρηση είναι ανθρωποκοσμική με εκφραστή τον άνθρωπο ο οποίος δε μπορεί να ξεφύγει τα ‘’όρια’’ του κοσμικού συμβαίνοντος, του ανθρωποκοσμικού συμβαίνοντος δηλαδή.
Αυτό το αυταπόδεικτο παράδοξο οδηγεί στα εξής:
i.                   Μόνο αυτοσυνειδητοποιούμενος ο άνθρωπος κατανοεί πως είναι ορίζων οριζόμενος, πως υπερβαίνει τη λεγόμενη φυσική αναγκαιότητα, όντας στους κόλπους της. Όλες οι κατηγορίες της σκέψης του αλλά και των συναισθημάτων του βρίσκονται στο πλαίσιο του ανθρωποκοσμικώς υπάρχειν και, με υπέρβαση του σκεπτικισμού που ελλοχεύει πάντα,  δε μπορεί να είναι καθαρά ανθρώπινες, αλλά εκφράζουν ανθρωπίνως το συμβαίνον, αν βέβαια η έκφραση είναι αληθής ή, τουλάχιστον, αν προσεγγίζει την αλήθεια.  Το λεύθερον επομένως του ανθρώπου δημιουργείται με τη συνειδητοποίηση του αναγκαίου και αυτό συνιστά υπέρβαση. Υπ’ αυτό το πνεύμα ο άνθρωπος είναι υπερβατικός ως προς το κοσμικό φαίνεσθαι ως ελεύθερη συνειδητοποίησή του που παράγει εσαεί την ανθρώπινη ιστορία και πολιτισμό.
ii.                 Η συνειδητοποίηση όμως αυτού του συμβαίνοντος οδηγεί σε κάτι σημαντικότερο: Ο άνθρωπος κοινωνεί με την οικουμενικότητα του ανθρωποκοσμικού και έτσι είναι ικανός να ‘’οσμίζεται’’ πραγματικότητες με οικουμενικό κύρος. Δε γενικεύουμε, δεν αοριστολογούμε. Οι κύριες κατηγορίες σκέψης ως θεμέλιο του λογίζεσθαι (έχουμε ήδη αναφερθεί σε μερικές) δεν είναι δυνατό να έχουν μερική ισχύ, όπως λ.χ. οι επιστημονικές γνώσεις που αναφέρονται σε πλαίσια αναφοράς και αφορούν συγκεκριμένες ομάδες φαινομένων. Υπάρχει μια αναμφισβήτητη οικουμενικότητα η οποία αποκαλύπτεται με την πολυσημία μορφών, σχημάτων, προσπαθειών και επιτεύξεων, μια οικουμενικότητα η οποία, για να είναι απτή και συγκεκριμένη, ‘’διασπάται’’ σε πολλούς τρόπους έκφρασης και αυτό φαίνεται καθαρά στη διαπολιτισμική πορεία. Αυτή η αυταλήθεια είναι σημαντική και δηλώνει πως οποιαδήποτε γνώση και επίγνωση του ανθρωπίνως και διανθρωπίνως υπάρχειν ενόψει τόσων μορφών ζωής και δημουργίας ερείδεται σε ένα κοινό θεμέλιο το οποίο χαρακτηρίζει το ανθρώπινο τόσο στη γενικότητά του, όσο και στις επιμέρους εκφράσεις του.
iii.              Επίγνωση αυτής της αλήθειας αναδύεται απ’ τη στιγμή που ενατενίζουμε τη σχέση ιστορίας και πολιτισμού. Ιστορία δεν είναι η ανάγνωση, η τυπική ανάγνωση γεγονότων, επιτεύξεων, αφανισμών κάποιων προγόνων ή συγχρόνων μας που έζησαν ή ζουν κάπου, δεν είναι μια έστω και ταξιθετημένη αποθήκη απ’ την οποία αντλούμε πληροφορίες ως απαθείς αναγνώστες συμβαινόντων του απώτερου ή και πρόσφατου παρελθόντος. Δεν είναι μία τοιχογραφία απέραντων διαστάσεων ως πηγή άντλησης πληροφοριών, μία εξ’ αντικειμένου δηλαδή γνώση χωρίς επίγνωση, γιατί η γνώση χωρίς επίγνωση είναι νωχελική και αποπροσανατολίζει τους κακούς της αποδέκτες, τους αφελείς της αναγνώστες. Είναι κάτι σημαντικότερο στο οποίο, στο βαθμό της αυτοσυνειδητοποίησής μας, μετέχουμε πραγματικά. Η νοθευμένη εξαιτίας μας γνώση, όσα στοιχεία και αν κατέχει, όσα γεγονότα και αν συναντά στο διάβα της, δεν οδηγείται στην επίγνωση, δεν εισέρχεται στην καρδιά του προβλήματος, με συνέπεια να αποπροσανατολίζεται και να εκτρέπεται σε σχηματικές θεωρήσεις οι οποίες αποδεικνύονται συχνότατα έωλες, ψευδείς και αντιφατικές. Νεομυθολογία χωρίς μυθικό πνεύμα, χωρίς μύθημα.
Δε μπορούμε να κάνουμε λόγο για την πρόοδο απ’ τις τέχνες στην τεχνική, απ’ την ορδή στην έστω και στοιχειωδώς θεσμοθετημένη πρωτοκοινωνία, απ’ το άγραφο δίκαιο στην επιβολή νομικού πλαισίου, για αυτοκρατορίες και φεουδαλισμούς κ.ο.κ. χωρίς την επίγνωση που οδηγεί στο παρόν, χωρίς να ερευνάμε το θεμέλιο. Αδυνατούμε να κάνουμε λόγο για την ιστορία της γλώσσας, για τη γραφή, για το μυθικό σύμπαν, για την ποίηση, για τον τραγικό λόγο, για τις εικαστικές τέχνες, για τη σύμπλευση οικονομίας, πολιτικής και πνευματικής γενικότερα δημιουργίας ως παθητικοί και μόνο αναγνώστες επιτεύξεων λαών και πολιτισμών, όταν δεν ανα-γιγνώσκουμε το πνεύμα αυτών των επιτεύξεων ή και καταστροφών στον κορμό της ιστορίας μας. Αδυνατούμε έτσι να εκτιμήσουμε τη δυναμική του πολιτισμού στο ιστορικό πλαίσιο και τα δημιουργούμενα προβλήματα.
Αυτή η τακτική όδηγεί στη σύγχυση, στην άγνοια όχι μόνο των συμβαινόντων ή των συμβάντων, αλλά και των πράξεών μας, αφού παρόμοιες αναγνώσεις μοιάζουν με αναγνώσεις εφημερίδας που μας αιχμαλωτίζουν στο ζυγό της Αδράστειας θυμίζοντάς μας λαϊκές θεατρικές παραστάσεις και τον πανάρχαιο άρτο και θεάματα.
Η ιστορία δεν είναι ξένη ύλη, ένας εύπλαστος πηλός που σχηματοποιείται κατά τις δοξασίες μας, ένα, έστω, πραγματικό ρομάντζο το οποίο απλά διαβάζουμε, αγνοώντας πως είμαστε και εμείς συντελεστές του, στο μέτρο των δυνατοτήτων μας βέβαια.
iv.              Ποιο είναι όμως το θεμέλιο το οποίο αναζητάμε για μια όντως ανά-γνωση με επίγνωση της ιστορίας και του αειθαλούς τέκνου της, του πολιτισμού;
Επισκοπώντας απτές πραγματικότητες που χαρακτήριζαν την καθημερινή ζωή του ‘’πρωτόγονου’’ όπως και τα βίο και την πολιτεία λαών μεταγενέστερων ιστορικών περιόδων και πολιτισμών μέχρι τις μέρες μας, διαπιστώνουμε κάτι το αναντίρρητο. Όπως ο όρος άνθρωπος είναι αδιανόητος χωρίς το συνάνθρωπο, και για να είμαστε πιο συγκεκριμένοι, όπως το εγώ είναι αδύνατο χωρίς το συ και το εμείς, κατά παρόμοιο τρόπο δεν υπάρχει κανένα προχώρημα χωρίς το συνυπάρχειν, χωρίς το συν-εργάζεσθαι, χωρίς την κοινή προσπάθεια ατόμων, ομάδων, λαών.
Με την πρώτη ματιά αυτό ηχεί ως κοινοτυπία, ως κάτι το απολύτως αυτονόητο το οποίο οφείλουμε ίσως να αντιπαρέλθουμε ως, περίπου, ανάξιο λόγου.
Προσπαθώντας όμως να εμβαθύνουμε, συναντάμε κάτι το απρόσμενο. Δεν υπάρχει δημιουργία οποιασδήποτε μορφής χωρίς αυτήν την αλήθεια. Ριζικά και αφετηριακά ο συνάνθρωπος, το συνανθρωπίνως συνυπάρχειν, είναι η έγγιστα εγγύς αλήθεια, η χορηγός του ανθρωποκοσμικώς ζην, η άρρητη γραφίδα τόσο της ιστορίας, όσο και του πολιτισμού. Και στα απλούστερα προϊόντα, επιτεύγματα κ.ο.κ. τα οποία χρησιμοποιούμε και απολαμβάνουμε υπάρχει μόχθος και προσπάθεια άλλων συνανθρώπων. Και οι μεγαλύτερες εμπνεύσεις σοφών, επιστημόνων, καλλιτεχνών, προϋποθέτουν αμετάκλητα και το μόχθο άλλων και είναι περιττό να αναφερθούμε σε συγκεκριμένα παραδείγματα, δεδομένου ότι αυτή η αλήθεια είναι ηλίου φαεινότερη.
Και όταν ακόμη παραγνωρίζουμε αυτήν την αλήθεια, ζούμε και κινούμαστε στο απαράγραπτο πλαίσιό της. Έτσι συνέχεται το ανθρωποκοσμικό, και στις περιπτώσεις δεινών δοκιμασιών και σπαραγμών. Παράδοξο και αντιφατικό θα πείτε, αν οι κάθε λογής βαρβαρότητες σχετίζονται με το συνυπάρχειν μας, με το αφετηριακά αλληλέγγυο των ανθρωπίνων υπάρξεων. Το αντίστροφο όμως ερώτημα είναι καταλυτικό. Είναι δυνατή η ύπαρξη τέλειας κοινωνίας, μιας τέλειας κοινωνίας χωρίς προβλήματα και αντιμαχίες στον ιστορικό βίο; Ένας παρόμοιος παράδεισος δεν είναι απλά αδιανόητος, αλλά εξαποστέλλει στο πνεύμα της νομιζόμενης ουτοπίας και όχι της πραγματικής για την οποία θα κάνουμε εκτενή λόγο σε επόμενες σελίδες. Παρθενικός, αγνός, άσπιλος βίος, αγγελική δηλαδή κοινωνία, δεν είναι δυνατό να υπάρξει. Συν τοις άλλοις, δε θα υπήρχε ανθρώπινη προσπάθεια, διάπτυξη και ανάπτυξη της ελευθερίας, γιατί ελευθερία είναι το άνοιγμα σε ορίζοντες αλήθειας που κεραυνοβολούν ειρηνικά το σκότος της αναγκαιότητας, η άπλωση, η διάπλωση, η διαπροσωπική κοινωνία η οποία, ως συστατικός ιστός, διελαύνει ησύχια και κεντρίζει μεγάλες πνευματικές επιτεύξεις σε όλους τους τομείς της δραστηριότητάς μας.
Είναι όντως προβληματική η επιφανειακή επικράτηση του πάθους, η εθελόδουλη επιλογή που στηρίζει κατά κανόνα νόμους, θεσμούς, κοινωνικούς σχηματισμούς, διανθρώπινες σχέσεις, πολιτεύματα και είναι εξίσου θαυμαστό το πώς μέσα σε ένα σκοτεινό πλαίσιο αναδύονται πολιτισμικοί θησαυροί οι οποίοι καταπλήσσουν, οι οποίοι πληρώνουν με τη θαυμαστή τους νεότητα και γονιμότητα.
Αν ο έγγιστα εγγύς, ο συνάνθρωπος, γίνεται συχνά εχθρός με πλησμονή παθών, αν όντως, μετά νηφάλια σκέψη, αποδοκιμάζουμε αυτές τις οδυνηρές καταστάσεις, ήδη τρεπόμαστε στο καθαρό εγώ, στο μύχιο alter ego το οποίο είναι και οικουμενικό.  Η οικουμενικότητά μας αναιρεί ριζικά τα διιστορικά πάθη και μαρτυρεί σιωπηλά την αφετηρία του ανθρωπίνου.
Επιπλέον: Σήμα κατατεθέν των κοινωνικοπολιτικών σχηματισμών είναι η ισότητα, η δικαιοσύνη, η εγγύτητα, έστω και αν αυτές οι αξίες εντάσσονται στα πλαίσια της κανονιστικής ηθικής που επικαλύπτει επιφανειακά το μέγα χάος, χωρίς φυσικά ουσιαστική συμβολή. Η λησμονημένη επομένως αφετηρία είναι κεκρυμμένη απ’ την αχλύ της πλαδαρής καθημερινότητας, αλλά όχι μόνο αναθρώσκει με καταπλήσσουσες μαρτυρίες, αλλά αποτελεί τη μυστική τροφό, όπως θα δούμε.
v.                 Κατά βάθος η ιστορία είναι αντιστραμμένη ανάγνωση του αληθούς, γίνεται ψεύδος των καιρών, ψεύδος το οποίο ανάσσει όχι κατά τη διάρκεια των μεγάλων κρίσεων, όχι μόνο κατά τους νομιζόμενους θριάμβους, αλλά και καθημερινά. Τα πλαστά νομίσματα όμως, όσο και αν λάμπουν, είναι κακή απομίμηση των αληθινών και όσο πιο μεγάλη η απομίμηση και τα στολίδια, τόσο πιο φανερή η απάτη την οποία ως άνθρωποι στήνουν στους εαυτούς μας.
vi.              Ό,τι όμως περιπλέκει δραματικά την ανθρωποκοσμική περιπέτεια, και αυτό είναι αυταπόδεικτο σε όλους ανεξαίρετα τους πολιτισμούς, αλλά και στα λεγόμενα
προπολιτισμικά στάδια, στην ‘’κουλτούρα’’ των μη ‘’πολιτισμένων’’, είναι ο διεμβολισμός των πολιτισμικών αξιών απ’ τις ιστορικές αναγκαιότητες της κοινωνικοπολιτικής συγκρότησης. Ο άρτος και τα θεάματα αρπάζουν και τα δώρα της επιστήμης προς κατανάλωση, προς αύξηση του ευδαιμονισμού και της ματαιότητας, για να μην κάνουμε λόγο για τους καταστροφικούς εξοπλισμούς και για τα φονικά εργοστάσια πολεμικών όπλων, όπου επιστήμη και τεχνολογία απεργάζονται την καταστροφή. Το φαινόμενο είναι παλαιότατο, ανάγεται στην ηώ του ανθρωπίνου πολιτισμού, τα πρώτα εργαλεία ήταν εργαλεία αυτοσυντήρησης και άμυνας-επιθετικότητας.
Όχημα ο πολιτισμός στις βλέψεις της ιστορικής αναγκαιότητας, που σημαίνει στις βλέψεις των ανθρωπίνων παθών; Το ερώτημα τίθεται από πολλούς θεωρούς του φαινομένου, αλλά το ουσιώδες συνίσταται στην ορθότητά του.
Ας λαμβάνουμε πάντα υπόψη μας πως ο πολιτισμός είναι μεν το άνθος της ιστορικής πορείας, αλλά το άνθος έχει συνθέτουσες οι οποίες είναι βαθιά ριζωμένες όχι μόνο στην πρωτογένεια του συνανθρωπίνως συνυπάρχειν, αλλά και στη υστερογένεια των ανθρωπίνων παθών, των συγκρούσεων. Κάθε μορφή συνεργασίας λ.χ. σημαίνει κάτι που προσδίδει πραγματική οικουμενικότητα στη σχέση ανθρώπων και κόσμου, ανθρώπου και συνανθρώπων.
Δεν υπάρχει επομένως αμιγής διαχωρισμός ανάμεσα στην ιστορία και στον πολιτισμό, όπως και ανάμεσα στην αναγκαιότητα και στην ελευθερία. Σε αυτό ακριβώς συνίσταται η αποστολή του ανθρώπου και μάλιστα έξω από κάθε ηθικιστική, ωφελιμιστική, μεσσιανική κ.ο.κ. βλέψη.
Αυτός ο αγώνας είναι άδηλος και πασίδηλος ταυτόχρονα και οφείλουμε να τον προσεγγίσουμε επισκεπτόμενοι στιγμές και φάσεις της ιστορικοπολιτισμικής δημιουργίας.
                                           *
Με παρεμφερή θεματική ασχοληθήκαμε σε παλαιότερες μελέτες μας οι οποίες, θα λέγαμε, υποκρούουν τις βασικές θέσεις αυτής της σπουδής χωρίς όμως να τις αναπτύσσουν ή να τις εκφράζουν διαμορφωμένες. Έτσι, στα έργα μας Τα Κοινωνικά Συστήματα (Κ.Σ.), Πολιτικά Θέματα/Ίρις, 1991, 637 σελ., Β΄έκδοση, Δρόμων, 2017, Η Καταγωγή των Θρησκειών (Κ.Θ.), Πολιτικά Θέματα/Ίρις, 1994, τ. Α’ και Β’, 1264 σελ., Πανόραμα της Σύγχρονης Σκέψης (Π.Σ.Σ.), Πολιτικά Θέματα/Ίρις, 1994, 576 σελ. και Οι Έλληνες Φιλόσοφοι της Αρχαιότητας και η Φιλοσοφία (Ε. Φ. Α. Φ.), τ. Α΄ και Β’ Σμπίλιας,1994, Β΄ έκδοση 2006, 1001 σελ., τίθενται και αναπτύσσονται όχι οι θέσεις αυτής της σπουδής, αλλά η γένεση του μύθου, της θρησκείας, των θεσμών, των κοινωνικών συστημάτων, όπως και μαρτυρίες κλασικών κειμένων σχετικών με τη φιλοσοφία, τις τάσεις (ιδεαλισμός, ρεαλισμός σε όλες του τις παραλλαγές, πανθεϊσμός, κοινωνική και πολιτική φιλοσοφία, επιστημολογία, κ.ο.κ. με όλες σχεδόν τις εκφράσεις τους που φθάνουν στις μέρες μας και με παράλληλη παράθεση πηγών και ευρείας βιβλιογραφίας).
Δεν επαναλαμβάνονται αναπτυχθείσες θέσεις, αλλά γίνεται παραπομπή ώστε αν ο αναγνώστης προσπαθεί περαιτέρω διερεύνηση να μπορεί να βρει αναπτύξεις και θεωρήσεις που δεν είναι δυνατό να γίνουν στην παρούσα σπουδή.
Βεβαίως, δεν προϋποτίθεται η προσφυγή στα μνημονευόμενα βιβλία, προσπαθήσαμε ώστε η σπουδή μας να δίδει όλα εκείνα τα στοιχεία τα οποία την καθιστούν σαφή και κατά το δυνατό επαρκή.
Είναι, επιπλέον, σαφές πως δεν πρόκειται για ιστόρηση (ιστόρηση θα απαιτούσε τόμους, πολυετίες και ευρύτατες συνεργασίες ειδημόνων), αλλά για θεώρηση και υπ’ αυτό το πνεύμα οφείλουμε να θεωρήσουμε τις αναφορές και τα κείμενα στο οποία προστρέχουμε. Οι αναφορές ωστόσο, είναι ικανές να μας προσανατολίζουν κατά το πνεύμα της Σπουδής.

                                                          *
Στο Πρώτο Μέρος της σπουδής μας παρουσιάζεται ο περίπλους του ανθρωπίνου, ένας περίπλους ο οποίος αποκαλύπτει κρύφια και φανερά την διάπλεξη ιστορίας και πολιτισμού. Είναι βέβαια επιλεκτικός, αλλά αντιπροσωπευτικός στο μέτρο που ανταποκρίνεται στο πνεύμα του ιστορικοπολιτισμικού συμβαίνοντος. Τα παρατιθέμενα χωρία-μαρτυρίες είναι αποφασίζουσας σημασίας και επιλέχθηκαν όχι απλά ως υποβοηθητικές μαρτυρίες κλασικής αξίας, αλλά και ως προσπάθειες φωτισμού του ανθρωποκοσμικού μας είναι εν μέσω συμπλεύσεων αλλά και αντιθέσεων. Η προσπάθεια του Πρώτου Μέρους είναι προσπάθεια φιλοσοφικής κάτοψης των σχέσεων ιστορίας και πολιτισμού κι όχι ιστορική σύνοψη.
Στο Δεύτερο Μέρος λαμβάνεται υπόψη η τροπή της ιστορικής και πολιτισμικής μαρτυρίας μετά τις επιτεύξεις των δύο περίπου τελευταίων αιώνων και εκτιμάται η συνέχεια ή η ασυνέχεια, θα καταφανεί, του διιστορικού, του διανθρωπίνου, του διαπολιτισμικού processus με δεδομένες τις ‘’νέες’’ ιδέες, τις διαμορφωμένες η και διαμορφούμενες συνθήκες και καταστάσεις ζωής για να καταφανεί η συνέχεια ή η ασυνέχεια του ανθρωποκοσμικώς υπάρχειν.
Στο Τρίτο Μέρος, τέλος, διατυπώνεται η γενικότερη θεώρηση η οποία συνέχει προσωπικό και συλλογικό, ιστορικό κι πολιτισμικό και εκφράζονται θέσεις που ίσως εισβάλλουν στην καρδιά του προβλήματος. Ο αναγνώστης θα το κρίνει.

                                                *
Πέρα όμως από οποιαδήποτε θεώρηση, το ουσιώδες συνίσταται στη θεμελιώδη ερώτηση η οποία διεμβολίζει διαφοροποιήσεις και προσκρούει, δημιουργικά ελπίζουμε, στην ίδια μας τη συνείδηση και στην κοινωνία της τόσο με την αισθητή μας φύση, όσο και με τις πνευματικές μας αναζητήσεις στο πλαίσιο της συνύπαρξης και της κοινής μας ανθρώπινης-διανθρώπινης παρουσίας μας στον έγκοσμο-έγχρονο βίο.

Πρόλογος…………………………………Σελ.    7.

Εισαγωγικό…………………………………… 9.


Πρώτο Μέρος
             Ιστορικός και πολιτισμικός περίπλους. ……31.
I
          Ανάδυση του ανθρώπου
(Φάσεις και αντιφάσεις, ίχνη και μαρτυρίες, αφύπνιση και
πρώτες εκρηκτικές επαναστάσεις, ίχνη σοφίας, δημιουργικές και νοσογόνες προσπάθειες, το θεμέλιο.)…………31.
ΙΙ
             Ο τροχός του Ιξίωνα
(Πρωτοϊστορικές επιψαύσεις, συγκρότηση οργανωμένων κοινωνιών, επιλογή του ‘’αναγκαίου’’, το πολιτισμικό και το αναγκαίο, ιεροβασιλείες, γραφή, πρώτοι μυθικοθρησκευτικοί συμβολισμοί, διαφθορά και εξουσία, το πνεύμα των πρώτων αυτοκρατοριών.)……………52.
ΙΙΙ
Η ανάδυση των Ελλήνων και η ιστορία
(Προϊστορικά, κλασική Ελλάδα, Ρώμη και ρωμαϊκή αυτοκρατορία, λαοί ενδιάμεσοι, βαρβαρικές επιδρομές, Άραβες, θεώρηση των θεσμών και πολιτισμός)…………………………………………80.
IV
                     Πίστη και ρομφαία
(Ισραήλ, Βυζάντιο, βαρβαρικές επιδρομές, σταυροφορίες, μεσαιωνικοί χρόνοι,  μεσαιωνική πνευματικότητα, Αναγέννηση)………………………….113.
V
          Ευρώπη σπαρασσομένη και σπαράσσουσα
(Έξοδος απ’ τους μεσαιωνικούς χρόνους, αποικιοκρατία και θρησκευτικοί σπαραγμοί, δηώσεις προκολομβιανών, αυτοκρατορίες και απόλυτη μοναρχία, πόλεμοι, γεωπολιτικές ανακατατάξεις, αμερικανική ανεξαρτησία και πρόοδος, επιστημονικές και πνευματικές επιτεύξεις, καπιταλισμός, διαφωτισμός)…………………………………167.
                                       VI
             Τα φτερά του Ίκαρου
(Γαλλική επανάσταση, απόλυτη μοναρχία, πρώτες μορφές δημοκρατικής διακυβέρνησης, σοσιαλισμός και επανάσταση, επιστημονισμός, εκκοσμίκευση και νεοειδωλολατρία,  πνευματική ζωή, ολοκληρωτισμός και ιδεολογία, παγκοσμιοποίηση)………………………………………221.
                                       VII
             Σύγχρονη Μυθομανία και Δημιουργία
(Πόλεμοι και πολιτισμός, Δημοκρατία και Ολοκληρωτισμός, Ιστορικές Αναγκαιότητες και Πολιτισμός, η Διακινδύνευση, Νεοφιλελευθερισμός)………………………………253.

Δεύτερο μέρος
                          Ιδεολογία και Πολιτική……….295.

Ι
   Εκκίνηση
(Δημιουργοί της Ιστορίας, το συνυπάρχειν ως προϋπόθεση κοινωνικού βίου, πολιτισμικά ριζώματα, το πνεύμα του λαού, παροιμίες, αποφθέγματα, παραβολές, φυσική ‘’ιστορία’’, ανθρώπινη ιστορία, το ανθρωποκοσμικό, παροικείν, κατοικείν.)……………………………………………295.
ΙΙ
                      Το ανθρωποκοσμικό
(Εξορία, αιχμαλωσία, νοηματοδότηση)…………………………………308.
ΙΙΙ
                          Διακινδυνεύσεις
(Διακινδυνεύσεις, το συν-έχεσθαι, οι α-συνέχειες, δυνατότητες σύνθεσης)……………………………………313.
IV
             Ιδεολογία, πολιτική και πολιτισμός
(Γένεση της ιδεολογίας, ιδέες και ιδεολογία, πολιτική, ιδεολογία, ολοκληρωτισμός, η δημοκρατία και οι διακινδυνεύσεις, η πολιτική, ο πόλεμος, η οικονομία, η ιντελιγκέντσια, η τεχνολογία, δίκαιο και θεσμοί.)………………………….318.
V
          Ο Κρύφιος αρμός ιστορίας και πολιτισμού
(Η αναγκαιότητα ως φαινόμενο, το είναι της ελευθερίας, το λογικό και το ηθικό, διάνοια και συναίσθημα, κρύφιος αρμός και προβληματική.)…………………………351.
VI
                       Το παίγνιο του Αιώνα
(Αινιγματική πορεία, το παίγνιο ως αποκαλυπτικό σημείο, η τραγικότητα, η στρατεία.)……….370

                             Τρίτο Μέρος
                       Ουτοπία και Ελπίδα…..377.
                                      Ι
Προσεγγίσεις
(Το πνεύμα του ου-τόπος, τοπικότητα και αλήθεια, η πνευματική φύση, το ψευδοουτοπικό, πραγματική ουτοπία, διακινδυνεύσεις, ελευθερία και διακινδύνευση.)………………………377.
                                         ΙΙ
                                  Ουτοπικά
            (Ουτοπία, δίκαιο, κοινωνία, οι ελίτ.)…….387.
ΙΙΙ
                        Ελπίδα, ιστορία και πολιτισμός
(Αισιοδοξία, απαισιοδοξία, νοσταλγία, το πνεύμα της ελπίδας, στωική ανοχή και ελπίδα, ουτοπία και ελπίδα.)………………………………………396..

Επιλεγόμενα. Το θεμέλιο…………………………418.
Πίνακας ονομάτων………………………………………………………..433